Καθώς συμπληρώνονται δύο χρόνια από την επιβολή των capital controls, μια απόφαση που βαραίνει την οικονομία και κουβαλά ως σύνδρομο αποτυχίας η κυβέρνηση, ο Αλέξης Τσίπρας και στενοί συνεργάτες του στο οικονομικό επιτελείο χτίζουν το νέο αφήγημα της «τελικής ευθείας για έξοδο από την κρίση» ως στοιχείο πολιτικής επιβίωσης τους επόμενους κρίσιμους 14 μήνες.
Το νέο αυτό αφήγημα δεν μπορεί παρά να στηριχθεί στην επάνοδο της χώρας –έστω και δοκιμαστικά –στις αγορές και σε μια απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενδεχομένως έως το τέλος του χρόνου, για την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Ομως αυτός ο δρόμος τον οποίο βιάζεται να χαράξει ο Πρωθυπουργός δεν είναι χωρίς αγκάθια, καθώς για μία ακόμη φορά το ΔΝΤ έφερε από το παράθυρο την απαίτησή του για «κούρεμα» ελληνικού χρέους υποστηρίζοντας ότι ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2% του ΑΕΠ για 40 χρόνια από το 2022 και μετά δεν είναι ρεαλιστικός.
Τρεις δρόμοι
Ετσι, έχουμε για μία ακόμη φορά τους θεσμούς να τραβούν ο καθένας τον δικό του δρόμο, με την Κομισιόν να είναι ελαστική και ικανοποιημένη για την εξέλιξη του ελληνικού ζητήματος, την ΕΚΤ να δηλώνει τώρα ότι θα κάνει τη δική της μελέτη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και θα αποφασίσει ανεξάρτητα τι και πότε θα το πράξει και το ΔΝΤ να είναι «stand by» χωρίς να βάζει άλλα χρήματα για την Ελλάδα.
Το μόνο ενθαρρυντικό στην όλη διαδικασία και στα όσα εξελίχθηκαν μετά το Eurogroup είναι ότι οι αγορές αντέδρασαν θετικά. Συγκεκριμένα, η απόδοση των διετών ελληνικών ομολόγων –που αποτελεί ένδειξη για το κόστος με το οποίο μπορεί να δανειστεί η Ελλάδα από τις αγορές για δύο χρόνια –μειώθηκε στο 4,15%, που είναι το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων επτά ετών, σύμφωνα με στοιχεία του Reuters.
Και η απόδοση των δεκαετών ομολόγων μειώθηκε στο 5,56%, που είναι το χαμηλότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2014.
Πολιτικές «φωτιές»
Κατόπιν τούτου, δεν θα αποτελέσει έκπληξη αν τις επόμενες εβδομάδες και με τη δημοσιοποίηση των εκθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ για τη δεύτερη αξιολόγηση οι οίκοι αξιολόγησης προχωρήσουν στην αναβάθμιση των ελληνικών ομολόγων, καθώς θα πρέπει να προσαρμοστούν στα δεδομένα που δημιούργησε η αγορά.
Ομως αυτό θα αποτελέσει μόνο μια αρχή, θα δώσει μια ακόμη ανάσα. Η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους δεν έχει ακόμη εξασφαλιστεί, και αυτό θα συζητηθεί εκ νέου σε έναν χρόνο, το καλοκαίρι του 2018.
Ωστόσο οι συζητήσεις έχουν φουντώσει, οι μελέτες δίνουν και παίρνουν και οι επίσημες εκθέσεις που έρχονται στο φως της δημοσιότητας ανάβουν φωτιές πρώτα απ’ όλα στην πολιτική σκηνή της χώρας αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αρκεί να σταθεί κανείς στη συζήτηση στη γερμανική Βουλή για το ελληνικό ζήτημα όπου ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δέχθηκε κριτική ακόμη και από τους Χριστιανοδημοκράτες.
Στην παρέμβασή του ο εκπρόσωπος των Χριστιανοδημοκρατών Κάρστεν Κέρμπερ υποστήριξε ότι όπως και η Πορτογαλία «επιτέλους» και η Ελλάδα ακολουθεί την «επιτυχημένη πορεία των μεταρρυθμίσεων».
Αναφερόμενος στο ύψος βοήθειας του τρίτου πακέτου ο κ. Κέρμπερ εξέφρασε την πεποίθηση πως η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί τελικά ολόκληρο το ποσό των 86 δισ. ευρώ, γεγονός που θα μειώσει το συνολικό χρέος και θα συμβάλει στη βιωσιμότητά του.
«Και τώρα είναι η σειρά μας να κάνουμε αυτό που μας αναλογεί και να δείξουμε ότι είμαστε ο αξιόπιστος εταίρος» τόνισε ο κ. Κέρμπερ.
Ο εκπρόσωπός των Σοσιαλδημοκρατών Κρίστιαν Πέτρι χαρακτήρισε «εικονική» τη συζήτηση για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και είπε ότι το ζητούμενο είναι πώς θα επιτευχθεί η αυτοχρηματοδότηση της Ελλάδας, δηλαδή το πώς θα επιστρέψει η χώρα στις χρηματαγορές.
