Ελενα Ακρίτα
Το μυστικό της μπλε πολυκατοικίας Εκδόσεις Διόπτρα, 2017
σελ. 360, τιμή 16,60 ευρώ
Το βιβλίο παρουσιάζουν στον Ιανό στην Αθήνα (Σταδίου 24), την Τρίτη 30 Μαΐου, η Ελενα Ακρίτα και οι φίλοι της Γιάννης Ξανθούλης, Σταμάτης Φασουλής και Σταμάτης Κραουνάκης.Η εκδήλωση θα προβάλλεται ζωντανά και στο ianos.gr
Μόλις χτυπάω το κουδούνι, πίσω από τη σιδερένια πόρτα αρχίζει ένα πανδαιμόνιο από γαβγίσματα. Τρίτη μεσημέρι στη μονοκατοικία της Ελενας Ακρίτα στη Φιλοθέη. Στο σπίτι όπου γεννήθηκε και ζει ακόμη. Η πόρτα ανοίγει, περνάμε κήπο, πισίνα –τα μεγαλόσωμα φασαριόζικα σκυλιά σε απόσταση -, φτάνουμε στο καθιστικό. Ενα καφετί μικρόσωμο σκυλί έρχεται και τρίβεται στα πόδια μου. Δεν το έχω ξαναδεί, είναι όμως σαν να το ξέρω. Είμαι βέβαιη πως είναι η Λιλλούκο, το σκυλάκι που έχει πάντα κοντά της η αρχοντική Ρεγγίνα Θεοτόκη στο Μυστικό της μπλε πολυκατοικίας (Διόπτρα, 2017), το νέο αστυνομικό μυθιστόρημα της Ελενας Ακρίτα. Μέχρι να έρθει η συγγραφέας, κοιτάζω την ταυτότητα του ζώου: Λίλλη. Βαφτισμένη στη μνήμη της Λίλλης Παπαγιάννη, θείας της Ελενας Ακρίτα, όπως μαθαίνω λίγα λεπτά αργότερα, η Λίλλη έγινε η Λιλλούκο του βιβλίου –γιατί ποιος δεν θυμάται την προσφώνηση «ναυαρχούκο» της Παπαγιάννη στην ταινία «Δεσποινίς διευθυντής». Η Ηρα, η Λίζα, η Κίρκη, η Μαργκό, τα άλλα σκυλιά του σπιτιού, ακούγονται στον κήπο. Τα γατιά κάπου ραχατεύουν. «Θέλω τα ζώα να υπάρχουν στα βιβλία μου όπως υπάρχουν στη ζωή μου» ξεκινάει η Ελενα Ακρίτα.
Από τα ζώα της περάσαμε στο Netflix, σε σχόλια για τις εξελίξεις στον ΔΟΛ, στην υγεία της μητέρας της Σύλβας Ακρίτα, για να επιστρέψουμε στο προκείμενο: Πόσος δρόμος χωρίζει το ευθυμογράφημα, την προσωπική αφήγηση και το πολιτικό χρονογράφημα από το αστυνομικό μυθιστόρημα που φαίνεται να την ενδιαφέρει πολύ τα τελευταία χρόνια;
«Αστυνομικό, μυστήριο, φόνος είναι τα πάντα στη ζωή μας» εξηγεί. «Είναι η Κοκκινοσκουφίτσα και η κακιά μάγισσα με το δηλητηριασμένο μήλο. Αυτό με ιντριγκάρισε, το αίμα και η βία που έχουν τα παιδικά παραμύθια. Και μια και το συζητάμε, δεν συμφωνώ να εξωραΐζουμε τα παραμύθια για τα παιδιά. Η βία των παραμυθιών είναι προθάλαμος για τη ζωή τους, μας αρέσει ή δεν μας αρέσει».
