«Δεν ήρθα εδώ για να σας δώσω μαθήματα, για να σας πω πως θα πρέπει να ζείτε», επισήμανε κατά την ομιλία του στο Ριάντ ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Ο Ντόναλντ Τραμπ επέλεξε τη Σαουδική Αραβία ως τον πρώτο σταθμό της περιοδείας του στη Μέση Ανατολή για να παρουσιάσει το δικό του δόγμα όσον αφορά το Ισλάμ. Βρίσκεται στους αντίποδες όλων όσα είχε αναφέρει ο Μπαράκ Ομπάμα στο Κάιρο το 2009 υπέρ της δημοκρατίας. Ο Τραμπ προσφέρει την αμέριστη στήριξή του στις σουνιτικές μοναρχίες του Περσικού Κόλπου δίχως να επικρίνει στο ελάχιστο τις όποιες σκοταδιστικές αρχές και πεποιθήσεις τους, και ζητάει ως αντάλλαγμα να αναλάβουν τις ευθύνες τους και, οπότε, δράση, κατά της ισλαμιστικής τρομοκρατίας, τόσο στο εσωτερικό των χωρών τους όσο και στον υπόλοιπο κόσμο.
«Τα έθνη της Μέσης Ανατολής δεν μπορούν ν’ αναμένουν ότι η Αμερική θα νικήσει (τους τζιχαντιστές). Εσείς πρέπει να καταπολεμήσετε αυτόν τον εχθρό που δολοφονεί στο όνομα της θρησκείας σας», είπε, καθησυχάζοντας ταυτόχρονα τους ηγέτες των χωρών-μελών του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (Gulf Cooperation Council) ότι δεν θα υπάρξει καμιά παραχώρηση προς τον κοινό εχθρό, το Ιράν όπου την Παρασκευή ο μετριοπαθής Χασάν Ροχανί κέρδισε ακόμη μια θητεία στην προεδρία της Ισλαμικής Δημοκρατίας.
Θα μπορούσε να γίνει λόγος για μια επιστροφή στην realpolitik του Χένρι Κίσινγκερ, με τον Τραμπ να μιλάει από την πλευρά του για έναν «πραγματισμό βασισμένο σε αρχές» το οποίο προσδιορίζει ως εξής: «η ασφάλεια επέρχεται στη σταθερότητα, εμείς δεν θα εγκαταλείψουμε τους συμμάχους μας». Πρόκειται για μια αναφορά στην κατηγορία που η αμερικανική δεξιά προσήψε στον Μπαράκ Ομπάμα για την περίοδο κατά την οποία υποστήριζε την Αραβική Άνοιξη, συμβάλλοντας, έστω και έμμεσα, στην πτώση του Χόσνι Μουμπάρακ στην Αίγυπτο. Κατά την ομιλία του στο πανεπιστήμιο του Καΐρου τον Ιούνιο του 2009, Μπαράκ Ομπάμα είχε επικαλεστεί τις πανανθρώπινες καθολικές αξίες, ενέργεια που στη συνέχεια ερμηνεύτηκε ως ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν στο ξέσπασμα των εξεγέρσεων στην Τυνησία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη, τη Συρία, το Μπαχρέιν και την Υεμένη.
Μιλώντας από την πρωτεύουσα ενός από τα πιο αντιδραστικά καθεστώτα στον κόσμο, το οποίο στήριξε και χρηματοδότησε τεμένη και μαντράσες εξτρεμιστών ανά την υφήλιο, ο Τραμπ ξεκαθάρισε ότι δεν σκοπεύει να εξάγει ούτε δημοκρατία ούτε ελευθερία. Υπήρξε μια αναφορά στην «καταπίεση των γυναικών» και τις διώξεις κατά των θρησκευτικών μειονοτήτων, η οποία θα μπορούσε να εκληφθεί ως επικριτική προς τους Σαουδάραβες. Μετριάζεται, όμως, από την πλήρη στήριξη που υποσχέθηκε ο Τραμπ, τόσο στο Ριάντ όσο και στους υπόλοιπους παραδοσιακούς συμμάχους των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή, με μοναδική προϋπόθεση να ενωθούν με την Αμερική στη μάχη κατά της τρομοκρατίας, καταδικάζοντάς την ακόμα και στο όνομα της μουσουλμανικής πίστης.
Όσον αφορά την Τεχεράνη, ο αμερικανός πρόεδρος ήταν ξεκάθαρος: «το Ιράν χρηματοδοτεί, εξοπλίζει και εκπαιδεύει τρομοκράτες που προκαλούν καταστροφές και επιφέρουν το χάος. Στη Συρία ο Άσαντ, με τη στήριξη των Ιρανών, διέπραξε εγκλήματα ανείπωτα», δήλωσε, ζητώντας από όλα τα έθνη να απομονώσουν το Ιράν. Τί σημαίνει, όμως, αυτό στην πράξη;
«Με την επίσκεψη του Τραμπ στη Σαουδική Αραβία σημειώθηκε ξεκάθαρα μια στροφή όσον αφορά τους πολιτικούς συσχετισμούς στην ευρύτερη περιοχή, γεγονός που θα δυσκολέψει ιδιαίτερα τον Χασάν Ροχανί, παρά την επικράτησή του στις εκλογές. Η Αμερική συντάχθηκε με τις απόψεις της Σαουδικής Αραβίας, που στρέφονται όλες κατά του Ιράν. Η ομιλία του Τραμπ, όπως και εκείνη του σαουδάραβα βασιλιά, δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία», υποστήριξε, μιλώντας στην ιταλική La Repubblica, o Βάλι Νασρ, πρύτανης της Σχολής Ανώτερων Διεθνών Σπουδών στο πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς. Σύμφωνα με τον ιρανοαμερικανικό ειδικό στη Μέση Ανατολή και τον ισλαμικό κόσμο, γενικότερα, «το Κογκρέσο θα εγκρίνει νέες κυρώσεις και δεν θα είναι ιδιαίτερα πρόθυμο να επιτρέψει να τεθούν σε ισχύ οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί. O Τραμπ δεν ασχολείται με το ότι πραγματοποιήθηκαν εκλογές στο Ιράν και τις κέρδισε η παράταξη που τάσσεται υπέρ των μεταρρυθμίσεων. Αυτά είναι πράγματα που απασχολούν τους Ευρωπαίους. Η στρατηγική του Τραμπ σχεδιάζεται με βάση αποκλειστικά ζητήματα ασφαλείας. Αυτόν που τον ενδιαφέρει είναι μόνον να μην πληγεί η Αμερική από την τρομοκρατία».
Από το Ριάντ ο Τραμπ απηύθυνε έκκληση για τη δημιουργία «μιας συμμαχίας εθνών με κοινό στόχο να πατάξουμε τον εξτρεμισμό και να δώσουμε στα παιδιά μας ένα μέλλον ελπίδας που τιμά τον Θεό». Για μια παρόμοια «συμμαχία των προθύμων» είχε εργαστεί εντατικά μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος, και όπως ακριβώς εκείνος ξεκίνησε την εκστρατεία τοy κατά του «Άξονα του Κακού», με κύριους εχθρούς το Ιράκ, το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα, έτσι και ο Ντόναλντ Τραμπ εμφανίστηκε έτοιμος να ηγηθεί αυτής της νέας «μάχης ανάμεσα στο Καλό και στο Κακό» και να κηρύξει το δικό του πόλεμο κατά του ισλαμικού φονταμενταλισμού.