«Θα τα καταφέρουμε την Πέμπτη» είπε ο Γερμανός υπουργός Σόιμπλε αναφερόμενος στο ελληνικό ζήτημα που έρχεται, για μυριοστή φορά, στο Eurogroup.
Δεν ήταν ανάγκη να το πει. Ολοι το γνωρίζουμε εκ των προτέρων.
Εκείνο που δεν γνωρίζουμε είναι το ποιους ακριβώς εννοεί με τον πρώτο πληθυντικό. Ή, μάλλον, επειδή επί της ουσίας το γνωρίζουμε και αυτό, η απορία είναι γιατί κάνει χρήση του πρώτου πληθυντικού. Ποιους περιλαμβάνει σε αυτόν.
Προδήλως δεν περιλαμβάνει την Ελλάδα αφού από το κείμενο εργασίας και την ημερήσια διάταξη που έρχεται στο συμβούλιο των υπουργών της ευρωζώνης είναι ξεκάθαρο ότι αυτό που «θα καταφέρουμε» δεν είναι αυτό που η Ελλάδα επιθυμεί και που, κατά κοινή ομολογία περίπου όλων, πλην της Γερμανίας, έχει και ανάγκη και, σύμφωνα με παλαιότερες αποφάσεις του ίδιου οργάνου, δικαίωμα, εδώ και πολύ καιρό, ήδη από το 2014, να ζητά.
Δεν αναφέρεται όμως ούτε και στη γαλλική θέση: η πρόταση του Παρισιού δεν έγινε δεκτή από το Βερολίνο, ενώ οι δύο υπουργοί ούτε καν συναντήθηκαν τελικά να συζητήσουν επ’ αυτής.
Τέλος σίγουρα ο Σόιμπλε δεν αναφέρεται στην κοινή λογική αλλά ούτε και στο γνωστό που κάθε τόσο αναμασά ότι «οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται». Η λογική εκφράζεται υπέρ της απομείωσης του ελληνικού χρέους ομόθυμα παγκοσμίως σχεδόν από όλους τους οικονομολόγους που αναφέρονται στο ζήτημα, δηλαδή, βρίσκεται στον αντίποδα της γερμανικής θέσης. Το ίδιο και η επίκληση των «συμφωνηθέντων».
Ξέρουμε πολύ καλά ποιον εννοεί ο Σόιμπλε με τη σαρκαστική αυτή διατύπωση.
Τη Γερμανία εννοεί και την κυβέρνησή της.
Ολόκληρη φυσικά: η καγκελάριος Μέρκελ μονότονα επαναλαμβάνει ότι το ζήτημα του χρέους είναι ζήτημα του συμβουλίου υπουργών και όχι μίας συνόδου κορυφής.
Η απολύτως αφελής θεωρία «άλλο η Μέρκελ, άλλο ο Σόιμπλε» έχει εκπέσει εδώ και χρόνια.
Όμως, για τους λίγους εκείνους που την πιστεύουν ακόμα, να μια ευκαιρία να την ξανασκεφτούν.