Από τις πιο τρυφερές και αγαπημένες αναμνήσεις από τα δικά της παιδικά χρόνια είναι «καλοκαίρια στη Βουλιαγμένη με την Αγκαθα Κρίστι δίπλα στη θάλασσα, στα κίτρινα βιβλιαράκια των εκδόσεων Λυχνάρι που αγοράζαμε από το περίπτερο. Μετά κατάλαβα ότι κι ο Ντοστογέφσκι με τον τρόπο του γράφει αστυνομικό».
Ως αναγνώστρια λατρεύει την ανατροπή και το σασπένς, παρότι λέει πως δεν βρίσκει ποτέ τον δολοφόνο. «Ακόμα κι όταν έγραφα τα σίριαλ, βαριόμουνα τα ερωτικά, μου άρεσε πάντα το αστυνομικό σκέλος της ιστορίας. Η «Απλή τέχνη του φόνου» του Ρέιμοντ Τσάντλερ με βοήθησε πολύ όταν άρχισα να γράφω, όπως και τα ασπρόμαυρα φιλμ νουάρ που ανακάλυψα αργότερα».
Ταξική τοιχογραφία
Ωστόσο το Μυστικό της μπλε πολυκατοικίας δεν είναι, λέει, καθαρόαιμο αστυνομικό όπως ο προηγούμενος ευπώλητος Φόνος 5 αστέρων (Διόπτρα, 2015). «Παρουσιάζει μια παρέα παιδιών που τα ενώνει ένα μυστικό, ένας φόνος, που έχει γίνει σαράντα χρόνια πριν στην Αθήνα. Είναι ο τέλειος φόνος, μέχρι που το 2016, όταν όλοι είναι ήσυχοι κι έχουν μεγαλώσει, ο φόνος διαλευκαίνεται. Είναι ένα μυθιστόρημα με κοινωνικοπολιτικά στοιχεία που ενώνει πολλούς κόσμους, τον αναρχοαυτόνομο μεσήλικο ροκά με την κερκυραία αριστοκράτισσα, μια γλυκύτατη κομμώτρια και μια νεαρή με πίρσινγκ και τατουάζ. Είναι μια ταξική τοιχογραφία και μια καλή ματιά στα παρασκήνια της πολιτικής και της δημοσιογραφίας».
Πάντως το μυστήριο δεν εξοβελίζει τον έρωτα. Δύο ερωτικές ιστορίες, ένας φρέσκος νεανικός έρωτας στα χρόνια του Πολυτεχνείου και ο έρωτας δύο ανόμοιων ανθρώπων μέσης ηλικίας πρωταγωνιστούν στην πλοκή. «Τη λατρεύω αυτή τη δεύτερη ερωτική ιστορία και είμαι περήφανη γι’ αυτήν» λέει η Ελενα Ακρίτα. «Ο έρωτας στη μέση ηλικία, με όλες τις ενοχές και τα πρέπει που υπάρχουν, με ελκύει και ήθελα να περάσω το μήνυμα ότι οι άνθρωποι στη μέση ηλικία έχουν δικαίωμα όχι απλώς στη συντροφικότητα αλλά στον ειλικρινή και βαθύ έρωτα. Μου βγήκε αυθόρμητα αυτή η ιστορία, όπως αυθόρμητα μπήκαν και τα ζώα στο βιβλίο, η Λιλλούκο και το Ραδίκι».
