Η συντέλεια του κόσμου
Μετάφραση και επίμετρο Αλέξανδρος Κυπριώτης
Εκδόσεις Καστανιώτη, 2017
σελ. 304, τιμή 15,90 ευρώ
Η γερμανίδα πεζογράφος Τζένι Ερπενμπεκ δεν είναι άγνωστη στην Ελλάδα. Το μυθιστόρημά της αυτό είναι το τέταρτο βιβλίο της (από τα πέντε που έχει εκδώσει ως τώρα) το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά. Μυθιστόρημα προσεγμένο ως την τελευταία λεπτομέρεια, εξαίρετης και πρωτότυπης δομής, ασύγκριτης ποιητικότητας και βάθους, άξιο να περιληφθεί στα σημαντικά πεζογραφήματα του μεταπολεμικού γερμανόφωνου κόσμου. Ο έμπειρος μεταφραστής Αλέξανδρος Κυπριώτης, που υπογράφει και το διαφωτιστικό επίμετρο το οποίο συνοδεύει το βιβλίο, μετέφερε στη γλώσσα μας με μαεστρία αλλά και με αγάπη και πάθος ένα εξαιρετικά απαιτητικό κείμενο που διαβάζεται σαν να μην πρόκειται για μετάφραση αλλά για έργο γραμμένο στο πρωτότυπο.
Στα πέντε μέρη που χωρίζεται το μυθιστόρημα η συγγραφέας παρεμβάλλει τέσσερα ιντερμέδια που «γεφυρώνουν» τα μέρη ή «βιβλία», όπως τα χαρακτηρίζει. Γιατί το καθένα είναι ένα τμήμα ζωής που καταλήγει σε έναν θάνατο (της ηρωίδας). Στο πρώτο μέρος η ηρωίδα πεθαίνει σαν μωρό, στο δεύτερο τη συναντούμε στη Βιέννη μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο να γίνεται κομμουνίστρια, στο τρίτο να πηγαίνει με τον σύζυγό της στη Σοβιετική Ενωση, στο τέταρτο τη βρίσκουμε ως επιτυχημένη συγγραφέα στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας και στο τελευταίο στην ενωμένη πλέον Γερμανία, όπου και θα πεθάνει «οριστικά». Οριστικά; Ή μήπως επιστρέφουμε στον θάνατο του οκτάχρονου μωρού, της ταφής του σωστότερα, που είναι βέβαια μια κάθοδος στον κάτω κόσμο; Αλλά κι αυτός ο κάτω κόσμος μήπως δεν είναι παρά ο επάνω στην εποχή του Μεγάλου Τρόμου στη Σοβιετική Ενωση, το κλίμα της οποίας μας το δίνει στο τρίτο μέρος με τρόπο μοναδικό η Ερπενμπεκ;
Τα όρια ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο είναι σχεδόν αδιόρατα σ’ αυτό το θαυμάσιο μυθιστόρημα. Το όρια (τα σύνορα) είναι εκ των ων ουκ άνευ για τους συγγραφείς που προέρχονται από την Ανατολική Γερμανία. Η εμπειρία συνόρων όπως τη συνέλαβε μια δική μας συγγραφέας, η Μαντώ Αραβαντινού σ’ ένα αδίκως λησμονημένο βιβλίο της, προσδιόριζε (και ίσως προσδιορίζει ακόμη ως έναν βαθμό) τη ζωή στο Βερολίνο. Είναι σαν να ζει κανείς στο μεταίχμιο δύο κόσμων, δύο καταστάσεων, ανάμεσα στην Ανατολή και στη Δύση ή ανάμεσα στη μνήμη και στη λήθη.
«Και τώρα, πού πάμε τώρα;»
Πώς περνάει κανείς το σύνορο του θανάτου αλλά και πώς επιστρέφει στη ζωή; Από σύμπτωση; Το ερώτημα μας παραπέμπει στο μότο από το Αούστερλιτς του αδικοχαμένου γερμανού συγγραφέα Β. Γ. Ζέμπαλντ, το οποίο η συγγραφέας προτάσσει στο βιβλίο της: «Μόλις το προηγούμενο καλοκαίρι φεύγαμε από εδώ για το Μαρίενμπαντ. Και τώρα, πού πάμε τώρα;»
Το ερώτημα είναι υπαρξιακό και μεταφυσικό, υπό την έννοια ότι στην ίδια κατηγορία ανήκει και το αντίστοιχο που υποβάλλει ο Τόμας Μαν στο Μαγικό βουνό – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι προβαίνω σε αφελείς συγκρίσεις. Η Τζένι Ερπενμπερκ το υποβάλλει με τρόπο σπαρακτικό. Αν υπάρξει συνέχεια, ίσως να μας δώσει την απάντηση στο επόμενο βιβλίο της, ή καλύτερα: μια άλλη εκδοχή του ερωτήματος. Προς το παρόν, ο αναγνώστης καλείται να δώσει τη δική του απάντηση, μολονότι δεν είναι ίσως απαραίτητο. Στην πεζογραφία αιχμής, του 20ού αιώνα ιδίως, οι ιστορίες αρχίζουν και τελειώνουν, όμως τα ερωτήματα που θέτουν τις ξεπερνούν. Και πολλές φορές μένουν αναπάντητα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