Γαστρεντερικά προβλήματα ενδέχεται να επιφέρει σε ένα ποσοστό ασθενών η λανθασμένη διατροφή μετά από την υποβολή σε χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση της χοληδόχου κύστης και γι’ αυτό η προσαρμογή στο σύνηθες διαιτολόγιο θα πρέπει να γίνεται σταδιακά. Προκειμένου να αποφευχθούν συμπτώματα όπως πόνος, φούσκωμα και διάρροια, τα λιπαρά και πικάντικα φαγητά θα πρέπει να αποφεύγονται για λίγο χρονικό διάστημα.
«Ο ρόλος της χοληδόχου κύστεως, ενός οργάνου σε σχήμα αχλαδιού και βρίσκεται κάτω από το συκώτι, είναι η συγκέντρωση, αποθήκευση και έκκριση της χολής που παράγει το ήπαρ, η οποία βοηθά στην αφομοίωση των λιπαρών τροφών. Η χολοκυστεκτομή, δηλαδή η επέμβαση για την αφαίρεσή της, στοχεύει στην επίλυση των προβλημάτων που προκαλούν οι χολόλιθοι, οι οποίοι σχηματίζονται -από άγνωστη αιτία- κυρίως από χοληστερόλη και χολικά άλατα. Πρόκειται για ένα σύνηθες πρόβλημα υγείας που απαντάται κυρίως σε ηλικιωμένους ανθρώπους. Στην πραγματικότητα σε όλον τον κόσμο εκτελούνται εκατομμύρια τέτοιες επεμβάσεις κάθε χρόνο, προκειμένου να ανακουφιστεί ο ασθενής από τον οξύ πόνο που προκαλούν οι χολόλιθοι.
Η αφαίρεση της χοληδόχου κύστεως δεν εμποδίζει την παραγωγή χολής από το ήπαρ, ωστόσο υπάρχει ένα ποσοστό χειρουργημένων ασθενών που ενδέχεται να παρουσιάσουν προβλήματα χώνευσης των λιπαρών τροφών. Γι’ αυτό μετά από τη αφαίρεση του οργάνου, που σημειωτέον δεν είναι ζωτικής σημασίας, η προσαρμογή της διατροφής θα πρέπει να είναι σταδιακή», εξηγεί ο γενικός χειρουργός Δρ Αναστάσιος Ξιάρχος, πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Ορθοπρωκτικής Χειρουργικής.
Έτσι, για τις πρώτες ημέρες μετά τη χειρουργική επέμβαση, συστήνεται η κατανάλωση υγρών, ζωμών και ζελέ και αργότερα η σταδιακή προσθήκη περισσότερων στερεών τροφών, οι οποίες αρχικά, θα πρέπει να είναι χαμηλές σε λιπαρά και σε μικρές ποσότητες. Οι θερμίδες που προέρχονται από λιπαρές τροφές θα πρέπει να περιορίζονται σχεδόν στο ένα τρίτο της συνολικής ημερήσιας πρόσληψης θερμίδων, γι’ αυτό, ανάλογα με το ύψος των συνολικών θερμίδων, θα πρέπει να υπολογίζονται τα γραμμάρια λίπους που μπορεί να προσληφθούν συνολικά και ανά μερίδα.
Όπως συμβουλεύει ο Δρ Ξιάρχος, «σε γενικές γραμμές πρέπει να αποφεύγονται τηγανητά, όπως πατάτες και ψάρια, τροφές υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, π.χ. λουκάνικα, λιπαρά γαλακτοκομικά, αρνί, σάλτσες με βούτυρο, πέτσα από κοτόπουλο, φαγητά μαγειρεμένα με πολλά μπαχαρικά, καθώς και τροφές που προκαλούν φούσκωμα, όπως όσπρια, κουνουπίδι και μπρόκολο, δημητριακά και ξηροί καρποί. Τα συγκεκριμένα πρέπει να προστεθούν στη διατροφή αργά και σε μικρές ποσότητες. Ωστόσο, η όλη “ταλαιπωρία” διαρκεί περίπου ένα μήνα. Το διάστημα αυτό είναι ικανό για να προσαρμοστεί ο οργανισμός στα νέα δεδομένα».
