Η ανάδυση της Μεταπολίτευσης

Η Μεταπολίτευση στάθηκε για περίπου τέσσερις δεκαετίες η έννοια εκείνη που συνιστούσε από μόνη της το σκηνικό της πολιτικής ζωής.

Η Μεταπολίτευση στάθηκε για περίπου τέσσερις δεκαετίες η έννοια εκείνη που συνιστούσε από μόνη της το σκηνικό της πολιτικής ζωής. Καταστατική αρχή της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, έλαβε ταυτόχρονα τον χαρακτήρα πολιτειολογικής τομής, διαδεχόμενη την απριλιανή δικτατορία, και αυτοτελούς ιστορικής περιόδου επεκτεινόμενη ώστε να καλύψει χρονικά ολόκληρο το εύρος των ετών από το 1974 και εντεύθεν. Είναι ενδιαφέρον ότι αν και το τέλος της ανακοινώθηκε πολλές φορές, με ιδιαίτερη έμφαση στις κυβερνητικές μεταβολές του 1981, του 1989, του 1996 και του 2004, μόνο μετά την είσοδο στη μνημονιακή εποχή και την κατάρρευση του κλασικού δικομματισμού φαίνεται να επικρατεί στον δημόσιο διάλογο μια γενικότερη αίσθηση λήξης της, παρά το γεγονός ότι το σημείο οριστικής στίξης ταλαντεύεται ακόμη μεταξύ 2010, 2012 και 2015.


Λεωνίδας Καλλιβρετάκης,
Δικτατορία και Μεταπολίτευση

εκδόσεις Θεμέλιο, 2017
σελ. 280, τιμή 15,90 ευρώ


Βαγγέλης Καραμανωλάκης, Ηλίας Νικολακόπουλος, Τάσος Σακελλαρόπουλος (επιμ.)
Η Μεταπολίτευση ’74-’75. Στιγμές μιας μετάβασης

Εκδόσεις Θεμέλιο, 2016
σελ. 248, τιμή 14,84 ευρώ


Μάνος Αυγερίδης, Εφη Γαζή, Κωστής Κορνέτης (επιμ.)
Μεταπολίτευση. Η Ελλάδα στο μεταίχμιο δύο αιώνων

Εκδόσεις Θεμέλιο, 2015
σελ. 448, τιμή 24,38 ευρώ


Αργύρης Γ. Πασσάς, Δημήτρης Π.Σωτηρόπουλος, Αθανασία Τριανταφυλλοπούλου, Θεόδωρος Ν. Τσέκος (επιμ.)
Οι θεσμοί στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης. Αποτίμηση μιας αντιφατικής περιόδου

Εκδόσεις Παπαζήση, 2016
σελ. 638, τιμή 31,80 ευρώ

Θα μπορούσε επιπλέον να ισχυρισθεί κανείς πως το σύνθημα των «αγανακτισμένων» για τη χούντα που «δεν τελείωσε το ’73» αποτέλεσε συμβολικά την αφετηρία ενός βίαιου αναστοχασμού της Μεταπολίτευσης, βίαιου τόσο ως προς τη γλώσσα όσο και ως προς την απότομη εισβολή του στην καθημερινότητα: αμφισβητώντας τη δημοκρατική νομιμοποίηση, εξισώνοντας τους πραξικοπηματίες συνταγματάρχες με ένα καθεστώς πλήρους πολιτικής ελευθερίας, ταυτίζοντας την οιoνεί χρεοκοπία με χρεοκοπία πολιτικού και αξιακού περιεχομένου ήταν μια πρόταση που ακύρωνε τη μετά το 1974 εποχή ως δημοκρατικό κεκτημένο. Ωστόσο, αφήνοντας κατά μέρος την αποπνικτική λεκτική βία των social media και τις πολλές ακρότητες του δημοσίου διαλόγου σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, η αναμόχλευση της συζήτησης για το πρόσημο της Μεταπολίτευσης συνέβαλε οπωσδήποτε στην πύκνωση επιστημονικών συνεδρίων, εκδόσεων, αφιερωμάτων και εκδηλώσεων που υποδεικνύουν τη σταδιακή ανάδυση ενός νέου ερευνητικού αντικειμένου. Σταχυολογώντας την εκδοτική παραγωγή της τελευταίας τριετίας εντοπίζει κανείς πρακτικά συνεδρίων («Η Μεταπολίτευση ’74-’75», εκδ. Θεμέλιο, «Μεταπολίτευση. Η Ελλάδα στο μεταίχμιο δύο αιώνων», εκδ. Θεμέλιο, «Οι θεσμοί στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης», εκδ. Παπαζήση), αυτοβιογραφικά κείμενα και αφηγήματα («Στιγμές της Μεταπολίτευσης, 1974-1984» του Δημήτρη Κ. Ψυχογιού, εκδ. Επίκεντρο, «Και βέβαια αλλάζει!» της Αγγέλας Καστρινάκη, εκδ. Κίχλη), απόπειρες ερμηνείας στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης («Ποιοι και πώς μας οδήγησαν στη χρεοκοπία» του Θάνου Παπαδόπουλου, εκδ. Gutenberg).

