Η επίσκεψη του Μπιναλί Γιλντιρίμ στην Αθήνα είχε σαφή σκοπό. Έπειτα από μία περίοδο κατά την οποία, όπως είπε και ο Αλέξης Τσίπρας, δεν ήταν δυνατό να προωθηθεί μία θετική ατζέντα στις διμερείς σχέσεις – εξαιτίας των τουρκικών προκλήσεων και της, ορισμένες φορές, εμπρηστικής ρητορικής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και άλλων τούρκων αξιωματούχων στην πορεία προς το δημοψήφισμα – οι δύο χώρες εμφανίζονται διατεθειμένες να εστιάσουν σε θέματα στα οποία μπορούν να υπάρξουν αμοιβαία οφέλη.
Είναι ξεκάθαρο ότι η ρητορική περί Λωζάννης έχει υποχωρήσει, ενώ και η Αθήνα αποφεύγει επιμελώς να σχολιάσει ο,τιδήποτε θα αφορούσε την εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Τουρκία (όπου υπενθυμίζεται εξακολουθεί να ισχύει η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης σχεδόν ένα χρόνο μετά την απόπειρα πραξικοπήματος). Το ζήτημα των 8 αξιωματικών είναι φυσικά παρόν, αλλά όσο οι προσφυγές τους για την απόρριψη του αιτήματος ασύλου εκκρεμούν, δεν πρέπει να αναμένονται εξελίξεις. Η ενέργεια, ο τουρισμός και οι μεταφορές αποτελούν μερικούς τομείς όπου οι δύο χώρες θα μπορούσαν να εστιάσουν ώστε να αποκομίσουν κάποια πιο απτά οφέλη και διαφαίνεται μία πρόθεση να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Η επίσκεψη Γιλντιρίμ (που πέραν του κ. Τσίπρα συνάντησε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο αλλά και τον Πρόεδρο της ΝΔ Κυριάκο Μητσοτάκη) είχε, σύμφωνα με πληροφορίες, αποφασιστεί ήδη κατά τη διάρκεια της συνάντησης Τσίπρα – Ερντογάν στο Πεκίνο. Ο σχεδιασμός των δύο χωρών προβλέπει τη σύγκληση του επόμενου Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας τον προσεχή Οκτώβριο στη Θεσσαλονίκη. Όπως δε είπε ο κ. Γιλντιρίμ στους έλληνες συνομιλητές του, προγραμματίζεται να επισκεφθεί την Ελλάδα και ο Πρόεδρος Ερντογάν, αν και είναι πρόωρο να προσδιοριστεί ο ακριβής χρόνος.
Όλα τα παραπάνω δεν σημαίνουν φυσικά ότι η Αθήνα και η Άγκυρα θα αγνοήσουν τα εθνικά συμφέροντα στα ζητήματα ασφαλείας και υψηλής πολιτικής. Λογικά, τούτα θα μείνουν ανέγγιχτα μέχρι νεοτέρας. Που οδηγεί αυτό; Αναφερόμενοι και οι δύο Πρωθυπουργοί στην ειλικρινή συζήτηση που είχαν (κλασικός όρος στη διπλωματική γλώσσα), η κάθε πλευρά θα διατηρήσει τις θέσεις της.
Αν και ορισμένοι επεχείρησαν να φουσκώσουν το θέμα των παραβάσεων και παραβιάσεων του FIR Αθηνών και του ελληνικού εθνικού εναερίου χώρου, αυτό δεν αποτελεί είδηση. Το κρίσιμο ζήτημα είναι να μην ξεφύγει η κατάσταση και να μην υπάρξει ατύχημα. Οι δίαυλοι της στρατιωτικής διπλωματίας, κυρίως μεταξύ του έλληνα και του τούρκου Α/ΓΕΕΘΑ, αποκτούν κρίσιμη σημασία σε αυτό το πλαίσιο.
Το θέμα του Κυπριακού κατέλαβε σημαντικό κομμάτι των συνομιλιών. Ωστόςο, δεν προοιωνίζονται δραματικές εξελίξεις στο Κυπριακό και στη Διάσκεψη της Ελβετίας που θα διεξαχθεί στις 28 Ιουνίου. Οι διαφορές στο ζήτημα της ασφάλειας και των εγγυήσεων φαίνεται ότι παραμένουν ουσιαστικές και δύσκολα θα γεφυρωθούν, αν και υπάρχει ακόμη χρόνος για ζυμώσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, η συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά με τον ειδικό απεσταλμένο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, τον Έσπεν Μπαρθ Άιντε, την Τρίτη 20 Ιουνίου στην Αθήνα θα δείξει προς τα που κινούνται τα πράγματα.
