Ο μόνος αξιόπιστος, αδιάβλητος και επιτυχημένος θεσμός που έχει η χώρα είναι οι πανελλαδικές εξετάσεις. Λειτουργεί άψογα τόσα χρόνια χωρίς να έχει υπάρξει ποτέ κάποιο κρούσμα διαρροής θεμάτων, κάποια υπόνοια διαφθοράς ή προνομιακής μεταχείρισης κάποιων υποψηφίων έναντι άλλων.
Ε ,λοιπόν, το μοναδικό όρθιο θεσμό της χώρας αποφάσισε ο κ. Τσίπρας να τον αλλάξει. Θα καταργήσει – λέει – τις πανελλαδικές εξετάσεις, επειδή η διαδικασία είναι απάνθρωπη και εξοντωτική. Και θα προωθήσει νέο σύστημα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια μέσω του απολυτηρίου του Λυκείου.
Επί της ουσίας, ο κ. Τσίπρας επιχειρεί για μία ακόμη φορά – παραμονές της ψήφισης των επώδυνων μέτρων για το 2019 και το 2020 – να χαϊδέψει και πάλι τα αυτιά των πολιτών που ονειρεύονται τα παιδιά τους να εισαχθούν στην Ανωτάτη Εκπαίδευση χωρίς να κουραστούν ή ακόμη κι αν δεν έχουν τα προσόντα για κάτι τέτοιο.
«Σχεδιάζουμε, είπε χτες ο Πρωθυπουργός, τη ριζική αναβάθμιση των δυο τελευταίων τάξεων του Λυκείου, κάτι που θα οδηγήσει στην κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων, τουλάχιστον έτσι όπως τις γνωρίσαμε μέχρι σήμερα. Η αναβάθμιση των δυο τελευταίων τάξεων σημαίνει λιγότερα μαθήματα με περισσότερες ώρες. Σημαίνει έμφαση στη σχολική ζωή, σημαίνει ότι το εθνικό απολυτήριο θα είναι αυτό το οποίο θα ορίζει την κατανομή των εισακτέων στις σχολές της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.»
Η διαδικασία που περιγράφει ο κ. Τσίπρας ,στην οποία έχει αναφερθεί και στο παρελθόν ο υπουργός Παιδείας κ. Γαβρόγλου δεν είναι άλλη από το σύστημα του Ιντερνάσιοναλ Μπακαλορεά (I.B.) προσαρμοσμένο στα ελληνικά δεδομένα – χωρίς δηλαδή τη διδασκαλία των μαθημάτων στα Αγγλικά – που γίνεται σήμερα σε ελάχιστα ακριβά ιδιωτικά σχολεία της χώρας.
Το σύστημα αυτό προβλέπει ότι στις δυο τελευταίες τάξεις του Λυκείου οι μαθητές διαλέγουν 6 κύρια μαθήματα (ανάλογα με τον τομέα που θέλουν να σπουδάσουν) τα οποία μελετούν σε βάθος. Με πολύωρες παραδόσεις εκ μέρους των καθηγητών, με εκτεταμένη βιβλιογραφία η οποία πρέπει να μελετηθεί εξαντλητικά από τους μαθητές και πολλαπλές εργασίες χιλιάδων λέξεων. Μια διετής σπουδή που ισοδυναμεί ουσιαστικά με το πρώτο έτος του Πανεπιστημίου .
Αυτό που δεν λέει ο κ. Τσίπρας στους πολίτες είναι ότι στο σύστημα του IB υπάρχουν εξετάσεις και μάλιστα πολύ σκληρές- τόσο στην Β΄Λυκείου όσο και στη Γ’ Λυκείου – , από την βαθμολογία των οποίων εξαρτάται η είσοδος των υποψηφίων στο Πανεπιστήμιο.
