Οι πρώτες ενδείξεις ότι το Eurogroup της περασμένης Δευτέρας δεν ήταν περίπατος έφθασαν στην Αθήνα το προηγούμενο Σαββατοκύριακο. Ο κομιστής ήταν η Κριστίν Λαγκάρντ. Οπως πληροφορείται «Το Βήμα», η γαλλίδα επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Αλέξη Τσίπρα για να του μεταφέρει την εικόνα που είχε. «Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν βρίσκεται σε διάθεση συμβιβασμού» φέρεται να είπε η Λαγκάρντ στον Πρωθυπουργό. Οπως απεδείχθη, η εκτίμησή της ήταν ορθή. Ηδη οι ελπίδες της ελληνικής κυβέρνησης ότι θα μπορούσε να κλείσει, παράλληλα με την αξιολόγηση, το ζήτημα των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος είχαν δεχθεί ένα πρώτο, σοβαρό πλήγμα.
Ο «γαλλικός δίαυλος» και η γραμμή άμυνας
Ο κ. Τσίπρας αναζήτησε την Κυριακή 21 Μαΐου τον Ευκλείδη Τσακαλώτο στις Βρυξέλλες προκειμένου να τον ενημερώσει σχετικά και να καταστρωθεί ένα σχέδιο δράσης ώστε η Αθήνα να μη βρεθεί ανυπεράσπιστη και ανοχύρωτη έναντι των ορέξεων του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας. Η Αθήνα αποφάσισε να ενεργοποιήσει τον «γαλλικό δίαυλο» και να στήσει γραμμή άμυνας. Κεντρικό ρόλο στο σημείο αυτό ανέλαβε να διαδραματίσει η Rothschild, η οποία έχει αναλάβει σύμβουλος του Ελληνικού Δημοσίου για ζητήματα χρέους.
Είναι πλέον κοινό μυστικό ότι ο ρόλος της γαλλικής επενδυτικής τράπεζας είναι κομβικός καθώς μπορεί να αποτελέσει μια σταθερή γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ του έλληνα Πρωθυπουργού και του Εμανουέλ Μακρόν. Μέσω του διαύλου αυτού πραγματοποιήθηκε η επαφή με τον γάλλο υπουργό Οικονομικών Μπρινό Λε Μερ, ο οποίος βρισκόταν στο Βερολίνο ώστε να συζητήσει τη στενότερη γαλλογερμανική συνεργασία ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το μέλλον της ευρωζώνης. Οι δύο άνδρες μετέβησαν μάλιστα μαζί την επομένη στο Eurogroup. Ανθρωποι που γνωρίζουν τα διαμειφθέντα σημειώνουν ότι πρέπει να υπήρξε επικοινωνία μεταξύ του κ. Μακρόν και του κ. Λε Μερ, ώστε το Παρίσι να διαχωρίσει, χωρίς να διαρρήξει, τη θέση του από εκείνη του Βερολίνου. Αυτό ήταν σαφές κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Eurogroup, όταν ο γάλλος υπουργός Οικονομικών επέμεινε ότι πρέπει να υπάρξει «σαφήνεια» στον τρόπο συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Στην ίδια γραμμή στήριξης της Ελλάδας κινήθηκε και ο ιταλός υπουργός Οικονομικών Πιερ Κάρλο Παντοάν.
Η γερμανική στάση για την οποία η κυρία Λαγκάρντ είχε προειδοποιήσει τον κ. Τσίπρα εκδηλώθηκε πριν από το Eurogroup αλλά και πριν από το προγραμματισμένο για νωρίτερα EuroWorking Group (EWG). Εκφραστής της ήταν ο στενός συνεργάτης του Σόιμπλε, ο Τόμας Στέφεν, εκπρόσωπος της Γερμανίας στο EWG. Πριν από τη συνεδρίαση του EWG, στο οποίο προεδρεύει ο Τόμας Βίζερ, είχε κανονιστεί να διεξαχθεί μια σύντομη συνάντηση του επονομαζόμενου Washington Group, πάλι σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Εκεί, ο κ. Στέφεν προδιέγραψε ουσιαστικά όσα θα ακολουθούσαν. Ο δε κ. Σόιμπλε «συνόψισε» τις γερμανικές θέσεις φθάνοντας στις Βρυξέλλες: «Εχουμε θέσει σε ισχύ τα βραχυπρόθεσμα μέτρα. Τα επόμενα θα αποφασιστούν μετά το τέλος του προγράμματος» τόνισε.
Τα «πρακτικά» του Eurogroup, όπως αυτά διέρρευσαν στην ιστοσελίδα euro2day, είναι αποκαλυπτικά του πώς εξελίχθηκε η συνεδρίαση της 22ας Μαΐου. Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών εμφανίστηκαν τρία προσχέδια και η πραγματικότητα είναι ότι τουλάχιστον τα δύο πρώτα εξ αυτών είχαν θετικά στοιχεία για την Ελλάδα. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Βήματος», πέραν της συμφωνίας για διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ για πέντε χρόνια (μέχρι το 2022), ιδιαίτερα σημαντικό είναι το σημείο στο οποίο επισημαίνεται η επέκταση ως και για 15 χρόνια της καταβολή των τόκων των δανείων του EFSF. Δεν ήταν πάντως απολύτως σαφές αν η επέκταση αφορούσε στο σύνολο των δανείων του EFSF που ανέρχονται σε 130 δισ. ευρώ. Προβλεπόταν επίσης η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2,2% του ΑΕΠ για την περίοδο 2023-2060.
