Στη «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη, ο Γιάννης Μπέζος και ο Πέτρος Φιλιππίδης είναι και πάλι μαζί, συνεχίζοντας μια συνεργασία που συνδυάζεται με πολλά χρόνια φιλίας. «Ηταν μια ιδέα του Πέτρου» λέει ο Γιάννης που σκηνοθετεί την παράσταση και ερμηνεύει τον Πρόβουλο. «Σκέφτηκα να κάνουμε τη «Λυσιστράτη» που δεν την είχα παίξει. Είναι μια κωμωδία και ένα βαθιά πολιτικό έργο» εξηγεί ο Φιλιππίδης και η κουβέντα ξεκινά.
Πώς αποφασίσατε τον σκηνοθέτη;
Π.Φ.: «Δεν χρειάζεται να συνεννοηθούμε ή να συζητήσουμε γι’ αυτά τα πράγματα. Ο Γιάννης το ήθελε, είχε μια άποψη για το έργο».
ΓΜ: «Αυτός που υπογράφει τη σκηνοθεσία έχει κάνει μια προεργασία. Πέρα από το γιατί θέλουμε να ανέβει σήμερα η «Λυσιστράτη», δουλεύουμε με άξονα τον ηθοποιό. Αυτός είναι το μεγάλο όχημα και εκείνος που θα φέρει τον λόγο του συγγραφέα. Παίζουμε όλοι σε ένα κοινό γήπεδο. Από την άλλη, δεν χρειάζεται να πω εγώ του Φιλιππίδη πώς θα παίξει…».
Την παράσταση καθορίζει το εύρημα της σεξουαλικής αποχής;
Γ.Μ.: «Αυτό είναι λίγο το αστείο του έργου. Υπάρχουν μέσα πιο σοβαρά πράγματα, όπως η κατάληψη του δημόσιου ταμείου από τις γυναίκες, το αίτημα της Λυσιστράτης για πανελλήνια ένωση μεσούντος του πολέμου και ο μεγάλος μονόλογός της που αναφέρεται στους φτωχούς και στους ξένους».
Γιατί παίζεται από άνδρα η Λυσιστράτη;
Π.Φ.: «Θεωρώ, θεωρούμε, ότι είναι πιο ισχυρό ένας άνδρας, όχι τραβεστί, όχι τρανσέξουαλ, να κάνει τη γυναίκα και όχι να την παριστάνει. Προσωπικά με γοητεύει».
ΓΜ: «Δεν έχει θηλυκά χαρακτηριστικά η Λυσιστράτη. Ανήκει στη φαντασία του ποιητή. Είναι ένα πρόσωπο με ανδρική πολιτική συμπεριφορά, κάτι αδιανόητο για την εποχή».
Π.Φ.: «Αυτό που αποκαλύπτεται από το ίδιο το έργο είναι ότι η αποχή αποτελεί τον μοχλό πίεσης. Χτυπάει τον άνθρωπο στα ζωώδη του ένστικτα. Οι άνδρες τελικά συνθηκολογούν και ο Αριστοφάνης καταλήγει ότι οι γυναίκες είναι πιο εγκρατείς, πιο δυναμικές, πιο έξυπνες».
Π.Φ.: «Ο ρόλος δεν είναι αμιγώς κωμικός. Λειτουργεί ως σύμβολο με ανθρώπινη υπόσταση, αδυναμία, γέλιο, κλάμα, τραγωδία, αστείο, ειρωνεία, όλα».
Και οι δύο έχετε ξαναπαίξει τη γυναίκα. Υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος;
Π.Φ.: «Οχι. Αλλάζω ψυχολογία και προσπαθώ να μπω στην ψυχολογία του χαρακτήρα, με τη δική μου εικόνα. Πρέπει να πεις τα λόγια και να εννοείς τις έννοιες. Χωρίς να το θέλω αλλάζει και η φωνή μου».
Γ.Μ.: «Η μεγάλη δυσκολία είναι να καταλάβουμε ότι αυτά τα πρόσωπα δεν είναι ψυχολογικά αλλά λαϊκές φιγούυες, γι’ αυτό και δεν υπάρχουν εσωτερικές σχέσεις μεταξύ τους. Ο καθένας τους είναι ένας κόσμος. Δεν έχει νόημα να υποδυθείς τη γυναίκα. Υπάρχει μια σύμβαση. Αρκεί να γίνει με γούστο. Νομίζω ότι η Λυσιστράτη παίζεται καλύτερα από τους άνδρες. Δεν έχει άλλωστε σέξι χαρακτηριστικά σαν γυναίκα».
Μια ισχυρή γυναίκα, τελικά, δεν μπορεί να είναι και σέξι;
Π.Φ.: «Θεωρείται αδυναμία. Είναι το στοιχείο που απεκδύονται οι ισχυρές γυναίκες στη ζωή τους. Φαντάσου τη Μητέρα Τερέζα».
Γ.Μ.: «Πράγματι η γυναίκα εξακολουθεί να είναι πίσω. Αλλά δεν είναι το ίδιο τώρα».
Π.Φ.: «Αν το δούμε από τη μεριά του άνδρα, ο άνδρας σήμερα είναι πιο δειλός από τον ποιητή. Δεν τα λέει κι ας τα σκέφτεται. Αν βάλεις μια γυναίκα να κάνει μια δουλειά θα την κάνει καλύτερα από τον άνδρα. Οι γυναίκες έχουν το προνόμιο της γέννας και της δημιουργίας. Και αυτό είναι αξεπέραστο».
