Διαρκείς ανταλλαγές πυροβολισμών μεταξύ των αντίπαλων παρατάξεων που μάχονται για τον έλεγχο της πόλης, ισχυρές εκρήξεις, ακόμα και πυρά πυροβολικού, αποτελούν τα κύρια στοιχεία που συνθέτουν την καθημερινότητα στην Τρίπολη, πρωτεύουσα της Λιβύης.
Τόπος καταγωγής του Σαλμάν Αμπέντι του βομβιστή αυτοκτονίας που αιματοκύλησε το Μάντσεστερ, σκοτώνοντας τουλάχιστον 23 ανθρώπους και τραυματίζοντας περισσότερους από 100, η Λιβύη αποτέλεσε ένα από τα βασικά μέτωπα των σχετικών ερευνών. Οι γονείς του μετανάστευσαν στη Βρετανία το 1992 για να επιστρέψουν ξανά στην Λιβύη πριν από περίπου μία πενταετία ενώ ο Αμπέντι που φέρεται να πέρασε μερικά χρόνια στη χώρα, μία εβδομάδα πριν από την επίθεση την ευθύνη της οποίας ανέλαβε το Ισλαμικό Κράτος, βρισκόταν στην Τρίπολη.
Οι δεσμοί του νεαρού εξτρεμιστή δολοφόνου με τη χώρα οδήγησαν τα διεθνή Μέσα να περιγράψουν τη Λιβύη ως «φυτώριο» νέων τζιχαντιστών με τους ειδικούς να προειδοποιούν ότι οι κίνδυνοι είναι πολλοί και δεν περιορίζονται μόνον στη δράση και την επιρροή του Ισλαμικού Κράτους.
Από το Αφγανιστάν και το Ιράκ έως την Ευρώπη και τη Συρία
Κατά τη δεκαετία του 1980 εξτρεμιστές από τη Λιβύη πολέμησαν κατά των σοβιετικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, με αρκετούς απ’ αυτούς να καταλαμβάνουν στη συνέχεια επιτελικές θέσεις στο εσωτερικό της Αλ Κάιντα. Άλλοι επέστρεψαν στην πατρίδα τους για να σχηματίσουν τη Λυβική Μαχόμενη Ισλαμική Ομάδα που έδρασε κατά του καθεστώτος Καντάφι και μέλος της οποίας φέρεται πως ήταν και ο πατέρας του βομβιστή του Μάντσεστερ.
Εκατοντάδες μετέβησαν επίσης στο Ιράκ για να πολεμήσουν στο πλευρό των ανταρτών μετά την αμερικανική εισβολή το 2003 ενώ τα τελευταία χρόνια έως και 2.000 άτομα κατάφεραν να φτάσουν στην επικράτεια της Συρίας για να ενταχθούν στους κόλπους του ISIS και άλλων εξτρεμιστικών ένοπλων οργανώσεων.
Ο δράστης της τρομοκρατικής επίθεσης το 2015 σε ξενοδοχείο της πόλης Σους στην Τυνησία που κόστισε τη ζωή σε 38 τουρίστες, 30 εκ των οποίων ήταν Βρετανοί, φέρεται ότι είχε εκπαιδευτεί σε βάση του Ισλαμικού Κράτους στη δυτική Λιβύη.
Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι ισλαμιστικές οργανώσεις στη χώρα έχουν θέσει στο στόχαστρό τους την Ευρώπη. Γερμανοί ερευνητές θωρούν πως ο Ανίς Αμρί που παρέσυρε δεκάδες ανθρώπους σε χριστουγεννιάτικη αγορά στην καρδιά του Βερολίνου τον περασμένο Δεκέμβριο, σκοτώνοντας 12 απ’ αυτούς και τραυματίζοντας περισσότερους από πενήντα, είχε επαφές με οργανώσεις στη Λιβύη ενώ σύμφωνα με αμερικανούς αξιωματούχους οι αεροπορικές επιδρομές, φέτος τον Ιανουάριο, που είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο έως και 100 μαχητών σε στρατόπεδα του ISIS στα δυτικά της χώρας πραγματοποιήθηκαν για την αποτροπή επιθέσεων στην ευρωπαϊκή επικράτεια.
Τις προηγούμενες ημέρες αεροσκάφη της πολεμικής αεροπορίας της Αιγύπτου έπληξαν επίσης βάσεις τζιχαντιστών στη Λιβύη, ως αντίποινα για τη δολοφονία 29 Κοπτών χριστιανών την περασμένη Παρασκευή από ομάδα ενόπλων.