Η Αθήνα και η Άγκυρα διαφωνούν όμως ότι η «Γενεύη 2» είναι το τέλος του δρόμου. Οι κκ. Τσίπρας και Γιλντιρίμ το κατέστησαν σαφές αυτό. Διπλωματικές πηγές σημείωναν ότι οι δύο πρωτεύουσες αντιλαμβάνονται ότι το Κυπριακό και οι ευρωτουρκικές σχέσεις συνιστούν ένα πακέτο. Κρίσιμη παράμετρος είναι, σε αυτό το πλαίσιο, η στάση της Γερμανίας. Ο κ. Ερντογάν αναμένεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να επισκεφθεί το Βερολίνο στις 7 και 8 Ιουλίου όπου θα συναντηθεί με την Άνγκελα Μέρκελ. Η συνάντηση αυτή θα περιλαμβάνει και το Κυπριακό στην ατζέντα της σημείωναν οι ίδιες πηγές.
Η αποστροφή του κ. Γιλντιρίμ, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, ότι «η ΕΕ θα πρέπει να παρέχει τις αναγκαίες εγγυήσεις, ούτως ώστε να καταστεί βιώσιμη η λύση που θα βρεθεί στο Κυπριακό» δημιούργησε ερωτηματικά. Ήταν άλλωστε επαρκώς «κρυπτική». Όπως προκύπτει από όσα έλεγαν αργότερα διπλωματικοί κύκλοι, δεν αφορά στο ζήτημα της ασφάλειας και των εγγυήσεων/επεμβατικών δικαιωμάτων της Τουρκίας, αλλά σε ένα ευρύτερο πακέτο που μπορεί να προσφέρει η ΕΕ για το Κυπριακό. Θα μπορούσε να περιλαμβάνει το ζήτημα των τεσσάρων ελευθεριών που ήγειρε η Άγκυρα κατά τη «Γενεύη 1»; Δεν υπάρχει, προς το παρόν, σαφής απάντηση σε αυτό.
Το ιδιωτικό σκέλος της επίσκεψης Γιλντιρίμ εκτυλίχθηκε στη Θράκη. Το πρόγραμμα άλλαξε αρκετές φορές, με τον τούρκο Πρωθυπουργό (τον οποίο συνόδευσε ο υφυπουργός Εξωτερικών Γιάννης Αμανατίδης) να επισκέπτεται το τζαμί Κιρ Μαχαλά, αλλά και το τουρκικό Προξενείο, όχι όμως και τις εγκαταστάσεις της εταιρείας του Λεβέντ Σαδίκ, υιού του Αχμέτ Σαδίκ. Δεν έλειψαν οι φωνές περί προκλητικής περιοδείας και αναμφίβολα θα μάθουμε αρκετά τις προσεχείς ημέρες.
Ωστόσο, από όσα είδαν το φως της δημοσιότητας, ο κ. Γιλντιρίμ εμφανίστηκε μάλλον ήπιος στα όσα είπε πριν από το δείπνο ιφτάρ στο χωριό Λύκειο: «Πέρα από τα χαιρετίσματα του, ο κ. Ερντογάν μου είπε να σας πω ότι εκτός ότι είστε ομογενείς και ομόθρησκοι, είστε και πολίτες της Ελλάδος. Για τον λόγο αυτό, πρέπει να προσπαθείτε και να εργάζεστε για να αναπτυχθεί η χώρα αυτή και τα προβλήματά της θα τα βλέπετε και ως δικά σας προβλήματα. Και από την άλλη, να διατηρείτε τις αξίες σας και τα πιστεύω σας. Και θα προσπαθείτε να γαλουχείτε τα παιδιά σας με αυτές τις αξίες. Αυτό ισχύει και για τους Ρωμιούς πολίτες μας που ζουν στην Τουρκία. Εσείς κατά μία άποψη αποτελείτε γέφυρα για να αναπτύξουμε τις σχέσεις μας. Για τον λόγο αυτό, εμείς το μειονοτικό δεν το θεωρούμε πρόβλημα. Να ξέρετε ότι η Τουρκία είναι πάντα στο πλευρό σας. Θα αναπτύξουμε περαιτέρω τις σχέσεις μας με την Ελλάδα με διάλογο. Έχουμε προβλήματα και θα τα επιλύσουμε. Έχουμε προβλήματα στο Αιγαίο, θα τα λύσουμε. Εσείς έχετε προβλήματα που αφορούν την παιδεία, με τους μουφτήδες. Αντιστοίχως υπάρχουν προσμονές της Ελλάδος για το θέμα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Όλα αυτά θα τα συζητήσουμε, δεν θα τα αποφύγουμε, οι άνθρωποι συνεννοούνται μιλώντας».