Γ.Μ.: «Και το προνόμιο του αισθήματος έχουν. Ο άνδρας το κρύβει ενώ η γυναίκα βγάζει αισθησιασμό, ευαισθησία, εύκολο κλάμα. Οι δικές μας κοινωνίες ακόμα απαγορεύουν στους άνδρες να κλαίνε. Πάνω σ’ αυτό έχω κατηγορηθεί επειδή διαφώνησα με την υιοθεσία στα ομοφυλόφιλα ζευγάρια. Φυσικά και συμφωνώ με το σύμφωνο συμβίωσης –έπρεπε να έχει γίνει εδώ και καιρό. Αλλά με την υιοθεσία διαφωνώ γιατί το παιδί από τους γονείς παίρνει άλλα πράγματα. Από τον πατέρα τη λογική και από τη μητέρα το αίσθημα. Είναι απαραίτητα και τα δύο. Και αν ο πατέρας είναι χαζός, θα μου πει κάποιος. Δεν έχει σημασία. Παίρνει κάτι, πάντα».
Ο Αριστοφάνης κρίνει τη δημοκρατία. Εσείς;
Γ.Μ.: «Μα δεν έχει νόημα να ανεβάσεις το έργο χωρίς να λάβεις υπ’ όψιν σου όλα αυτά. Η αλαζονεία και η απληστία των Αθηναίων ταυτίστηκε με την επιθυμία του λαού. Οι Αθηναίοι παρασύρονταν πολύ εύκολα».
Π.Φ.: «Η Λυσιστράτη, επίσης, θυμίζει και στους Αθηναίους και στους Λάκωνες τις συμμαχίες, το πολιτικό αλισβερίσι και τις μεταβολές του».
Γ.Μ.: «Μόνο ο Αριστοφάνης υποστήριζε αυτό το πανελλήνιο κάλεσμα. Ηταν εύστοχος, τολμηρός, πήγαινε πολύ βαθιά. Τώρα, υπάρχει ένας εμφύλιος μέσα μας που τον έχουμε συνηθίσει. Τι άλλο να πω: Η χώρα δεν μπορεί να οργανώσει ούτε τον τελικό του Κυπέλλου. Παραμένουμε κοινωνικά ανήλικοι, χωρίς απαιτήσεις από τον εαυτό μας. Ο Πέτρος στον μεγάλο μονόλογο της Λυσιστράτης λέει, με κύρος, πολύ σημαντικά πράγματα. Οπως το πότε θα καταλάβουμε ότι πατάμε όλοι τα ίδια χώματα. Συχνά αναρωτιέμαι γιατί δεν γιορτάζουμε τη μάχη του Μαραθώνα. Και όμως οι Περσικοί Πόλεμοι έσωσαν την Ευρώπη».
Π.Φ.: «Είναι πιο εύκολο να ζητάς τις ευθύνες από τους άλλους παρά από τον εαυτό σου. Ειλικρινά αναρωτιέμαι γιατί να διεκδικεί σήμερα κανείς την εξουσία. Ολοι μαζί μπορούμε να κάνουμε κάτι. Θέλει κουράγιο, δουλειά σε βάθος χρόνου».
Γ.Μ.: «Η δημοκρατία, παρά τα προβλήματά της, έχει τις ασφαλιστικές της δικλίδες. Πιστεύω στον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Να καλέσει τους αρχηγούς τον κομμάτων να συμφωνήσουν στην τήρηση των νόμων. Οσο υπάρχει η ανομία, ο νόμος α λα καρτ και η εκμετάλλευση του πολιτεύματος δεν θα βρούμε λύση. Εφαρμογή των νόμων και αξιοκρατία. Εχουμε συνηθίσει αλλιώς».
Πιστέψατε και εσείς σε αυτήν την Αριστερά;
Π.Φ.: «Οι διαχωριστικές γραμμές έχουν λίγο χαθεί. Και αυτό το επιβάλλει η εποχή και η οικονομία. Ναι, κάποια στιγμή πίστεψα σε έναν νεότερο άνθρωπο, στον Αλέξη Τσίπρα. Θα ήθελα να πιστεύω ότι θα μπορούσε να τα καταφέρει. Αυτό που φαίνεται τώρα είναι ότι είναι συστημικός. Είναι όμως έτσι;».
Γ.Μ.: «Δεν έπρεπε να πει τόσο πολλά. Εγώ δεν πίστεψα καθόλου. Προσωπικά πιστεύω ότι ο Τσίπρας πρέπει να βρει ένα κόμμα. Γιατί έχει ένα σκαρί ηγέτη, έχει πολλά προσόντα αλλά παγιδεύτηκε και αιχμαλωτίστηκε από τις πολλές υποσχέσεις».
Π.Φ.: «Υπήρξε ηγέτης που δεν έταξε για να βγει;».
Αλήθεια, αναρωτιέστε μήπως έχετε κουράσει σαν δίδυμο;
Π.Φ.: «Ο κόσμος δεν δείχνει κάτι τέτοιο. Μοιάζει με την κουβέντα που κάνουμε τόση ώρα, για το πώς είναι ο Ελληνας. Επειδή δεν αρέσει ότι αυτό που κάνουμε εμείς είναι αρκετά επιτυχημένο, και καλλιτεχνικά και εμπορικά, βάζουμε το ερώτημα».
Προσέχετε τι λέτε στην εποχή των social media;
Π.Φ.: «Ναι, εμένα με επηρεάζει. Σκέφτομαι τον τρόπο που θα μιλήσω, πιο γενικό, να μην έχει θυμό και να υπάρχει ισχυρή βάση και άποψη. Αρκεί να είμαι εντάξει με τη συνείδησή μου».
ΓΜ: «Ούτε με ενοχλεί ούτε με επηρεάζει. Προσωπικά φέρω την ευθύνη για ό,τι λέω».
Κινδύνεψε ποτέ η φιλία σας;
ΓΜ – ΠΦ: «Οχι, ποτέ…».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