Η εμπιστοσύνη είναι κάτι που δύσκολα κερδίζεται, εύκολα χάνεται και ακόμα πιο δύσκολα ξανακερδίζεται. Χρειάστηκαν δεκαετίες για να αποκτήσουν τα αυτοκίνητα Volkswagen τη φήμη της αξιοπιστίας και της σιγουριάς που τα συνοδεύει. Και χρειάστηκε ένα σκάνδαλο, ασυγχώρητο για το πλαίσιο και τα στερεότυπα της γερμανικής επιχειρηματικής και όχι μόνο κουλτούρας, το dieselgate, για να ρίξει την επωνυμία στα τάρταρα. Αρκεί να παρατηρήσει κανείς ότι στην πρόσφατη κατάταξη της BrandZ με τα 100 μεγαλύτερα σε αξία, υπόληψη και αναγνωρισιμότητα εμπορικά σήματα στον κόσμο το 2017 το σήμα της VW δεν υπάρχει. Ούτε το σήμα της Audi, ούτε της Porsche, ούτε καμιάς από τις 12 επωνυμίες του γερμανικού ομίλου. Το υπουργείο Μεταφορών της Γερμανίας συμβάλλοντας στην επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία ανάταξης της εμπιστοσύνης των καταναλωτών έναντι της VW, της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας στο σύνολό της αλλά και των εποπτικών αρχών της χώρας, ανακοίνωσε την περασμένη Τρίτη τα σχέδιά του για τη δημιουργία ενός νέου ινστιτούτου ελέγχου των εκπομπών καυσαερίων των αυτοκινήτων.
Το υπουργείο ανακοίνωσε επίσης ότι διενήργησε ελέγχους σε 29 μοντέλα γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών που κυκλοφορούν στη χώρα και ότι μόνο 17 εξ αυτών πέρασαν τα τεστ καυσαερίων. Τα υπόλοιπα 10 εξέπεμπαν υψηλότερους από τους επιτρεπόμενους ρύπους και το υπουργείο διευκρίνισε ότι ένα Opel Zafira και ένα Smart For Two εξέπεμπαν υπερβολικές ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα, «αν και στο Smart θα γίνουν και περαιτέρω έλεγχοι».
Διαφάνεια στα τεστ
Στόχος της κυβέρνησης του Βερολίνου είναι να γίνουν πιο καθαρά τα περίπου 12 εκατομμύρια οχήματα με ντιζελοκινητήρες που κυκλοφορούν στη χώρα. «Θέλουμε οι εκπομπές καυσαερίων να μειωθούν σε ολόκληρη τη Γερμανία» σημείωσε σε ανακοίνωσή του ο υπουργός Μεταφορών Αλεξάντερ Ντομπρίντ. Ο Ντομπρίντ, μέλος του αδελφού των Χριστιανοδημοκρατών της καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών της Βαυαρίας, έχει μπει στο στόχαστρο έντονης κριτικής από πολιτικά κόμματα, κοινωνικούς φορείς και περιβαλλοντικές οργανώσεις ότι διατηρεί στενές σχέσεις με τον πανίσχυρο οικονομικά και πολιτικά κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας (η Βαυαρία είναι η «πατρίδα» της BMW ως γνωστόν) και ότι ως καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός δεν έχει πράξει τίποτα για τη συμμόρφωση του κλάδου με τους ισχύοντες νόμους που προστατεύουν το περιβάλλον και την υγεία των γερμανών πολιτών.
Στο νέο ινστιτούτο ελέγχου των καυσαερίων θα διενεργούνται «τεστ με μεγαλύτερη διαφάνεια και αξιοπιστία» σημειώνεται χαρακτηριστικά. Για αυτό στη διαδικασία θα μετέχουν εκπρόσωποι από ενώσεις καταναλωτών, εκπρόσωποι των τοπικών κυβερνήσεων, ειδικοί από περιβαλλοντικές οργανώσεις και εξειδικευμένοι επιστήμονες από τις αυτοκινητοβιομηχανίες και από τα υπουργεία Μεταφορών και Περιβάλλοντος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Το ινστιτούτο θα εξετάζει εξονυχιστικά περίπου 70 μοντέλα ετησίως σε συνθήκες πραγματικής οδήγησης και όχι εργαστηρίου, και θα χορηγεί τις άδειες κυκλοφορίας των μοντέλων εφόσον πληρούν τις προδιαγραφές της αντιρρυπαντικής νομοθεσίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στους ελέγχους καυσαερίων θα λαμβάνεται υπόψη η χρήση κλιματισμού ή και ραδιοφώνου, που επηρεάζουν τις εκπομπές ρύπων, ενώ οι μετρήσεις θα γίνονται με διαφορετικά στυλ οδήγησης.