Στην εκδοτική παραγωγή της τελευταίας τριετίας για τη Μεταπολίτευση θα πρέπει να προστεθούν αφιερώματα περιοδικών και εφημερίδων, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της συμπλήρωσης 40 ετών από τη Μεταπολίτευση το 2014 ή και εκδηλώσεις που αγγίζουν περιόδους του μεταπολιτευτικού χρόνου, όπως η πρόσφατη έκθεση «GR80s» στην Τεχνόπολη. Οι 80.000 επισκέπτες της τελευταίας πιστοποιούν το αυξημένο ενδιαφέρον του κοινού για πτυχές της περιόδου, ενώ η ανάθεση της επιμέλειας συγκεκριμένων τομέων σε ιστορικούς, πολιτικούς επιστήμονες και κοινωνιολόγους επικυρώνει τόσο την εκ μέρους τους διάθεση διερεύνησης όσο και την ύπαρξη υλικού ή στοχασμού υπό επεξεργασία.

«Υπάρχει μια τάση, περισσότερο δημοσιογραφική, που κάνει αξιολογικές κρίσεις σε σχέση με τη Μεταπολίτευση, αφορμώμενη από μια προσπάθεια κατανόησης των πρόσφατων γεγονότων που οδήγησαν στην κρίση» παρατηρεί ο ιστορικός Κωστής Κορνέτης, ερευνητής του τμήματος Ιστορίας του Πανεπιστημίου Carlos III της Μαδρίτης. «Η πιο επιστημονική προσέγγιση, που και αυτή αναπόφευκτα εκκινείται από τις ανησυχίες του παρόντος, προσπαθεί να αποφύγει τα μονοδιάστατα σχήματα που κρίνουν αυτή την περίοδο με όρους επιτυχίας ή αποτυχίας και μας εγκλωβίζουν σε προβληματικές γενικεύσεις. Γίνεται μια προσπάθεια να ξεπεράσουμε την συλλήβδην απόρριψη και δαιμονοποίηση της εποχής που ακολούθησε τον εκδημοκρατισμό της χώρας, περίοδο που λειτούργησε μετωνυμικά και ως εκ τούτου παραπλανητικά σε σχέση με το ΠαΣοΚ, και να εστιάσουμε, αντ’ αυτού, στα ίδια τα γεγονότα και στην ανθρώπινη εμπειρία, ιστορικοποιώντας τις πολιτικές μεταβολές και τους κοινωνικούς μετασχηματισμούς, υπερβαίνοντας τη λογική του μαύρου – άσπρου».