Επικίνδυνες γενικεύσεις
Κυρίαρχες στο μυθιστόρημα είναι δύο γενιές, η γενιά του Πολυτεχνείου, του πολιτικού Αντώνη Σκιαδά, και η γενιά των 300 ευρώ, της δημοσιογράφου Ελσινόρης Χατζή. Βλέπουμε την πρώτη και στη ρομαντική και στην κυνική εκδοχή της. Τι από τα δύο ήταν τελικά; ρωτώ. «Οπως και στον Μάη του ’68 και σε όλες τις φοιτητικές εξεγέρσεις, είναι νομοτελειακό το γεγονός ότι κάποιοι θα τις εξαργυρώσουν και κάποιοι άλλοι θα μείνουν στα μετόπισθεν, θα μείνουν ενδεχομένως «χαμένοι», με την αγοραία έννοια. Το να βγαίνει η νέα γενιά και να λέει «H γενιά σας φταίει για όλα!» είναι μια επικίνδυνη γενίκευση. Το ότι κάποιοι Δαμανάκηδες και λοιποί εξαργύρωσαν με το παραπάνω μία νύχτα και έκαναν καριέρα σαράντα χρόνια δεν σημαίνει ότι ήμασταν όλοι έτσι. Είναι μια μειοψηφία ελάχιστη. Οι άλλοι μπορεί να ψιλοβολεύτηκαν σε δουλειές, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι άρμεξαν τη νύχτα του Πολυτεχνείου». Εδώ ξεσπαθώνει: «Αναθρέψαμε μια πλαδαρή γενιά η οποία μάς κουνάει το δάχτυλο καθιστή. Δεν μπορώ τη λογική να τη γλείφουμε τη γενιά αυτή. Ναι, είναι μια γενιά που ξεσπιτώνεται, σπουδάζει, έχει διδακτορικά και μένει άνεργη. Είμαι πάντα ενοχική όταν ανοίγω στον πιτσαδόρο, γιατί είμαι πεπεισμένη ότι έχει πολύ καλύτερες σπουδές από μένα. Υπάρχει όμως και μια άλλη ομάδα αυτής της γενιάς η οποία σαπίζει στον καναπέ, αυτοί που δεν θέλουν να κάνουν τη μια ή την άλλη δουλειά, που περνούν τη μέρα καθιστοί μπροστά στο Ιnstagram και στο Facebook ή κατεβάζοντας ταινίες στον υπολογιστή». Για να έρθει η ατάκα: «Με κώλο καθισμένο επανάσταση δεν γίνεται. Τίτλος». Είναι ζόρικο να παίρνεις συνέντευξη από δημοσιογράφο, το ‘χει δει το έργο, είναι πάντα ένα βήμα μπροστά. Υπογραμμίζω τη φράση και κάνω νοερή σημείωση να είμαι σε επιφυλακή για τον επόμενο τίτλο που θα έρθει. Το «κώλος» τίτλος στο κυριακάτικο μάλλον δεν παίζει.
Η Ελσινόρη Χατζή πάντως δεν είναι από αυτά τα παιδιά, είναι ένα θετικό πρότυπο. Η νεαρή δημοσιογράφος-ντετέκτιβ χάρη στην ερευνητική επιτυχία της διαλεύκανσης ενός φόνου μεταπηδά από το site όπου δούλευε για ψίχουλα σε μια ιστορική «συστημική» εφημερίδα, όπου κάνει τα πάντα και της χρωστάνε μισθούς. «Μου αρέσει που η Ελσινόρη παρότι έχει απομυθοποιήσει τον κόσμο της μεγάλης δημοσιογραφίας δεν είναι κυνική, έχει ακόμη πάθος για τη δουλειά της. Μου θυμίζει τον εαυτό μου» σχολιάζει η Ελενα Ακρίτα. Ποιο είναι το μέλλον της ελληνικής δημοσιογραφίας; «Ή ταν ή επί τας» απαντά η παλαίμαχη δημοσιογράφος.
Επαναστατικό παρελθόν, φαύλοι πολιτικοί, ρομαντικοί έρωτες, έγκλημα. Το βιβλίο έχει τα στοιχεία για να πετύχει ως σίριαλ. «Δεν κάνει για σειρά», με διορθώνει η συγγραφέας, «είναι ντεκουπαρισμένο για ταινία». Αλλά δεν σκέφτεται ακόμη την κινηματογραφική μεταφορά του. Για την ώρα θέλει το βιβλίο να αγαπηθεί και –γιατί όχι; –να πουλήσει. Τι θα κάνει με τα έσοδα από τις πωλήσεις; Θα πάει με τις φίλες της στη Βιέννη να δουν το «Ελιξίριο του έρωτα», την όπερα του Ντονιτσέτι. Κάτι τέτοια ταξίδια τής έλειψαν στα χρόνια της κρίσης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