Οι εκθέσεις
Σταθερός υποστηρικτής της Ελλάδας παραμένει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Κομισιόν στην έκθεσή της για την αξιολόγηση, που αναμένεται να δημοσιοποιηθεί, τονίζει ότι «ο κατάλληλος συνδυασμός μέτρων διαχείρισης του χρέους (συμπεριλαμβανομένης της πλήρους εφαρμογής των βραχυπρόθεσμων μέτρων που εφαρμόζονται ήδη) περιλαμβάνει την επέκταση ωριμάνσεων των δανείων, περιόδους χάριτος για κεφάλαιο και τόκους, καθώς και την επιστροφή των κερδών του Ευρωσυστήματος, που αποκομίστηκαν από τα ελληνικά ομόλογα (ANFAs και SMPs). Το μείγμα αυτό θα επέτρεπε την επιστροφή του ελληνικού χρέους σε βιώσιμο επίπεδο σε όρους ακαθάριστων αναγκών χρηματοδότησης».
Και συμπληρώνει ότι σε εφαρμογή των αποφάσεων του τελευταίου Eurogroup «οι δόσεις προς την Ελλάδα πρέπει να βοηθήσουν ώστε να χτιστεί ένα μεγάλο μαξιλάρι μετρητών ως το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018. Ενα ποσό περίπου 9 δισ. ευρώ θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες για περίπου 10 μήνες μετά τη λήξη του προγράμματος».
Επίσης, σημειώνει ότι η Ελλάδα πρέπει να καλύψει 18,9 δισ. ευρώ σε πληρωμές ως το τέλος του προγράμματος αλλά και να εξοφληθούν περίπου 6,46 δισ. ευρώ οφειλών προς τον ιδιωτικό τομέα, ώστε με τη λήξη του προγράμματος να μην υπάρχουν καθόλου οφειλές του κράτους προς τον ιδιωτικό τομέα.
Το μαξιλάρι
Από τα 86 δισ. ευρώ του τρίτου Μνημονίου έχουν ξοδευτεί (μαζί με τη δόση των 8,5 δισ. ευρώ) τα 44,5 δισ. ευρώ. Οι δανειακές ανάγκες για τη διετία 2018, 2019 είναι 18 δισ. ευρώ ενώ μετά και την επιτυχή εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων από τον ΟΔΔΗΧ και τον ESM καμία χρονιά την επόμενη τριακονταετία (2018 ως και το 2047) τα χρεολύσια δεν υπερβαίνουν το ποσό των 9 δισ. ευρώ.
Στη δική της έκθεση βιωσιμότητας του χρέους η Κομισιόν υιοθετεί τις εξής υποθέσεις:
l Η μακροπρόθεσμη αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα κυμανθεί στο 1,5% μετά το 2021, όταν θα έχει κλείσει το κενό παραγωγής και θα μειωθεί στο 1,25% μετά το 2030 λόγω των επιπτώσεων της γήρανσης του πληθυσμού.
l Ο πληθωρισμός αναμένεται να συγκλίνει σταδιακά από 1,2% το 2017 σε περίπου 2% το 2024 και να διατηρήσει το επίπεδο αυτό στη συνέχεια.
l Ως αποτέλεσμα, η ονομαστική ανάπτυξη αναμένεται να σταθεροποιηθεί σε περίπου 3,25% σε μακροπρόθεσμη βάση.
l Τα συνολικά έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις τραπεζικών και μη τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων υπολογίζονται σε περίπου 17 δισ. ευρώ μεταξύ 2017 και 2060, εκ των οποίων 13 δισ. ευρώ από την ιδιωτικοποίηση μη τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων.
Αυτές οι προβλέψεις για τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις βασίζονται σε ήδη συμφωνημένες πωλήσεις και παραχωρήσεις.
l Δεν προβλέπεται περαιτέρω ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών και θεωρείται ότι περισσότερα από τα τρία τέταρτα των κεφαλαίων που χρησιμοποιούνται για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών το 2015 μπορούν να ανακτηθούν από την ιδιωτικοποίηση τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων (4,5 δισ. ευρώ).
l Η Ελλάδα αναμένεται να φθάσει σε πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% το 2017 και 3,5% το 2018. Στη συνέχεια, να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% μέχρι και το 2022. Κατόπιν το πλεόνασμα υποχωρεί κατά μισή εκατοστιαία μονάδα και εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 2,2% από το 2025.
l Το μέσο επιτόκιο αναχρηματοδότησης του χρέους εκτιμάται πως θα διαμορφωθεί στο 4,9% μετά το τέλος του προγράμματος (Αύγουστος 2018).
Ενστάσεις του ΔΝΤ
Το ΔΝΤ όμως δεν συμφωνεί. Ο εκπρόσωπος Τζέρι Ράις υπογράμμισε την Πέμπτη ότι το ΔΝΤ θεωρεί πως ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος για την περίοδο 2023-2060 πρέπει να μειωθεί στο 1,5% του ΑΕΠ, έναντι τουλάχιστον 2% που συμφωνήθηκε στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου.