«Ανίερη συμμαχία» Τόμσεν – Σόιμπλε
Ωστόσο, από τις συνομιλίες με αξιωματούχους σε Βρυξέλλες, Βερολίνο, Παρίσι και Αθήνα προκύπτει ότι το μείζον ζήτημα είναι η ιδέα μιας συμφωνίας στο επόμενο Eurogroup με την οποία το ΔΝΤ θα συμμετάσχει με νέο πρόγραμμα, χωρίς όμως να εκταμιεύσει χρήματα αν δεν υπάρξει περισσότερο συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει ανάγκη για μια ανάλυση βιωσιμότητας για το ελληνικό χρέος (DSA), στοιχείο που θα μπορούσε να επηρεάσει την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Δεν είναι λίγοι όσοι, μιλώντας ανωνύμως, βλέπουν πίσω από την πρόταση αυτή μια νέα «ανίερη συμφωνία» του κ. Σόιμπλε με τον Πόουλ Τόμσεν. Υπενθυμίζεται ότι ήταν μια ανάλογη «ανίερη συμφωνία» στα τέλη του βίου της κυβέρνησης Σαμαρά, το φθινόπωρο του 2014, που κατέστησε σχεδόν ανυπέρβλητο εμπόδιο την επίτευξη συμφωνίας ώστε να ανοίξει ο δρόμος για είσοδο της χώρας σε προληπτική πιστωτική γραμμή του ESM.
Οι ίδιοι αξιωματούχοι εκτιμούν ότι έχει πλέον αρχίσει να διαμορφώνεται στις Βρυξέλλες καθώς και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες η άποψη ότι το ΔΝΤ πρέπει να απομακρυνθεί από το ελληνικό πρόγραμμα. Υψηλόβαθμη κοινοτική πηγή έλεγε στο «Βήμα», με έντονη δυσφορία, ότι «οι μακροοικονομικές εκτιμήσεις του Ταμείου είναι χονδροειδώς λάθος και μάλλον προκλητικές». Η ιδέα να ενταχθεί το ΔΝΤ στο πρόγραμμα χωρίς να εκταμιεύσει χρήματα θα βόλευε αφάνταστα τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος φυσικά υποκρίνεται όταν ισχυρίζεται ότι ήταν η Ελλάδα αυτή που δεν τη δέχθηκε.
Η στάση του Βερολίνου και η «μετάλλαξη» του ESM
Ωστόσο ο κ. Σόιμπλε έχει αρχίσει «να φωτογραφίζει», πολύ διακριτικά, την επιθυμία του για οριστική αποχώρηση του ΔΝΤ. Οσο το Ταμείο πιέζει στο θέμα του χρέους τόσο σε πιο δύσκολη θέση περιέρχεται ο γερμανός υπουργός Οικονομικών. Ορισμένοι δεν θεωρούν μάλιστα τυχαίο το γεγονός ότι εσχάτως έχουν αρχίσει και κυκλοφορούν στις Βρυξέλλες μελέτες για τη μετεξέλιξη του ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο (EMF). Παράλληλα, όμως, η ιδέα της συμμετοχής χωρίς εκταμίευση ίσως να βολεύει τον κ. Τόμσεν και τη γραφειοκρατία του Ταμείου. Αλλωστε, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ
Τζέρι Ράις δήλωσε ότι
«υπήρξαν στο παρελθόν περιπτώσεις έγκρισης συμμετοχής χωρίς χρηματοδότηση». Ο κ. Τόμσεν δεν κρύβει ότι έχει κουραστεί με την Ελλάδα. Επομένως, αν διασφαλιστεί ότι μετά τις γερμανικές εκλογές το ΔΝΤ θα μπορούσε να αποπληρωθεί για το υπόλοιπο των δανείων του (υπολογίζονται σε περίπου 13 δισ. ευρώ), τότε η Γερμανία και το Ταμείο θα ήταν ικανοποιημένοι. Αλλωστε, υπάρχουν πολλά αδιάθετα κονδύλια από το ελληνικό πρόγραμμα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθούν.
Το κλειδί του QE και το δίλημμα της Αθήνας
Η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται πλέον σε δίλημμα, παραδέχονταν τα τελευταία 24ωρα ενημερωμένοι αξιωματούχοι. Τα ζητήματα που τους απασχολούν είναι δύο. Πρώτον, το ενδεχόμενο η Αθήνα να πρέπει να ταχθεί υπέρ μιας άμεσης αποχώρησης του Ταμείου από το ελληνικό πρόγραμμα, αν και ευλόγως αυτό δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να επιβάλει. Δεύτερον, το ζήτημα της ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ. Ιδιαίτερα το δεύτερο κρίνεται μείζονος σημασίας, καθώς σε αυτό στηρίζεται μεγάλο μέρος της προσπάθειας επιστροφής και δανεισμού από τις αγορές.
Θα μπορούσε η ΕΚΤ να εγκρίνει την ένταξη στο QE χωρίς DSA από το ΔΝΤ; Η ανάλυση βιωσιμότητας του Ταμείου θα ήταν επιθυμητή αλλά όχι αναγκαία συνθήκη. Σε πρόσφατη συνέντευξή του, στις 18 Μαΐου, το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Μπενουά Κερέ δήλωσε σχετικά ότι «θα λάβουμε την απόφασή μας ανεξάρτητα και δεν χρειαζόμαστε επισήμως να συμμετέχει το ΔΝΤ, αν και σαφώς αυτό θα μας προσέφερε άνεση με όρους αξιοπιστίας των μέτρων για το χρέος». Θα μπορούσε να βρεθεί μια λύση απεμπλοκής; Ιδέες υπάρχουν, όπως υπάρχουν και δυσκολίες λόγω των «ιεράκων» του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ και κυρίως του επικεφαλής της Bundesbank Γενς Βάιντμαν.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