Πρόκειται για έναν μελανόμορφο ελικωτό κρατήρα –μέσα σε κρατήρες νέρωναν οι αρχαίοι το κρασί τους στα συμπόσια -, που κατασκευάστηκε στην Αθήνα τη δεκαετία 570-560 π.Χ. και από τον 19ο αι. αποτελεί ένα από τα ακριβά «κοσμήματα» του Museo Archeologico Nazionale στη Φλωρεντία.
Το έσπασαν και τα θραύσματά του, με το πέρασμα του χρόνου, διασκορπίστηκαν στη γύρω περιοχή. Λέγεται ότι ο François, στην προσπάθειά του να βρει όλα τα κομμάτια –λίγα είναι αυτά που δεν βρέθηκαν –έψαξε για πολλούς μήνες τα χώματα μιας μεγάλης έκτασης σαν αυτής του Κολοσσαίου της Ρώμης! Επομένως δικαίως ο κρατήρας αυτός φέρει σήμερα το όνομά του αφού είναι γνωστός ως αγγείο François.
Ετσι τραυματισμένο τοποθετήθηκε αργότερα ως κτέρισμα στον τάφο, για να εξυπηρετήσει τις μεταθανάτιες συμποτικές ανάγκες του νεκρού. Πολύ πιο σοβαρό ήταν το «ατύχημα» που υπέστη το 1900. Τότε το ξεχωριστό ενδιαφέρον που έδειχναν γι’ αυτό ειδικοί και επισκέπτες του Μουσείου στη Φλωρεντία προκάλεσε… τον φθόνο ενός προβληματικού φύλακα, ο οποίος μια μέρα το έκανε 638 κομμάτια. Χρειάστηκαν έμπειροι τεχνίτες για να επανέλθει, κατά το δυνατόν, στην προτέρα του κατάσταση.
Πολλές είναι οι μυθολογικές παραστάσεις που το διακοσμούν, όλες σχεδόν διεξοδικές, εκφραστικές και καινοτόμες στη σύλληψή τους, με κύρια αυτή των μεγαλόπρεπων γάμων του Πηλέα και της Θέτιδας, τον γονιών του Αχιλλέα. Εχουμε ακόμη την επιστροφή του Ηφαίστου στον Ολυμπο, την καταδίωξη του Τρωίλου από τον Αχιλλέα, το κυνήγι του καλυδωνίου κάπρου, τον ευχαριστήριο χορό των νέων της Αθήνας για τη διάσωσή τους από τον Μινώταυρο μετά την εξόντωση του τελευταίου από τον Θησέα, τα «άθλα επί Πατρόκλω», τη θεσσαλική Κενταυρομαχία, τη μάχη των πυγμαίων με τους γερανούς και ορισμένες άλλες.
Πρόκειται για μια επίτομη εικονογραφημένη μυθολογία. Προσπάθειες να εντοπιστεί πίσω από όλο αυτό το αμάλγαμα των παραστάσεων μια θεματική ενότητα δεν έχουν πείσει. Βέβαιο είναι ωστόσο ότι όλες τους εκπέμπουν μηνύματα της εποχής τους, χωρίς ωστόσο να γνωρίζουμε αν και ο ετρούσκος κάτοχος του κρατήρα μπορούσε να τα κατανοήσει.
Συγχρόνως το ζεύγος αυτό των υπογραφών μάς πληροφορεί ότι γύρω στο 570 π.Χ. η μεγάλη ζήτηση αττικών αγγείων είχε οδηγήσει τους κεραμείς της Αθήνας να προχωρήσουν στην εξειδίκευση της εργασίας τους –άλλος έπλαθε και άλλος διακοσμούσε -, πράγμα που εξασφάλιζε μεγαλύτερους ρυθμούς παραγωγής, όπως και καλύτερη ποιότητα δουλειάς.
Το αγγείο αυτό είναι ακόμη ο παλαιότερος καλά σωζόμενος αττικός ελικωτός κρατήρας. Οι προικισμένοι δημιουργοί του είχαν κατασκευάσει και άλλους παρόμοιους κρατήρες από τους οποίους μάλιστα μας σώζονται ένας ή δύο, απελπιστικά όμως αποσπασματικά. Δυστυχώς οι σωζόμενες αρχαιότητες αντιπροσωπεύουν ένα πολύ μικρό ποσοστό σε σχέση με τις αρχικές παραχθείσες ποσότητες. Τα καλά αττικά μελανόμορφα ή ερυθρόμορφα αγγεία υπολογίζεται ότι μας έχουν διασωθεί σε ένα ποσοστό μικρότερο του 1/100! Ποσοστό θλιβερά απογοητευτικό.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