Επειδή μετά τη χειρουργική επέμβαση αλλάζουν οι τροφές που προκαλούν δυσανεξία, τις πρώτες μέρες μια καλή πρακτική είναι η σημείωση της ημερομηνίας επανέναρξης κατανάλωσης των “απαγορευμένων” και της επίπτωσης που έχει στον οργανισμό, προκειμένου να εντοπιστούν όσες δημιουργούν πρόβλημα. Καθώς ο χρόνος περνά, η ανοχή σε τροφές με υψηλότερη περιεκτικότητα σε λίπη και με φυτικές ίνες θα αυξάνεται.
«Τις τελευταίες δεκαετίες, με την εμφάνιση της λαπαροσκόπησης, η επέμβαση για την αφαίρεση της χοληδόχου κύστεως έχει απλουστευθεί και έχει γίνει ασφαλέστερη, με τη θνησιμότητα να μην ξεπερνά το 0,22 – 0,4%. Πλέον, οι γενικές ενδείξεις για εκτέλεση της λαπαροσκοπικής χολοκυστεκτομής, όπως ονομάζεται η επέμβαση, είναι οι ίδιες με εκείνες της αντίστοιχης ανοικτής επέμβασης. Παρόλο που η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή προοριζόταν αρχικά για νέους και αδύνατους ασθενείς, τώρα προσφέρεται και σε ηλικιωμένους και παχύσαρκους ανθρώπους. Στην πραγματικότητα, οι τελευταίοι μπορούν να επωφεληθούν ακόμη περισσότερο από τη χειρουργική επέμβαση μέσω μικρών τομών, όπως άλλωστε και οι ασθενείς με άλλα προβλήματα υγείας, καρδιοχειρουργημένοι, υπέρβαροι ή ασθενείς που νοσηλεύονται σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Η τεχνική προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα, μεταξύ των οποίων το ελάχιστο χειρουργικό τραύμα (μια τομή 1 εκ. και τρεις τομές 0,5 εκ.), η μηδαμινή απώλεια αίματος, η ελαχιστοποίηση του μετεγχειρητικού πόνου, η γρήγορη ανάρρωση, έξοδος από το νοσοκομείο και επάνοδος στην εργασία, η σχεδόν εξάλειψη των μετεγχειρητικών επιπλοκών που έχουν σχέση με το τραύμα, αλλά και οι λιγότερες αναπνευστικές και καρδιαγγειακές επιπλοκές», σημειώνει ο Δρ Ξιάρχος.
Η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή γίνεται μερικές φορές σε συνδυασμό με άλλες ενδοκοιλιακές χειρουργικές επεμβάσεις, αλλά για τη λήψη αυτής της απόφασης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η κατάσταση του ασθενούς, η διάρκεια της επέμβασης και η εμπειρία του χειρουργού. Μεταξύ των επεμβάσεων που μπορούν να συνδυαστούν με τη λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή είναι η επέμβαση κήλης (κοιλιακή, βουβωνοκήλη, ομφαλοκήλη), σκωληκοειδίτιδας, η διαγνωστική λαπαροσκόπηση, η βιοψία λεμφαδένων κ.λπ. Η διάρκεια της παραμονής στο νοσοκομείο για τον ασθενή που υποβάλλεται σε μια συνδυασμένη επέμβαση είναι παρόμοια με αυτή που θα απαιτούνταν εάν υποβαλλόταν μόνο σε αφαίρεση χολής. Έτσι, ο ασθενής έχει το πλεονέκτημα ότι λαμβάνει ταυτόχρονα χειρουργική θεραπεία για δύο συνυπάρχοντα προβλήματα υγείας, ενώ αντιμετωπίζει σημαντικά μικρότερη περιεγχειρητική νοσηρότητα από ό,τι θα αναμενόταν με δύο διαφορετικές επεμβάσεις. Τέλος, οι συνδυασμένες επεμβάσεις είναι οικονομικά αποδοτικές τόσο για τους ασθενείς όσο και για τα νοσοκομεία.