Ουσιαστικά δηλαδή, οι πανελλαδικές εξετάσεις δεν θα γίνονται μετά το τέλος του Λυκείου – όπως ισχύει σήμερα – αλλά μεταφέρονται στις δύο τελευταίες τάξεις του σχολείου. Άρα και πάλι οι μαθητές θα πρέπει να έχουν άριστες επιδόσεις άριστα – και στις δύο τάξεις- αν θέλουν να εισαχθούν σε μία σχολή υψηλής ζήτησης.
Αυτό επίσης που δεν λέει ο κ.Τσίπρας – ίσως γιατί δεν του το έχει εξηγήσει ο κ.Γαβρόγλου – είναι ότι ένα τέτοιο σύστημα είναι ουσιαστικά ανέφικτο να λειτουργήσει με την σημερινή οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα .
Ως γνωστόν, όπως έδειξε και η τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα έχει από το πλέον γερασμένο εκπαιδευτικό προσωπικό στον κόσμο (μέσος όρος 50 ετών) , μεγάλη ανισότητα μεταξύ του επιπέδου των εκπαιδευτικών και κυρίως πολύ χαμηλά κονδύλια για την εκπαίδευση και επιμόρφωση των καθηγητών – απαραίτητη για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν με επάρκεια σε ένα τέτοιο απαιτητικό πρόγραμμα διδασκαλίας.
» Όταν μεγάλα ιδιωτικά σχολεία μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη με πολλές χιλιάδες ευρώ δίδακτρα το χρόνο που ξοδεύουν τεράστια κονδύλια για να προσελκύσουν υψηλού επιπέδου καθηγητές ΙΒ λαχανιάζουν για να καταφέρουν να πιάσουν το απαιτούμενο επίπεδο διδασκαλίας πως θα μπορέσουν να το πετύχουν τα μικρά δημόσια σχολεία της επαρχίας» λέει χαρακτηριστικά διευθυντής γνωστού ιδιωτικού σχολείου που έχει τεράστια πείρα σε εκπαιδευτικά θέματα.
Επί της ουσίας εάν η Ελλάδα θέλει να προχωρήσει με ένα τέτοιο σύστημα ,θα πρέπει να βρει πολλά εκατομμύρια ευρώ για προσλήψεις νέων καθηγητών και επιμόρφωση των παλαιότερων γενιών . Κι ώσπου να γίνει κάτι τέτοιο εφικτό , η απόσταση του εκπαιδευτικού επιπέδου μεταξύ κάποιων δημόσιων σχολείων μεγάλων πόλεων και των μικρών σχολείων της επαρχίας θα μεγαλώνει συνεχώς σε βάρος των λιγότερο προνομιούχων σχολείων δημιουργώντας υποψήφιους δύο ταχυτήτων.
Είναι ασφαλώς πολύ καλό που – έστω – και μετά από δύο χρόνια και τρεις μήνες που βρίσκεται η κυβέρνηση της Αριστεράς στην εξουσία ο κ. Τσίπρας ασχολήθηκε με την Παιδεία – ακολουθώντας τα προαπαιτούμενα Νο72 και Νο73 του πρόσθετου μνημονίου που ζητεί τριετές σχέδιο δράσης για την Παιδεία και μελέτη της έκθεση του ΟΟΣΑ για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Ωστόσο οι αλλαγές στο σχολείο ,εάν κάποιος ελπίζει να έχουν αποτέλεσμα , απαιτούν βαθιά γνώση του αντικειμένου, εκτεταμένο διάλογο μέσα στην εκπαιδευτική κοινότητα, σημαντικά κονδύλια και συμφωνία με τα κόμματα της αντιπολίτευσης πριν νομοθετηθούν.
Στην προκειμένη περίπτωση είναι ,δυστυχώς, άλλη μία κίνηση άρπα -κόλα της κυβέρνησης Τσίπρα μόνο και μόνο για τις εντυπώσεις – από τον τρίτο μέσα σε 2 χρόνια υπουργό παιδείας των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ . Λίγη σοβαρότητα δεν βλάπτει, τουλάχιστον όταν πρόκειται για θέματα εκπαίδευσης των παιδιών μας.