Στην φθίνουσα οικονομία, τα αποτελέσματα της οποίας οι Ελληνίδες και οι Έλληνες βιώνουν σκληρά στην καθημερινότητα, χρειάζεται ισχυρό αντίδοτο και ρεαλιστική πρόταση ανάπτυξης. Τα χρόνια της οικονομικής κρίσης έδειξαν ξεκάθαρα ότι χωρίς ανάπτυξη δεν μπορούν να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να έλθουν πραγματικά καλύτερες μέρες για τον κόσμο. Και ανάπτυξη σημαίνει επενδύσεις, γρήγορες, άμεσες και ουσιαστικές. Η ακολουθούμενη πολιτική από την κυβέρνηση δεν δείχνει άλλο από τον εξορκισμό των επενδύσεων και αντίστοιχα την απομάκρυνση από την ρεαλιστική αναπτυξιακή πολιτική.
Το ζητούμενο είναι ένα νέο καινούργιο μοντέλο ανάπτυξης, σύγχρονο, επίκαιρο και ρεαλιστικό. Στο επίκεντρό του βρίσκονται οι επενδύσεις και η εξωστρέφεια. Διότι, η σύγχρονη οικονομία είναι τόσο εξωστρεφής και κινείται σε τέτοιο βαθμό πάνω σε διεθνείς συνεργασίες, ώστε μόνο ένας ιδανικός αυτόχειρας ή ένας τυφλός δεν θα ήθελε να δει την πραγματικότητα αυτή. Δεν μπορεί να είναι «στραβός ο γιαλός» αλλά προφανώς «στραβά αρμενίζει» η σημερινή κυβέρνηση, κλείνοντας τα μάτια της στη διεθνή οικονομική πραγματικότητα.
Η Ελλάδα έχει τα δικά της συγκριτικά πλεονεκτήματα που μπορούν να της δώσουν ζωή και να μεταστραφεί σταδιακά από αδύναμο κρίκο της παγκόσμιας οικονομικής σκηνής σε, αν μη τι άλλο, παράγοντα σταθερότητας. Για να μπορέσει η πατρίδα μας να κερδίσει το στοίχημα του παρόντος και του μέλλοντος, το οποίο είναι -όπως όλοι αντιλαμβανόμαστε- επιτακτική και αδήριτη ανάγκη, χρειάζεται να μεταστρέψει το αρνητικό επενδυτικό περιβάλλον που ισχύει τον τελευταίο καιρό. Καίριο βήμα συνιστά η μέριμνα και ο αγώνας για απόκτηση εμπιστοσύνης, κυρίως από το διεθνές επενδυτικό περιβάλλον.
Ορισμένοι σημαντικοί άξονες του επεξεργασμένου μοντέλου οικονομικής ανασυγκρότησης της χώρας είναι:
-η όσο το δυνατόν γρηγορότερη άρση των capital controls, η μέριμνα για την αξιοποίηση των Ευρωπαϊκών πόρων, η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, η σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η αποτελεσματική διαχείριση των «κόκκινων δανείων».
Ταυτόχρονα, και με δεδομένο το ασήκωτο βάρος της φοροεισπρακτικής λαίλαπας και το ατελέσφορο αυτή, όταν μάλιστα απουσιάζει έστω ένα ίχνος ανάπτυξης, η ΝΔ στρέφεται με αποφασιστικότητα στη δημιουργία δημοσιονομικού χώρου, με μείζον θέμα την ανάγκη μείωσης των πλεονασμάτων από 3,5%, που είναι σήμερα, στο 2%. Με στοχευμένες ενέργειες μπορεί να διασφαλιστεί, ανάμεσα σε άλλα, η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% μέσα σε 2 χρόνια, η μείωση του φορολογικού συντελεστή στα επιχειρηματικά κέρδη από το 29% στο 20% μέσα σε δύο χρόνια. Παράλληλα, μπορούν να πραγματοποιηθούν υπεραποσβέσεις σε νέες επενδύσεις παγίων και επιπλέον μείωση του φορολογικού συντελεστή κατά 2%, για επιχειρήσεις που αυξάνουν τις θέσεις εργασίας κατά 10% και πάνω, ώστε να δοθεί επιτέλους ανάσα στην αγορά. Από την άλλη πλευρά, η αυστηροποίηση απέναντι στους παραβάτες πρόκειται να δημιουργήσει εχέγγυο περιβάλλον, ώστε να μην ξεφεύγουν κάποιοι, ενώ μπορούν να συνεισφέρουν για το καλό της χώρας. Σε όλα αυτά ξεχωρίζει η στροφή προς την αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, η οποία διασφαλίζει τα έσοδα του κράτους, και κατ’ επέκταση τους πολίτες του.
Τέλος, το επίκεντρο της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας ορίζεται στην υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών. Η ΝΔ πρόκειται να τις πραγματοποιήσει έχοντας συνείδηση της χρησιμότητάς τους για το παρόν και το μέλλον της χώρας. Ανάμεσα σε αυτές ξεχωρίζουν:
-οι αποκρατικοποιήσεις και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου άσκησης της επιχειρηματικότητας, με χαρακτηριστική την απλοποίηση του πλαισίου αδειοδότησης επιχειρήσεων, η μείωση της γραφειοκρατίας και η αύξηση της διαφάνειας, της αξιολόγησης και της λογοδοσίας στη δημόσια διοίκηση.
O κ. Παναγιώτης Κοκκόρης είναι πρώην γ. γ. Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σύμβουλος του προέδρου της ΝΔ