Υπάρχει οπωσδήποτε ένα υπόβαθρο ερευνητικών προσεγγίσεων ως προς πτυχές της Μεταπολίτευσης ήδη από τη δεκαετία του ’80. Πρόκειται για έργα πολιτικής επιστήμης και κοινωνιολογίας, κυρίως, τα οποία παραπέμπουν στο φαινόμενο του λαϊκισμού με πρότυπο το πρώιμο ΠαΣοΚ του Ανδρέα Παπανδρέου – ενδεικτικά θα μπορούσε να αναφέρει κανείς τα βιβλία «Στον αστερισμό του λαϊκισμού» (εκδ. Γκόνη) του Αγγελου Ελεφάντη ή «ΠαΣοΚ. Δομή, εσωκομματικές κρίσεις και συγκέντρωση εξουσίας» (εκδ. Εξάντας) του Μιχάλη Σπουρδαλάκη. Παρόμοιες διερευνητικές τομές εντάσσονται ουσιαστικά στη μελέτη των θεσμών, πεδίο που επισκέπτεται αναλυτικά ο συλλογικός τόμος «Οι θεσμοί στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης» (εκδ. Παπαζήση) σε επιμέλεια Αργύρη Πασσά, Δημήτρη Σωτηρόπουλου, Αθανασίας Τριανταφυλλοπούλου και Θεόδωρου Τσέκου που εστιάζει στην εξέταση πτυχών των φορέων δημόσιας εξουσίας, κομμάτων και κοινωνίας. Τίτλοι άρθρων όπως «Πολιτική, κράτος, κοινωνία: Τομές και συνέχειες από την προδικτατορική στη μεταπολιτευτική Ελλάδα», «Κοινοβουλευτισμός και πολιτική καρτελοποίηση: Η περίπτωση του ΠαΣοΚ», «Εμπιστοσύνη στους θεσμούς και ελληνική πολιτική κουλτούρα (1999-2011)» δίνουν μια ιδέα για το περιεχόμενο και τις κατευθύνσεις του.

Διάρκειες και μεταβάσεις

Ωστόσο, η οριοθέτηση ενός νέου πεδίου έρευνας επιτάσσει τη χάραξη συνόρων και τη σήμανση βασικών εννοιών. Τρεις πρόσφατες ιστορικές προσεγγίσεις εστιάζουν στις διάρκειες, στη μετάβαση, στον «χρονότοπο» που συνιστά η Μεταπολίτευση. Είναι αξιοσημείωτες, για παράδειγμα, οι τύχες του όρου που χαρτογραφεί ο Λεωνίδας Καλλιβρετάκης στο οικείο κείμενο του βιβλίου του «Δικτατορία και Μεταπολίτευση» (εκδ. Θεμέλιο). Κατά το πρώτο δίμηνο μετά την πτώση της χούντας, όπως παρατηρεί, στις ελάχιστες περιπτώσεις που χρησιμοποιήθηκε σήμαινε τη «Μεταπολίτευση» του δικτάτορα Γεώργιου Παπαδόπουλου – την κατάργηση της βασιλείας και τη δική του ανάρρηση στην προεδρία της «δημοκρατίας» που ο ίδιος είχε εξαγγείλει το καλοκαίρι του 1973. Μόλις τον Σεπτέμβριο του 1974 ανιχνεύει ο Καλλιβρετάκης τη χρήση του όρου με τη γνωστή αργότερα σημασία σε ένα κείμενο του Γρηγόρη Φαράκου στον «Ριζοσπάστη» και πάλι όμως, σύμφωνα με τον συγγραφέα, προκειμένου να υπονοηθεί ακριβώς το κίβδηλο περιεχόμενο της μεταβολής. Ακόμη πάντως και όταν η Μεταπολίτευση πολιτογραφήθηκε ως συνώνυμη της αποκατάστασης της δημοκρατίας, οι διάρκειές της παρέμειναν ζητούμενο. Ο Καλλιβρετάκης εντοπίζει μια σχεδόν στιγμιαία διάρκεια που αναφέρεται στην παράδοση της εξουσίας από τους στρατιωτικούς στις 23-24 Ιουλίου 1974 ή στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή (Ιούλιος – Οκτώβριος 1974), μια ευρύτερη ως το 1989 και τη μεταγενέστερη μακρά διάρκεια που συχνά συνδυάστηκε με προαναγγελίες του τέλους της.

