Την Κυριακή 11 Ιουνίου 2017 δημοσιεύθηκε στο «Βήμα» κριτική μου για το Ανθολόγιο Οδύσσειας (αποσπάσματα μεταφρασμένα, ραψωδίες Α-Ω, Αθήνα, 2016) του κ. Μανόλη Χατζηγιακουμή. Ενδεχομένως ο τόνος της κριτικής μου να ήταν κάπως υψηλότερος από όσο θα έπρεπε. Ωστόσο νομίζω πως είναι τίμιο να λέει κάποιος αυτά που πιστεύει καθαρά και με παρρησία. Εν πάση περιπτώσει ζητώ συγγνώμη αν ο τόνος μου ενόχλησε. Επί της ουσίας η κριτική μου παραμένει ως έχει. Στο δημοσίευμα εκείνο είχα δηλώσει πως θα επανερχόμουν, αν χρειαζόταν. Θα επανερχόμουν σε περίπτωση που απαντούσε στην κριτική μου ο μεταφραστής ή κάποιος από τους φιλολόγους που παρουσίασαν επαινετικά τη μετάφρασή του σε αθηναϊκό περιοδικό. Δυστυχώς αναγκάζομαι να επανέλθω, αλλά για λόγους που δεν έχουν καμία σχέση με την κριτική, τη φιλολογία, τη μετάφραση.
Επανέρχομαι λοιπόν (και πλέον ου!) για να επισημάνω ένα πρωτοφανές (πιστεύω) γεγονός στα γράμματά μας. Το γεγονός ότι εκείνος που ανέλαβε να υπερασπιστεί τη μετάφραση του κ. Χατζηγιακουμή είναι ο εκδότης του περιοδικού. Για την ώρα, στην ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού του. Αλλά ο άνθρωπος, εξ όσων γνωρίζω, ούτε φιλόλογος είναι, ούτε μεταφραστής κλασικών κειμένων, ούτε θεωρητικός της μεταφραστικής πρακτικής. Παρά ταύτα απάντησε (τρόπος του λέγειν) στην κριτική μου και όχι οι αρμόδιοι. Θα ερωτήσει κάποιος αν αυτό απαγορεύεται. Οχι βέβαια! Προς Θεού! Μόνο που η «απάντησή» του δεν αντικρούει τις θέσεις μου. Δεν έχει λογικά επιχειρήματα. Ο άνθρωπος ούτε καν εννόησε τα γραφόμενά μου. Το μόνο που περιέχει η «απάντησή» του είναι ύβρεις. Μέτρησα καμιά δεκαριά χαρακτηρισμούς εναντίον του προσώπου μου (κουφός, κούφος, φθονερός, εμπαθής, κακόβουλος, επιπόλαιος, σοφόμωρος, δοκησίσοφος κ.ά.). Στο κείμενό μου, στο «Βήμα», δεν υπάρχουν χαρακτηρισμοί για το πρόσωπο του μεταφραστή. Γιατί άλλωστε; Αντίθετα, αναφέρομαι επαινετικά στο υπόλοιπο έργο του. Για το οποίο και έχει βραβευτεί. Αυτό που ελέγχεται, με σαφή, συγκεκριμένα παραδείγματα, είναι το μεταφραστικό ήθος του, ο μεταφραστικός τρόπος του.
Ενας άλλος λόγος για τον οποίο επανέρχομαι (και είπαμε: πλέον ου!) είναι προσωπικός. Εχει να κάνει με την, πιθανώς, αδυνατισμένη μνήμη μου. Ο κ. εκδότης ξεκινά την «απάντησή» του κοινοποιώντας το περιεχόμενο μιας παλαιάς τηλεφωνικής μας συνομιλίας. Σε εκείνο (λέει) το τηλεφώνημα εγώ έδειξα πως φθόνησα, πως ζούλεψα πολύ (όπως θα έλεγε ο Εγγονόπουλος) το γεγονός ότι έκανε στο περιοδικό του «εξώφυλλο έναν φρο-ντι-στή!». Και τον επιτίμησα. Ιδού λοιπόν το πρόβλημα. Δεν φτάνει ότι στην ηλικία μου άρχισα να φθονώ επιτυχημένους μεταφραστές – έχω χάσει και τη μνήμη μου! Θα ήμουν λοιπόν ευτυχής αν διαθέταμε μαγνητοφωνημένο το περιεχόμενο εκείνου του τηλεφωνήματος. Ομως, δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Γιατί, στην περίπτωση που επιβεβαιωνόταν ότι όντως είναι αληθή όσα ισχυρίζεται πως άκουσε ο κ. εκδότης από εμένα, τουλάχιστον θα φρόντιζα να δω τι θα κάνω με τη μνήμη μου.
Οπως και να ‘χει, την κριτική μου στο «Βήμα» την αφήνω ως έχει.
Γιώργης Γιατροµανωλάκης
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