ΤτΕ: Στοίχισε στα «κόκκινα» δάνεια η καθυστέρηση της αξιολόγησης

Αύξηση των καταθέσεων για το 2017 αναμένει η Τράπεζα της Ελλάδος, όπως αναφέρεται στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δόθηκε στη δημοσιότητα.

Ο πιστωτικός κίνδυνος παραμένει η μεγαλύτερη απειλή για το τραπεζικό σύστημα, παρά τις τάσεις σταθεροποίησης που εμφάνισε τον τελευταίο χρόνο.

Όπως επισημαίνει στην Επισκόπηση του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος -Ιούλιος 2017 η Τράπεζα της Ελλάδος, σε απόλυτο μέγεθος, το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) συρρικνώνεται με βραδύ ρυθμό για τέσσερα συνεχόμενα τρίμηνα, έχοντας φθάσει στη μέγιστη τιμή του το Μάρτιο του 2016.

Ωστόσο, προσθέτει ότι το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων αυξήθηκε στο α΄ τρίμηνο του 2017 εξαιτίας της μείωσης του συνολικού υπολοίπου των δανείων, αλλά και της αυξημένης αβεβαιότητας από την παράταση των διαπραγματεύσεων σχετικά με τη δεύτερη αξιολόγηση του τρίτου Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής. Εντονότερα, επηρεάστηκε το χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων.

Όπως τονίζει στην έκθεση ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, οι αρχές έχουν υλοποιήσει σειρά μέτρων για την αντιμετώπιση των παραγόντων που εμπόδιζαν τις προσπάθειες των τραπεζών να διαχειριστούν αποτελεσματικά το πρόβλημα των MEA.

Συγκεκριμένα αναφέρεται στην αναμόρφωση του νομοθετικού πλαισίου σχετικά με την αφερεγγυότητα, στη διευθέτηση της φορολογικής μεταχείρισης των διαγραφών και πωλήσεων δανείων και στη νομική προστασία των στελεχών που χειρίζονται τις αναδιαρθρώσεις δανείων.

Όπως επισημαίνεται σχετικά πρόκειται για μέτρα που αναμένεται να διευκολύνουν την προσπάθεια μείωσης των ΜΕΑ μέχρι το τέλος του 2019, σύμφωνα με τους επιχειρησιακούς στόχους που έχουν τεθεί.

Επικουρικά, η επικείμενη ενεργοποίηση του μηχανισμού για την εξωδικαστική διευθέτηση οφειλών, ενδέχεται να λειτουργήσει θετικά, καθώς συγκεντρώνει ορισμένα πλεονεκτήματα, όπως π.χ. η καθολική αντιμετώπιση των οφειλών προς ιδιώτες και φορείς του Δημοσίου στην κατεύθυνση της εξεύρεσης μιας συνολικής λύσης, η οικειοθελής προσέλευση της υπερχρεωμένης επιχείρησης, το συνεκτικό χρονοδιάγραμμα και η σαφής διαδικασία λήψης αποφάσεων, η ηλεκτρονική πλατφόρμα διαχείρισης κ.λπ.

Παράλληλα, θετικά εκτιμάται από την Τράπεζα της Ελλάδος ότι θα συμβάλει και η ανάπτυξη εφαρμογής για τη διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών ακινήτων, σε συνδυασμό με την τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου αναφορικά με τις εταιρίες διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων με γνώμονα τη διευκόλυνση της εισόδου περισσοτέρων εταιριών στην αγορά.
Υπενθυμίζεται ότι μέχρι στιγμής έχουν λάβει άδεια λειτουργίας τέσσερεις εταιρίες. Συμπληρωματικά με τα παραπάνω, αναδεικνύεται από την έκθεση η σημασία που έχει η εύρυθμη λειτουργία του δικαστικού συστήματος.

Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι «η σύντμηση του χρόνου της δικαστικής εκκαθάρισης της αφερεγγυότητας, και ειδικότερα της διαδικασίας ρευστοποίησης των εξασφαλίσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα, δύναται να βελτιώσει σημαντικά την αξία των ΜΕΑ (Δεκέμβριος 2016: 106,3 δισεκ. ευρώ), διευκολύνοντας με τον τρόπο αυτό την πιο ενεργητική διαχείρισή τους στο πλαίσιο της λειτουργίας μιας αποτελεσματικής δευτερογενούς αγοράς».

Ειδικότερα, για τα δάνεια που έχουν καταγγελθεί (Δεκέμβριος 2016: 48 δισεκ. ευρώ), η ανάλυση καταδεικνύει ότι τυχόν επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών κατά τρία χρόνια θα μπορούσε να αυξήσει την ανακτήσιμη αξία τους κατά 7 δισεκ. ευρώ.