Μια «σύντομη Μεταπολίτευση» 18 μηνών (Ιούλιος 1974 – Δεκέμβριος 1975) τίθεται στο επίκεντρο των συντελεστών του τόμου «Η Μεταπολίτευση ’74-’75». Η «στιγμή» της μετάβασης διερευνάται στα πολιτικά διλήμματα, στις εξελίξεις στην ανώτατη εκπαίδευση και στο εργατικό κίνημα, στις δίκες των πραξικοπηματιών, συγκρίσεις με τη μεταπολιτευτική Ισπανία, μεταξύ άλλων, αποφεύγοντας συνειδητά την τελεολογική εξέλιξη ολοκλήρωσης που συνδέεται με μια μακρά διάρκεια ευνοώντας συνήθως την υπόδειξη συνεχειών σε βάρος τομών και ασυνεχειών. «Η αιτιολόγηση, λ.χ., της σημερινής οικονομικής κρίσης με βάση τα μέτρα εγκαθίδρυσης του δημοκρατικού πολιτεύματος κατά τη δεκαετία του ’70 αποτελεί σύμπτωμα αυτής της λογικής» σημειώνουν στην εισαγωγή οι επιμελητές Βαγγέλης Καραμανωλάκης, Ηλίας Νικολακόπουλος και Τάσος Σακελλαρόπουλος. Για τους ίδιους, η περίοδος των δεκαοκτώ μηνών μετά την πτώση της χούντας χαρακτηρίζεται από μια «έντονη αμφισημία μεταξύ συνέχειας και τομής». Συνέχειες αποτυπώνονται στο προδικτατορικό πολιτικό προσωπικό που διαχειρίστηκε τη μετάβαση ή στον όρο «αποκατάσταση» για την επάνοδο της δημοκρατίας, τομές στην κατάργηση της μοναρχίας, τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, την άρση των έκτακτων μέτρων του Εμφυλίου.

Συνέχειες και συνδέσεις

«Οπως η διαιρετική τομή του 1967 αμφισβητείται μέσα από μια περιοδολόγηση που εστιάζει στις συνέχειες που παρατηρούνται σε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό επίπεδο στη «μακρά δεκαετία του ’60», κάτι ανάλογο ισχύει εν μέρει και για το τέλος του καθεστώτος, το 1974. Καταδεικνύονται μια σειρά από συνέχειες και επιβιώσεις, ενώ καταρρίπτεται η έννοια της απόλυτης τομής. Φαίνεται ξεκάθαρα πως ενώ πολιτικά το τέλος της δικτατορίας σφραγίζει ο ερχομός και η ορκωμοσία του Κωνσταντίνου Καραμανλή στις 24 Ιουλίου, υπάρχουν τομείς όπως η κουλτούρα, η κατανάλωση, η νεολαία και τα κοινωνικά κινήματα που δεν συμβαδίζουν υποχρεωτικά με το «πολιτικό ημερολόγιο»» επισημαίνει ο Κωστής Κορνέτης. Ο τόμος «Μεταπολίτευση. Η Ελλάδα στο μεταίχμιο δύο αιώνων» σε επιμέλεια Μάνου Αυγερίδη, Εφης Γαζή και Κωστή Κορνέτη υποδεικνύει αυτήν ακριβώς την προοπτική προτείνοντας την πολλαπλή σημασιοδότηση της έννοιας ως «χρονότοπου» («υπήρξε ταυτόχρονα εποχή, ιστορική περίοδος, διαδικασία σε εξέλιξη, χώρος, πεδίο, πορεία μετάβασης») προκειμένου να εξηγηθούν η αντοχή του όρου και ο πληθυντικός του χαρακτήρας.

Το ανάπτυγμα των προβληματισμών για αυτήν τη διαδικασία καλύπτει τελικά ένα εξαιρετικό εύρος, από τη μετεξέλιξη των οδωνυμίων ως την πολιτική οργάνωση και από τη «γενιά του Πολυτεχνείου» ως τις μορφές εξευρωπαϊσμού.
Επιστρέφοντας στο σημείο αφετηρίας, στην περιοδολόγηση, ας υπογραμμισθεί ένα σημείο για την αρχή της Μεταπολίτευσης. Διακρίνει κανείς σε όλα τα παραπάνω την ιστοριογραφική απόρριψη της δικτατορίας ως παρένθεσης: η επταετία δεν αποτελεί αυτόνομη στιγμή, όπως κατά κανόνα εμφανιζόταν στον δημόσιο / δημοσιογραφικό λόγο του παρελθόντος. Συνάπτεται και συνεξετάζεται με τη Μεταπολίτευση, καθώς «είναι το ίδιο το δικτατορικό καθεστώς και οι καταστροφικές επιλογές του που επικαθορίζουν τη μορφή και εν μέρει την εξέλιξη της Μεταπολίτευσης» όπως παρατηρεί ο Κωστής Κορνέτης. Στη συγκυρία των 50 ετών από την 21η Απριλίου αναδεικνύεται με σαφήνεια η συνάρτηση, αλλά και η πλήρης αντίθεση, με την 24η Ιουλίου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.