Κατακερματισμένες και, γι’ αυτό, αποδυναμωμένες, οι ισλαμιστικές ομάδες στη χώρα εξακολουθούν να εκμεταλλεύονται την πολυσύνθετη – οικονομική, κοινωνική και πολιτική – κρίση που μαστίζει τη χώρα και την οποία κάποιοι χρεώνουν και στη Δύση.
Οι ευθύνες της Δύσης
Έκθεση του 2016 εξεταστικής επιτροπής του βρετανικού ΥΠΕΞ κατηγορεί τον βρετανό πρώην πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον ότι το 2011 ανέλαβε δράση στη Λιβύη δίχως να συμβουλευθεί εκτενώς, όπως όφειλε, τις υπηρεσίες πληροφοριών και αποποιούμενος ταυτόχρονα την ηθική υποχρέωση να συμβάλει στην ανοικοδόμηση της χώρας. Η παρέμβαση της Γαλλίας, της Βρετανίας και των ΗΠΑ είχε ως αποτέλεσμα «την κατάρρευση της οικονομίας και της πολιτικής, ανθρωπιστικές και μεταναστευτικές κρίσεις, διαρκείς παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων και τη διασπορά των όπλων του καθεστώτος Καντάφι στην περιοχή», επισημαίνεται επίσης.
Οι μετέπειτα απόπειρες για μια πολιτική συμφωνία μεταξύ των αντίπαλων ομάδων απέτυχαν με την εξουσία της υποστηριζόμενης από τη διεθνή κοινότητα Κυβέρνησης Εθνικής Συμμαχίας να περιορίζεται στην Τρίπολη και την περιφέρειά της. Και αποτελεί γεγονός πως οι ελπίδες για μια καλύτερη Λιβύη μετά την πτώση, το 2011, του Μουαμάρ Καντάφι από τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις που έδρασαν με τη στήριξη των δυνάμεων του ΝΑΤΟ, εξανεμίστηκαν σχεδόν αμέσως με την κατάσταση, σήμερα, στη χώρα να είναι τραγική.
Η ανεργία των νέων ανέρχεται κοντά στο 40% ενώ ο πληθωρισμός ξεπερνά το 30%. Οι διακοπές στην ηλεκτροδότηση είναι συχνές ενώ η πτώση των τιμών του πετρελαίου και η πολυετής αστάθεια έπληξαν σημαντικά την πετρελαϊκή παραγωγή. Σήμερα η μοναδική χώρα που έχει διαρκή διπλωματική παρουσία στη Λιβύη είναι η Ιταλία. Καθώς εξακολουθεί να μαίνεται ένας «χαμηλών τόνων» εμφύλιος πόλεμος και δεδομένης της οξείας αντιπαλότητας ανάμεσα στους κύριους πολιτικούς φορείς που έχουν μοιραστεί αυθαίρετα τον έλεγχο των όποιων εξουσιών, οι πιθανότητες για βελτίωση της οικονομίας είναι ελάχιστες.
Σύμφωνα με μία πρόσφατη έκθεση ειδικών, στη Λιβύη παρατηρείται η δημιουργία μιας σειράς «πόλεων-κρατών» ενώ σε συγκεκριμένες περιοχές, οι τοπικές φυλές – οι οποίες αποτελούν τη βάση του πολιτικού συστήματος στη χώρα – ισχυροποιούνται ολοένα και περισσότερο, δημιουργώντας, ταυτόχρονα, ένα διαρκώς μεταλλασσόμενο δίκτυο συμμαχιών. Ανώτατοι βρετανοί διπλωμάτες έχουν προειδοποιήσει ακόμα και για το ενδεχόμενο να καταλήξει η Λιβύη να είναι η «Σομαλία της Μεσογείου», έδρα της Αλ Σαμπάμπ και άλλων ισλαμιστικών τρομοκρατικών οργανώσεων.
«Το Ισλαμικό Κράτος αποτελεί ένα σύμπτωμα, όχι μια από τις αιτίες, όλων όσα συμβαίνουν στη χώρα. Ο κίνδυνος έγκειται στο ότι τα κενά όσον αφορά την ασφάλεια και την πολιτική κατάσταση που επικρατεί, αναπαράγουν τις συνθήκες που το ISIS εξέλαβε ως μια ευκαιρία και στη συνέχεια εκμεταλλεύτηκε για να επεκτείνει την επιρροή του. Νέες οργανώσεις ενδεχομένως να είναι σε θέση να κάνουν το ίδιο», επισήμανε στονΓκάρντιαν η Μαίρη Φίτζεραλντ, ερευνήτρια με ειδίκευση στη Λιβύη.