Όλα τα άστρα σαν τον Ήλιο γεννιούνται ανά ζευγάρια, υπολογίζουν αμερικανοί αστρονόμοι, ενισχύοντας έτσι τη θεωρία του χαμένου άστρου της «Νεμέσεως» στο Ηλιακό Σύστημα.
«Λέμε ότι ναι, πιθανότατα κάποτε, πριν από πολύ καιρό, υπήρξε μια Νέμεσις» δήλωσε ο αστρονόμος και φυσικός Στίβεν Στάλερ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ, ο οποίος δημοσιεύει τους υπολογισμούς του στο Monthly Notices of the Royal Astronomical Society μαζί με τη ραδιοαστρονόμο Σάρα Σανταβόι του Αστροφυσικού Παρατηρητηρίου Smithsonian του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ.
Αστρα με δυο και τρεις συντρόφους
Πολλά άστρα έχουν δύο ή και τρεις συντρόφους, όπως ο κοντινότερος αστρικός μας γείτονας, το σύστημα Άλφα του Κενταύρου, που αποτελείται από τρία άστρα, με πιο κοντινό στη Γη τον Εγγύτατο του Κενταύρου.
Οι ερευνητές μελέτησαν με την αμερικανική συστοιχία ραδιοτηλεσκοπίων Very Large Array στο Νέο Μεξικό ένα γιγάντιο μοριακό νέφος γεμάτο με νεογέννητα άστρα στον αστερισμό του Περσέα, το οποίο έχει μήκος 50 ετών φωτός και βρίσκεται σε απόσταση 600 ετών φωτός από τη Γη.
Το συμπέρασμα είναι όλα τα άστρα σαν τον Ήλιο μας γεννιούνται με παρέα.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, η απόσταση ανάμεσα στα δίδυμα άστρα μπορεί να ξεπερνά και τις 500 αστρονομικές μονάδες (η μονάδα αυτή είναι η μέση απόσταση Γης-Ήλιου). Ένας τέτοιος δίδυμος εκτιμάται ότι θα βρισκόταν σε απόσταση 17 φορές μεγαλύτερη από τον Ήλιο από ό,τι ο πιο μακρινός πλανήτης του Ηλιακού Συστήματος, ο Ποσειδώνας.
Η Νέμεσις… δραπέτευσε κάποτε
Οι επιστήμονες θεωρούν ως πιο πιθανό σενάριο ότι η Νέμεσις κάποια στιγμή «δραπέτευσε» και ανακατεύτηκε με τα άλλα άστρα του γαλαξία μας, συνεπώς δεν θα τη δούμε στο μέλλον.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, όλα τα άστρα γεννιούνται μέσα σε ωοειδή «κουκούλια», που λέγονται «πυκνοί πυρήνες» και υπάρχουν παντού μέσα στα τεράστια ψυχρά νέφη μοριακού υδρογόνου, τα οποία αποτελούν τα «μαιευτήρια» των νέων άστρων. Μέσα από τα οπτικά τηλεσκόπια, αυτά τα νέφη-μαιευτήρια φαίνονται σαν μαύρες τρύπες στον έναστρο ουρανό, επειδή η σκόνη που συνοδεύει τα αέριά τους, μπλοκάρει το φως των άστρων να φθάσει στη Γη. Γι’ αυτό η μελέτη των μοριακών νεφών γίνεται με ραδιοτηλεσκόπια, καθώς τα ραδιοκύματα δεν εμποδίζονται από τη σκόνη.
Newsroom ΔΟΛ