«H Ελλάδα εξελίσσεται σε fashion (μόδα) για τη διεθνή επενδυτική κοινότητα» σημείωνε με έμφαση τις προάλλες εκπρόσωπος διεθνών επενδυτικών σχημάτων, από τους πολλούς που τούτο τον καιρό συνωθούνται για τις συναντήσεις τους στη ‘«Μεγάλη Βρετάννια’», η οποία παρεμπιπτόντως τον περασμένο Ιούνιο είχε ρεκόρ πληρότητας 97% και ρεκόρ μέσης τιμής δωματίου στα 350 ευρώ, όσο δηλαδή το Λονδίνο.
Όντως όσοι σχετίζονται με την επενδυτική κοινότητα δηλώνουν απερίφραστα, χωρίς ενδοιασμούς, ότι το ενδιαφέρον είναι πρωτοφανές και μοναδικό για τις ελληνικές αξίες.
Είναι σαν η Ελλάδα να έχει κάνει επανεκκίνηση, όπως χαρακτηριστικά λένε οι γνωρίζοντες.
Αμερικανοί, ευρωπαίοι και ασιάτες δείχνουν να επανεκτιμούν τα ελληνικά πράγματα και να αντιμετωπίζουν τη χώρα ως ευκαιρία πρώτης τάξεως για μπίζνες και κέρδη.
Αντιστοίχως συμπεριφέρονται και οι Έλληνες κεφαλαιούχοι και επιχειρηματίες που άντεξαν στα χρόνια της κρίσης και ισχυροποιημένοι τώρα ετοιμάζονται για άλματα μεγέθυνσης και προόδου.
Συνδυασμός παραγόντων και συνθηκών εξηγεί και συνάμα ευνοεί την παρατηρούμενη έκρηξη επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Έπειτα από εφτά χρόνια κρίσης η χώρα ισορρόπησε σε χαμηλότερο σημείο.
Έγινε φθηνότερη και ελκυστικότερη για το άφθονο παγκοσμίως έξυπνο χρήμα που τούτο τον καιρό αναζητά ευκαιρίες υψηλών κερδών.
Η επελθούσα για την αντιμετώπιση της χρεοκοπίας προσαρμογή απεδείχθη πρωτοφανής και μοναδική για δυτική χώρα.
Οι ανισορροπίες των δημοσίων οικονομικών ελέγχθηκαν, το κόστος εργασίας υποχώρησε,κερδήθηκαν σκάλες ανταγωνιστικότητας, το νεανικό δυναμικό της χώρας, παρά τη διαρροή επιστημόνων, διατηρεί υψηλά στάνταρ, είναι πολύγλωσσο και τεχνολογικά καταρτισμένο και το σημαντικότερο η Ελλάδα κατάφερε μέσα στη θύελλα της κρίσης να διατηρήσει τη θέση της στην ευρωζώνη και το μοναδικό για την εύθραυστη και ταραγμένη ζώνη της νοτιοανατολικής Μεσογείου πλεονέκτημα του ευρώ.
Έχει δε ξεχωριστή σημασία το γεγονός ότι το αναπτυσσόμενο επενδυτικό ενδιαφέρον εκδηλώνεται στις μέρες μιας εχθρικής προς τις επενδύσεις κυβέρνησης.
»Οι διεθνείς επενδυτές που τούτο τον καιρό πολιορκούν την Αθήνα είναι εκπαιδευμένοι, έχουν δράσει και σε εχθρικότερα πολιτικά περιβάλλοντα» λένε χαρακτηριστικά όσοι συνεργάζονται μαζί τους και εξηγούν ότι η κρίση και το βάρος της διαχείρισής της είναι τέτοιο που ξεπερνά τους όποιους πολιτικούς κινδύνους.
Θεωρούν σχεδόν νομοτελειακή την εξέλιξη, σαν συνέπεια της επελθούσης καταστροφής,κάτι σαν επιβεβαίωση της »δημιουργικής καταστροφής» όπως την περιέγραψε ο Σουμπέτερ.
Ωστόσο μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο δυναμικότερο θα ήταν το επενδυτικό ενδιαφέρον αν υπήρχε μια κυβέρνηση ικανή να το ευνοήσει και να το υποστηρίξει.
Όπως και να έχει πάντως η ευκαιρία υπάρχει και είναι κρίμα να χαθεί επειδή δεν μπορούν να κατανοήσουν την κίνηση των σύγχρονων επενδυτικών σχημάτων και κεφαλαίων οι περισσότεροι των κυβερνώντων.