Στον βαθμό ανάκτησης του 50% των «κόκκινων» δανείων, για τα οποία είναι υπό προϋποθέσεις δυνατή η οριστική διευθέτηση ή η επιτυχής αναδιάρθρωσή τους, θα παιχτεί το στοίχημα της επιστροφής του τραπεζικού κλάδου στην κανονικότητα. Πλέον, με ψηφισμένο το επικαιροποιημένο πλαίσιο διαχείρισης των επισφαλειών (ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, εξωδικαστικός συμβιβασμός, νομική κάλυψη στελεχών), οι τράπεζες θα επιχειρήσουν να καλύψουν στο επόμενο εξάμηνο το χαμένο έδαφος από την καθυστέρηση της αξιολόγησης.
Στο πλαίσιο αυτό, οι αρμόδιες διευθύνσεις θα «σηκώσουν μανίκια» για να πετύχουν τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά 10% εφέτος, κατά 13% το 2018 και κατά 17% το 2019, στη βάση των επιχειρησιακών σχεδιασμών που έχουν συμφωνηθεί με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM).
Προϋπόθεση η ανάκαμψη
Κορυφαίο τραπεζικό στέλεχος εκτιμά πως οι στόχοι, αν και φιλόδοξοι, είναι εφικτοί, υπό την προϋπόθεση ότι θα επιβεβαιωθεί η επιστροφή της οικονομίας σε ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 2% – 3% την επόμενη τριετία. Η ίδια πηγή σημειώνει πως οι δράσεις των τραπεζών θα κινηθούν σε τρία επίπεδα:
Πρώτον, στις διαγραφές δανείων. Εκτιμάται ότι τα μη ανακτήσιμα δάνεια αντιπροσωπεύουν περίπου το 30% των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Πρόκειται οφειλές περίπου 30 – 35 δισ. ευρώ, για τις οποίες έχουν σχηματιστεί υψηλά επίπεδα προβλέψεων και αργά ή γρήγορα θα τεθούν εκτός ισολογισμών, κυρίως μέσω διαγραφών και όπου είναι δυνατόν μέσω πωλήσεων σε τρίτους.
Δεύτερον, στο κυνήγι των στρατηγικών κακοπληρωτών, αυτών δηλαδή που έχουν τη δυνατότητα, αλλά επιλέγουν να μην πληρώνουν, κρυπτόμενοι έως σήμερα πίσω από οριζόντια μέτρα προστασίας των δανειοληπτών. Οι τράπεζες εκτιμούν ότι τα δάνεια αυτά αντιπροσωπεύουν το 25% των «κόκκινων» ανοιγμάτων, δηλαδή ανέρχονται σε περίπου 25 δισ. ευρώ.
Από εδώ και στο εξής, με τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και την επιτάχυνση των καταγγελιών και των νομικών ενεργειών θα σφίξει ο κλοιός για τους συγκεκριμένους οφειλέτες, οι οποίοι θα χάσουν την περιουσία τους, εάν συνεχίσουν να μην ανταποκρίνονται στις οχλήσεις των τραπεζών για ρύθμιση των χρεών τους.
Τρίτον, στις επιθετικές ρυθμίσεις των μη εξυπηρετούμενων, αλλά ανακτήσιμων δανείων, που αποτελούν το μεγαλύτερο κομμάτι, περίπου το 50% των «κόκκινων» οφειλών. Τα δάνεια αυτά εμφανίζουν από λίγες έως πολλές πιθανότητες να ξαναγίνουν πράσινα. Εμπειρο τραπεζικό στέλεχος κάνει λόγο για τις «50 αποχρώσεις του γκρι», θέλοντας να καταδείξει την… πολυποικιλότητα της συγκεκριμένης κατηγορίας χορηγήσεων. Υπογραμμίζει δε την ανάγκη για εξατομικευμένη αντιμετώπισή τους, ώστε οι παρεμβάσεις που θα γίνουν να έχουν αυξημένες πιθανότητες επιτυχίας.
Το μείγμα
Στόχο των τραπεζών αποτελεί η προώθηση βιώσιμων λύσεων, που θα διασφαλίζουν σε μεσοπρόθεσμο τουλάχιστον ορίζοντα την αποπληρωμή των μηνιαίων δόσεων. Τα επιχειρησιακά τους πλάνα προβλέπουν την ανάκτηση του 30% των προβληματικών χορηγήσεων από την ανακατάταξη δανείων στην κατηγορία των εξυπηρετούμενων και από τις εισπράξεις αναδιαρθρωμένων οφειλών μέσα στην ερχόμενη τριετία.
Ενα 15% – 20% των εσόδων θα προέλθει από ρευστοποιήσεις ενεχύρων μέσω πλειστηριασμών και ακίνητης περιουσίας που θα παραδοθεί στις τράπεζες οικειοθελώς ή αναγκαστικά με αντάλλαγμα την απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του. Το υπόλοιπο 50% της προσαρμογής θα επιτευχθεί από διαγραφές και από πωλήσεις χαρτοφυλακίων, κυρίως από την κατηγορία της καταναλωτικής πίστης.
Κρίσιμο το 2017
Μέσα στο επόμενο εξάμηνο οι τραπεζικές διοικήσεις θα εντατικοποιήσουν τις καταγγελίες δανείων και θα επισπεύσουν τους πλειστηριασμούς, με στόχο να αποκατασταθεί η συναλλακτική κουλτούρα στην εγχώρια αγορά. Σύμφωνα με τραπεζική πηγή, τα επόμενα δύο τρίμηνα είναι πολύ κρίσιμα για την επιτυχία των τεσσάρων συστημικών ομίλων στα stress tests του 2018.
Θεωρούν ότι εφόσον δεν υπάρξουν σημαντικές αποκλίσεις από τον εφετινό σχεδιασμό, οι τράπεζες θα περάσουν με επιτυχία τον «κάβο» των πανευρωπαϊκών ασκήσεων προσομοίωσης, χωρίς να χρειαστεί νέα ανακεφαλαιοποίηση του συστήματος.
Με τα έως σήμερα δεδομένα, εκτιμάται ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα μειωθούν κατά 10% εφέτος, με μία μικρή αύξηση σε σχέση με τους αρχικούς σχεδιασμούς των διαγραφών, οι οποίες εκτιμάται πως στο σύνολο του έτους θα κινηθούν στα επίπεδα των 4 δισ. ευρώ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