Μείωση πωλήσεων

«Οι πωλήσεις αυτοκινήτων με ντιζελοκινητήρες άρχισαν να μειώνονται στη Γερμανία μετά το σκάνδαλο της Volkswagen τον Σεπτέμβριο του 2015, αλλά η πτώση επιταχύνθηκε έπειτα από την απόφαση γερμανικών πόλεων, όπως η Στουτγάρδη και το Μόναχο, να απαγορεύσουν την κυκλοφορία κάποιων πετρελαιοκίνητων μοντέλων που θεωρούνται ότι συμβάλλουν με τους ρύπους τους στην αύξηση των αναπνευστικών νοσημάτων που παρατηρείται»
αναφέρει το Reuters. Η υπουργός Περιβάλλοντος Μπάρμπαρα Χέντρικς, που ανήκει στο συνεργαζόμενο με τους Χριστιανοδημοκράτες στην κυβέρνηση Μέρκελ, Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα, θεωρεί ότι η όλη συζήτηση για το ντίζελ συνιστά μια ευκαιρία για τους κατασκευαστές να ξανακερδίσουν τη χαμένη εμπιστοσύνη τους έναντι της κοινωνίας και να δείξουν ότι συμβάλλουν στην ποιότητα του αέρα που αναπνέουν οι πολίτες.
Η Volkswagen γυρίζει σελίδα και αλλάζει εταιρική κουλτούρα

Οεξοστρακισμός του σήματος της Volkswagen (και όλων των σημάτων των θυγατρικών της) από την εφετινή κατάταξη BrandZ επιβεβαιώνει την επικοινωνιακή καταστροφή που υπέστη η μεγαλύτερη σε τζίρο και κεφαλαιοποίηση αυτοκινητοβιομηχανία της Ευρώπης. Σχεδόν δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου παραποίησης των εκπομπών ρύπων από μοντέλα της –μια παράνομη πρακτική που όπως αποδείχθηκε στην πορεία και άλλοι κατασκευαστές μετέρχονταν, αλλά η VW ως πρώτη αποκαλυφθείσα δέχθηκε όλο το βάρος του αναθέματος -, η γερμανική φίρμα αναλαμβάνει μια μεγάλη εκστρατεία αναστήλωσης του κύρους και αποκατάστασης της αξιοπιστίας της.


«Είναι πια καιρός να ξαναστήσουμε την εταιρεία έτσι ώστε να μην μπορεί ποτέ να επαναληφθεί παρόμοια απάτη»
τόνισε ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του ομίλου Χανς Ντίτερ Πετς. Ο Πετς που είναι και πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου μετά την παραίτηση του Φέρντιναντ Πίεχ το 2015 παρατήρησε ότι η εταιρεία πρέπει να γίνει «πιο διεθνής και πιο διαφοροποιημένη».
Και όταν λέει «διεθνής και διαφοροποιημένη» δεν εννοεί ασφαλώς το άνοιγμα σε νέες αγορές ή τη δημιουργία μονάδων παραγωγής στο εξωτερικό, διότι ο όμιλος είναι πανταχού παρών στον πλανήτη και το 2016 ήταν πρώτος σε πωλήσεις αφήνοντας στη δεύτερη θέση την Toyota.
Ο Πετς μιλά για την ανάγκη να αλλάξει η εταιρική κουλτούρα του ομίλου. Να αποκτήσει περισσότερες γυναίκες στα υψηλότερα κλιμάκια της διοίκησης (σήμερα έχει μόνο μία, την επικεφαλής της ομάδας ελέγχου του ομίλου Χίλτρουντ Βέρνερ). Να μειωθεί η μέση ηλικία των διοικητικών στελεχών που είναι σήμερα τα 59 έτη –ο Πετς έχει κλείσει αισίως τα 66.
Διαφοροποίηση
Να διαφοροποιηθεί κάπως και η καταγωγή των διοικητικών στελεχών, διότι σήμερα μόνο ένας δεν είναι γεννημένος στην Κάτω Σαξονία (η εταιρεία που κατασκευάζει τα «αυτοκίνητα του λαού» ιδρύθηκε πριν από 80 ακριβώς χρόνια στο Βόλφσμπουργκ, ως γνωστόν). Να τερματισθεί, τέλος, το έθιμο όποιος καλύπτει κάποιο ανώτατο αξίωμα να είναι απαραιτήτως βετεράνος της VW, γέννημα-θρέμμα του ομίλου!
Στόχος του Πετς και της ηγεσίας της VW είναι να αναπτυχθεί μια εταιρική κουλτούρα προκειμένου να ενθαρρύνονται οι υπάλληλοι να καταγγέλουν οτιδήποτε αντικανονικό ή ανήθικο πέφτει στην αντίληψή τους –κάτι που είναι όντως στην ιδιοσυγκρασία των Γερμανών. Διότι όλα τα χρόνια αυτά στον όμιλο VW έχει δημιουργηθεί μια κουλτούρα… οικογενειακή που υπαγορεύει την τυφλή πίστη στην επιχείρηση, την αλληλεγγύη των υπαλλήλων, ακόμα και τη συγκάλυψη των κακώς κειμένων.
Η διοίκηση θεωρεί ότι η νοοτροπία αυτή οδήγησε στο dieselgate που πέρα από την κρίση εμπιστοσύνης στην οποία βύθισε τον όμιλο έχει στοιχίσει μέχρι στιγμής και 22,6 δισ. ευρώ για την καταβολή προστίμων και αποζημιώσεων. Ο ίδιος ο Πετς παραδέχεται ότι η διαδικασία θα είναι χρονοβόρα. Ομως πιστεύει ότι η VW θα έχει τον χρόνο με το μέρος της.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