Οι καταθέσεις

Αναφορικά με τον κίνδυνο ρευστότητας, η Τράπεζα της Ελλάδος υπογραμμίζει ότι σημαντική βελτίωση εμφάνισε συνολικά η ρευστότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Όπως επισημαίνεται σχετικά, η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα εμφάνισε συνεχή πτωτική τάση, τόσο ως απόλυτο μέγεθος όσο και ως ποσοστό του συνολικού ενεργητικού των τραπεζών.

Η μείωση αυτή αποδίδεται:

α) στην πώληση ομολόγων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην ΕΚΤ στο πλαίσιο του υφιστάμενου προγράμματος αγοράς τίτλων,

β) στη διευκόλυνση της πρόσβασης στη διατραπεζική αγορά,

γ) στη μείωση του ενεργητικού, εξαιτίας της πώλησης θυγατρικών και της απομόχλευσης που συντελείται, και

δ) στην ενίσχυση της καταθετικής βάσης.

Από την άλλη πλευρά, αναφέρεται στην έκθεση ότι σε χαμηλό επίπεδο παρέμεινε ο κίνδυνος αγοράς των τραπεζών, με την ελληνική αγορά ομολόγων και μετοχών να παρουσιάζει έντονα ανοδικές τάσεις, γεγονός που λειτούργησε θετικά στις αποτιμήσεις των χαρτοφυλακίων.

Συνολικά για τον κίνδυνο αγοράς, σύμφωνα με προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων κρίσης, η επίπτωση στην κεφαλαιακή επάρκεια των πιστωτικών ιδρυμάτων από την πραγματοποίηση δυσμενών σεναρίων εκτιμάται ότι θα ήταν ιδιαίτερα περιορισμένη.

Η πορεία το 2017

Η σταδιακή πορεία ανάκαμψης του χρηματοπιστωτικού συστήματος συνεχίστηκε το 2016 και τους πρώτους μήνες του 2017, τονίζει ο κ. Στουρνάρας στην ίδια έκθεση.

Όπως εξηγεί, η σταθεροποίηση και βελτίωση των οικονομικών συνθηκών συνέβαλε στην εμπέδωση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, η οποία με τη σειρά της αναμένεται να συμβάλει στην περαιτέρω ενίσχυση της δραστηριότητας στην πραγματική οικονομία.

«Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του τρίτου Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής επιβεβαιώνει την πρόοδο που έχει συντελεστεί στο πεδίο της δημοσιονομικής προσαρμογής και των απαιτούμενων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και αίρει την αβεβαιότητα σχετικά με την εξυπηρέτηση των άμεσων δανειακών αναγκών της χώρας» υποστηρίζει ο κ. Στουρνάρας.

Και προσθέτει πως «οι εξελίξεις αυτές δύναται να βελτιώσουν το οικονομικό κλίμα και τις προοπτικές ανάπτυξης».

Ωστόσο, σημειώνει ότι σημαντικές προκλήσεις για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα παραμένουν, με κυριότερες την αποτελεσματική διαχείριση του υψηλού αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) και την περαιτέρω μείωση της χρηματοδότησης των τραπεζών από το μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας (Emergency Liquidity Assistance).

Επιστροφή σε κέρδη

Το 2016 η ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα ενισχύθηκε. Οι ελληνικές εμπορικές τράπεζες εμφάνισαν οριακά κέρδη προ φόρων σε ενοποιημένη βάση μετά από μια σειρά ζημιογόνων χρήσεων.
Στην επάνοδο στην κερδοφορία, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, συνέβαλαν η βελτίωση των λειτουργικών αποτελεσμάτων και κυρίως η μεγάλη μείωση των προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο.

Παράλληλα, βελτιώθηκαν περαιτέρω οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, καθώς μειώθηκε το σταθμισμένο για τον κίνδυνο ενεργητικό τους στο πλαίσιο της πώλησης μη κύριων δραστηριοτήτων στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Ταυτόχρονα, το 2016 συνεχίστηκε η τάση συρρίκνωσης της διεθνούς παρουσίας των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στο πλαίσιο της υλοποίησης των δεσμεύσεών τους που απορρέουν από τα εγκεκριμένα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχέδια αναδιάρθρωσής τους. Η πώληση θυγατρικών του εξωτερικού είχε περαιτέρω θετική επίδραση στη ρευστότητα και την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζικών ομίλων.

Επιπροσθέτως, οι διεθνείς δραστηριότητες συνεισέφεραν στην ενίσχυση της καταθετικής βάσης και της κερδοφορίας των τραπεζικών ομίλων.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.