Το Σάββατο 10/6 στις 8.30μμ θα γίνει η παρουσίαση του νέου βιβλίου του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου «Η Μόσχα του Λένιν» του Αλφρέντ Ροσμέρ στη Γιορτή του Βιβλίου στο Θησείο. Το βιβλίο θα παρουσιάσουν οι Άλκης Ρήγος (καθηγητής στο Πάντειο), Δήμητρα Κυρίλλου (μεταφράστρια) και Κώστας Πίττας (Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο).
Από τον πρόλογο του Αλμπέρ Καμί στο βιβλίο:
«Ο Αλφρέντ Ροσμέρ υπήρξε επαναστάτης συνδικαλιστής πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αγανάκτησε το 1914 με την προδοσία των εργατικών ηγεσιών της Δύσης, συστρατεύθηκε με την επανάσταση του 1917, έπειτα εναντιώθηκε στη σταλινική αντίδραση… Μέσα σε καιρούς δύσκολους, ακολούθησε ένα δρόμο χωρίς παρεκκλίσεις, μένοντας μακριά τόσο από την απόγνωση που καταλήγει να αναζητά την οικειοθελή υποδούλωση, όσο και από την αποθάρρυνση που ανέχεται την υποδούλωση των άλλων. Έτσι κατάφερε να μην απαρνηθεί τίποτα από όσα πάντα υποστήριζε. Το διαπιστώνει αυτό κανείς διαβάζοντας Τη Μόσχα του Λένιν.
«Θα πω απλά: εκεί ήμουν, έτσι ήταν τα πράγματα». Αυτό είναι το ύφος τούτης της μαρτυρίας… Πού βρισκόταν ο Ροσμέρ; Στη Ρωσία, και κυρίως στη Μόσχα, μετά από την Οκτωβριανή επανάσταση και πριν από το θάνατο του Λένιν. Θαυμάσιοι καιροί όπου ο κόσμος έδειχνε να κάνει ένα νέο ξεκίνημα και πάλι από την αρχή, και η Ιστορία να ξεκινά επιτέλους πάνω από τα χαλάσματα μιας αυτοκρατορίας!… Ο Ροσμέρ καταθέτει εδώ τη δική του μαρτυρία για εκείνον τον καιρό, μέρα με τη μέρα, χωρίς ίχνος ρομαντισμού».
Το 1952 ο Αλφρέντ Ροσμέρ έγραψε το βιβλίο του Η Μόσχα του Λένιν, τη νέα έκδοση του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου στην επέτειο των 100 χρόνων από την Ρώσικη Επανάσταση. Ο Ροσμέρ απαντούσε στις απόψεις που έλεγαν ότι «ο σταλινισμός είναι η λογική και αναπόφευκτη κατάληξη του λενινισμού».
Η Μόσχα του Λένιν είναι ακόμα ένα δυνατό αντίδοτο σε αυτό το μύθο. Γιατί ο Ροσμέρ ήταν από τους ελάχιστους επιζώντες εκείνης της γενιάς που όχι μόνο είχε «δει» τη Ρώσικη Επανάσταση, αλλά είχε συμμετάσχει στις πολιτικές μάχες που προηγήθηκαν και ακολούθησαν.
Ποιος ήταν αυτός ο επαναστάτης που μας έχει αφήσει μια τόσο πολύτιμη μαρτυρία και που το όνομά του ήταν τόσο γνωστό ώστε ο φιλόσοφος Αλμπέρ Καμί να προλογίσει το βιβλίο του; (ο πρόλογός του υπάρχει σε τούτη την έκδοση).
Γεννήθηκε το 1877 και το πραγματικό του όνομα ήταν Αντρέ Αλφρέντ Γκριό (το Ροσμέρ προέρχεται από ένα θεατρικό έργο του Ίψεν).
Όπως πολλοί νέοι της γενιάς του, ο Ροσμέρ πήρε το πολιτικό βάπτισμα του πυρός στις μεγάλες κινητοποιήσεις για την υπεράσπιση του Ντρέιφους, ενός αξιωματικού εβραϊκού θρησκεύματος που είχε πέσει θύμα σκευωρίας της μοναρχικής και αντισημιτικής κλίκας του γαλλικού Γενικού Επιτελείου. Έγινε αναρχικός και από το από το 1909 συμμετείχε σε μια ομάδα γύρω από ένα περιοδικό με τίτλο La Vie Ouvrière (Εργατική Ζωή).
Όταν ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και οι ηγεσίες τόσο των σοσιαλιστικών κομμάτων όσο και πολλών αναρχοσυνδικαλιστικών οργανώσεων πρόδωσαν τις αντιπολεμικές δεσμεύσεις τους, η ομάδα γύρω από τη La Vie Ouvrière έγινε ο πυρήνας γύρω από τον οποίο άρχισε να ανασυγκροτείται η αντιπολεμική διεθνιστική αριστερά στην Γαλλία.
