Με τον πλανήτη να βρίσκεται πλέον στην αρχή της έκτης μαζικής εξαφάνισης ειδών, το 30% των σπονδυλωτών ζώων βρίσκονται σε μείωση, τόσο σε όρους πληθυσμού όσο και γεωγραφικής εξάπλωσης, προειδοποιεί μια ακόμα μελέτη.
«Πρόκειται για μια βιολογική εξόντωση που συμβαίνει σε παγκόσμιο επίπεδο, παρόλο που τα είδη στα οποία ανήκουν αυτοί οι πληθυσμοί εξακολουθούν να υφίστανται κάπου στη Γη» αναφέρει ο Ροντόλφο Ντίρζο του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Ο χάρτης της γεωγραφικής κατανομής
Οι ερευνητές σχεδίασαν τον χάρτη της γεωγραφικής κατανομής 27.600 ειδών πουλιών, αμφιβίων, θηλαστικών και ερπετών, ένα δείγμα που αντιπροσωπεύει σχεδόν τα μισά από τα γνωστά χερσαία σπονδυλωτά. Ανέλυσαν τις μειώσεις των πληθυσμών τους σε δείγμα 177 ειδών θηλαστικών από το 1990 έως το 2015.
Απ’ αυτά τα 177 θηλαστικά, όλα έχουν χάσει τουλάχιστον το 30% των γεωγραφικών περιοχών τους και περισσότερα από το 40% έχουν χάσει περισσότερο από 80%, αναφέρει η ομάδα στην επιθεώρηση PNAS.
Τα θηλαστικά της Νότιας και της Νοτιοανατολικής Ασίας έχουν πληγεί ιδιαίτερα: όλα τα είδη μεγάλων θηλαστικών που αναλύθηκαν έχουν χάσει εκεί περισσότερο από το 80% της γεωγραφικής εξάπλωσής τους.
Περίπου το 40% των θηλαστικών -μεταξύ των οποίων ρινόκεροι, ουρακοτάγκοι, γορίλες και πολυάριθμα μεγάλα θηλαστικά- επιβιώνουν πλέον στο 20% ή και σε μικρότερο ποσοστό των εδαφών στα οποία ζούσαν κάποτε.
Τα αίτια του… αποδεκατισμού
Η μείωση των άγριων ζώων αποδίδεται κυρίως στην εξαφάνιση των οικοσυστημάτων τους, στην υπερκατανάλωση των φυσικών πόρων, στη ρύπανση και στην εισβολή ξένων ειδών ή ασθενειών. Η κλιματική αλλαγή δεν αποκλείεται να επιταχύνει τη μαζική εξαφάνιση.
«Πολλά είδη ζώων που ήταν σχετικά ασφαλή πριν από δέκα ή είκοσι χρόνια, όπως τα λιοντάρια και οι καμηλοπαρδάλεις, βρίσκονται πλέον σε κίνδυνο» γράφουν οι συντάκτες της μελέτης.
Η «μαζική απώλεια» σε όρους πληθυσμών και ειδών «είναι ένα προοίμιο στην εξαφάνιση πολυάριθμων άλλων ειδών και στην υποβάθμιση οικοσυστημάτων που καθιστούν δυνατό τον πολιτισμό» προειδοποιεί ο κύριος συντάκτης της μελέτης, ο Χεράρδο Σεμπάγιος του αυτόνομου εθνικού πανεπιστημίου του Μεξικού.
Newsroom ΔΟΛ