Ο κ. Ράις επανέλαβε ότι το Ταμείο δεν πρόκειται να συμμετάσχει χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα μέχρι να υπάρξει σαφής και αξιόπιστη δέσμευση των Ευρωπαίων για το μέγεθος της ελάφρυνσης του χρέους και ότι η έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους που θα εκπονήσει το Ταμείο θα συνταχθεί με βάση τους στόχους και τις παραμέτρους που εκείνο θεωρεί ρεαλιστικούς.
6,46 δισ. ευρώ χρωστά το Δημόσιο σε ιδιώτες Στη δημοσιότητα έδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα τελικά κείμενα των επικαιροποιημένων μνημονίων που περιλαμβάνουν τις δεσμεύσεις της Ελλάδας για τους επόμενους 14 μήνες, τους όρους με τους οποίους θα γίνει η τελική αξιολόγηση του 2018. Οπως αναφέρεται, το κράτος χρωστάει σε ιδιώτες 6,46 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 1,4 δισ. ευρώ είναι εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης, 850 εκατ. ευρώ μη βεβαιωμένες επιστροφές φόρων, 1,05 δισ. ευρώ εκκρεμείς επιστροφές φόρων και 3,2 δισ. ευρώ άλλες βεβαιωμένες οφειλές.
Τα κείμενα καταγράφουν αναλυτικά τις δεσμεύσεις της Ελλάδας για τη λήψη μέτρων 6,5 δισ. ευρώ την περίοδο 2018-2022, τις δεσμεύσεις για πρωτογενή πλεονάσματα αλλά και τη δεύτερη ομάδα ΔΕΚΟ που θα μεταφερθούν στην Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας προς αξιοποίηση ή πώληση.
Οι αλλαγές που δεν έγιναν και τα μέτρα του 2018 Πλήρη συναίσθηση των δυσκολιών εξόδου από το Μνημόνιο έχει ασφαλώς η κυβέρνηση, παρότι για λόγους πολιτικής εικόνας προβάλλει τα όσα έχουν γίνει (και όχι όσα δεν έγιναν) ως «το ελληνικό success story».
Την έκθεση της δεύτερης αξιολόγησης, που αποτελεί την επικαιροποίηση του Μνημονίου, συνοδεύει κατάλογος με 113 προαπαιτούμενα, εκ των οποίων τα 95 θα πρέπει να υλοποιηθούν μέσα στο 2017 στο πλαίσιο της τρίτης και της τέταρτης αξιολόγησης τον Οκτώβριο και τον Ιανουάριο του 2018, αλλά και τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν μέχρι το τέλος του Μνημονίου.
Προφανώς για αυτόν τον λόγο ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στο Υπουργικό Συμβούλιο, ένα συμβούλιο προετοιμασίας της μεγάλης πολιτικής μάχης που θα γίνει στη Βουλή για την οικονομία την άλλη εβδομάδα, είπε χαρακτηριστικά:
«Μετά τη συμφωνία στο Eurogroup η χώρα βρίσκεται σε ένα νέο περιβάλλον. Η συμφωνία δίνει για πρώτη φορά μετά από επτά χρόνια έναν καθαρό ορίζοντα εξόδου από τα μνημόνια, από την ύφεση και από την κρίση της οικονομίας, αλλά αυτό δεν αποτελεί το τέλος της κρίσης, αλλά ανοίγει έναν καθαρό διάδρομο εξόδου από την κρίση, τον οποίο θα έχουμε τη δυνατότητα να διαβούμε τους επόμενους μήνες. Αρα το μόνο που δεν χρειάζεται είναι ο εφησυχασμός. Αντιθέτως, τώρα είναι που πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες για να εκπληρώσουμε τον στόχο να φτάσουμε στην έξοδο».
Μεταξύ των μέτρων που πρέπει να υλοποιηθούν εντός του 2017 είναι η ευθυγράμμιση των αντικειμενικών αξιών με τις τιμές αγοράς έως τον Δεκέμβριο, οι νέες αλλαγές στο καθεστώς του ΦΠΑ, η αλλαγή στον συνδικαλιστικό νόμο ώστε οι απεργίες να προκηρύσσονται με το 50% των μελών των σωματείων και η πλήρης ανατροπή του χάρτη των κοινωνικών επιδομάτων.
Επίσης, αυξάνονται οι ώρες διδασκαλίας για τους δασκάλους και τους καθηγητές, αλλάζουν οι όροι χορήγησης των αναπηρικών και των οικογενειακών επιδομάτων, ενώ καθορίζονται όροι και προϋποθέσεις για την κινητικότητα στο Δημόσιο, καθώς και την επιλογή προϊσταμένων.
Για το 2018 το βάρος δίνεται στις ιδιωτικοποιήσεις ώστε να ξεκολλήσει το πρότζεκτ του Ελληνικού, να λειτουργήσουν τα νέα διόδια στην Εγνατία και να μεταφερθούν στο Υπερταμείο των αποκρατικοποιήσεων ακίνητα που ανήκουν στο κράτος, καθώς και το χαρτοφυλάκιο των κρατικών επιχειρήσεων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