Ακολούθησε η Ρώσικη Επανάσταση και ο Οκτώβρης του 1917. Η Κομμουνιστική Διεθνής (Κομιντέρν) έγινε πόλος συσπείρωσης επαναστατριών και επαναστατών από τις πιο διαφορετικές παραδόσεις. Ο Ροσμέρ που προερχόταν από το ρεύμα του αναρχισμού καταθέτει πολύτιμες μαρτυρίες και παρατηρήσεις για αυτό το θέμα.
Το 1920 ο Ροσμέρ ήταν αντιπρόσωπος από τη Γαλλία στο Δεύτερο Συνέδριο της Κομιντέρν στη Μόσχα. Ένα μεγάλο τμήμα του βιβλίου Η Μόσχα του Λένιν, καλύπτει τις πολιτικές αντιπαραθέσεις που διαπερνούσαν το κομμουνιστικό κίνημα στην εποχή όταν η συζήτηση ήταν ελεύθερη πριν την τσακίσει η σταλινική αντεπανάσταση.
Οι αντιπαραθέσεις για τη συμμετοχή στις εκλογές και τη σχέση των κομμουνιστών με τα συνδικάτα, οι προοπτικές της παγκόσμιας επανάστασης, οι συντροφικές αντιπαραθέσεις με άλλα ρεύματα, όπως τους αναρχικούς και τους αναρχοσυνδικαλιστές, η ίδια η συγκρότηση των νέων επαναστατικών κομμάτων, είναι όλα ζητήματα που παρουσιάζονται, σχεδόν με τη μορφή ρεπορτάζ από την πένα του Ροσμέρ.
Οι πρωταγωνιστές αυτών των διεργασιών παρελαύνουν από τις σελίδες του βιβλίου σαν άνθρωποι με σάρκα και οστά, με συγκεκριμένα πολιτικά και προσωπικά χαρακτηριστικά και φορτία. Οι ‘Βιογραφικές Σημειώσεις’ στο τέλος του βιβλίου βοηθάνε την αναγνώστρια και τον αναγνώστη να παρακολουθήσει πιο εύκολα τη διήγηση του Ροσμέρ.
Το άλλο κόκκινο νήμα που διατρέχει την αφήγηση και τον προβληματισμό του Ροσμέρ, είναι η σύνδεση της «μοίρας» της Ρώσικης Επανάστασης με την προοπτική της εξάπλωσής της. Το διαπιστώνουμε από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου όταν διηγείται το ταξίδι του στην επαναστατική Ρωσία μέσα από μια Ευρώπη που συγκλονίζεται από τον απόηχο του πολέμου, αλλά και τα μεγάλα κινήματα και τις επαναστάσεις.
Οι ήττες των επαναστάσεων και των μεγάλων κινημάτων στη Δυτική Ευρώπη από το 1918 μέχρι το 1923 έκαναν ακόμα πιο έντονες τις πιέσεις που αντιμετώπιζε το νεαρό εργατικό κράτος. Ο Ροσμέρ επιμένει ότι οι σοσιαλδημοκρατικές ηγεσίες έπαιξαν πολύ βασικό ρόλο σε αυτές τις ήττες. Αναρωτιέται γιατί η εργατική τάξη των δυτικών χωρών παρά τις μεγάλες μάχες της δεν κατάφερε να «σπάσει» τον έλεγχο που ασκούσαν αυτές οι ηγεσίες. Επισημαίνει, με το δικό του τρόπο, ότι η επίδραση των ρεφορμιστικών ιδεών δεν εξαφανίζεται αυτόματα σε συνθήκες επαναστατικής κρίσης. Η παρέμβαση επαναστατικών κομμάτων ήταν σε τελευταία ανάλυση ο αποφασιστικός παράγοντας. Γι’ αυτό άλλωστε ο Ροσμέρ εντάχτηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας και εκλέχτηκε σε ηγετικές του θέσεις.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’20, όμως, ο Ροσμέρ καθαιρέθηκε αρχικά και κατόπιν διαγράφηκε από το κόμμα. Τάχτηκε στο πλευρό του Τρότσκι και της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης πρωτοστατώντας στην προσπάθεια για την συγκρότηση επαναστατικών οργανώσεων στη Γαλλία και αλλού. Παρά τις διαφωνίες τους στα χρόνια που ακολούθησαν ο Ροσμέρ και ο Τρότσκι διατήρησαν τη βαθιά προσωπική φιλία και τον πολιτικό αλληλοσεβασμό –και ο Ροσμέρ ποτέ δεν εγκατέλειψε τις επαναστατικές αρχές του.
Η τελευταία πολιτική πράξη του Ροσμέρ το Σεπτέμβρη του 1960 ήταν η υπογραφή του στο Μανιφέστο των 121 –ο τίτλος του ήταν «Για το Δικαίωμα της Ανυπακοής στο Πόλεμο της Αλγερίας». Το μανιφέστο διακήρυσσε ότι ο αγώνας των Αλγερινών ήταν αγώνας «όλων των ελεύθερων ανθρώπων» και «πλήγμα στην αποικιοκρατία». Ήταν μια θαρραλέα πολιτική στάση, ταιριαστή σε έναν αγωνιστή που από τα πρώτα του βήματα είχε μείνει πιστός στο διεθνισμό. Ο Ροσμέρ ήταν τότε 83 ετών. Πέθανε το 1964.