Το έκτακτο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ και, συνακόλουθα, η «κατάργηση» της
Κεντρικής Επιτροπής και του γραμματέα της «δεν είναι ξεκαθάρισμα
λογαριασμών», αλλά «καταστατική κίνηση που δίνει διέξοδο» δηλώνει η
επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Φώφη Γεννηματά, στη συνέντευξη
που παραχώρησε στην εφημερίδα Τα Νέα Σαββατοκύριακο.
Η Φώφη Γεννηματά προειδοποιεί σε αυστηρούς τόνους ότι δεν θα επιτρέψει «να επιστρέψουν στον χώρο ξεπερασμένες λογικές του χθες».
Συγκεκριμένα αναφέρει: «Ο κόσμος έχει αλλεργία στις εσωκομματικές διενέξεις, και με το
δίκιο του. Λέει στη σημερινή μάλιστα συγκυρία: «Εδώ ο κόσμος χάνεται,
βαρκούλες αρμενίζουν». Με αίσθημα ευθύνης απέναντι στη λαϊκή βάση, στον
κόσμο που μας πιστεύει, προχώρησα στην απόφαση για έκτακτο Συνέδριο του
ΠΑΣΟΚ.
»Μια πρωτοβουλία που δεν διχάζει, μια επιλογή πολιτική,
θεσμική, καταστατική, που δίνει διέξοδο και ξεκαθαρίζει τους όρους
λειτουργίας του κόμματος και το πολιτικό πλαίσιο βάσει του οποίου
κινούμαστε.
»Δεν είναι ξεκαθάρισμα λογαριασμών, απλά δεν
επιτρέπουμε να επιστρέψουν στον χώρο ξεπερασμένες λογικές του χθες. Η
θετική ανταπόκριση του κόσμου σε αυτή την κίνηση επιβεβαιώνει την
ορθότητά της. Οχι μόνο δεν φεύγουν, αλλά αντίθετα πεισμώνουν και
στηρίζουν με πάθος.»
Σε ακόμη αυστηρότερο ύφος, η επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης καταγγέλλει την κυβέρνηση Τσίπρα ότι «έχει αλυσοδέσει τη χώρα», καθώς «προχωρά σε άλλη μία συνθηκολόγηση με όρους ηττημένου» και φέρνει ένα τέταρτο Μνημόνιο.
Παράλληλα, προεξοφλεί πως η παρούσα κυβέρνηση θα αποχωρήσει πριν από τη λήξη της θητείας της «κάτω από το βάρος της αποτυχίας και τη λαϊκή πίεση», αλλά επιμένει στη δική της διακριτή θέση ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και στη ΝΔ.
«Τώρα το δίλημμα είναι εθνική συνεννόηση ή εθνική καταστροφή. Εμείς θα επιμείνουμε απόλυτα στην ανάγκη εθνικής συνεννόησης για την επεξεργασία και υιοθέτηση μιας εθνικής γραμμής εξόδου από την κρίση», είναι το δικό της μήνυμα.
Στον απόηχο και του πρώτου γύρου των γαλλικών εκλογών, εξάλλου, η Φώφη Γεννηματά θεωρεί αναγκαία προϋπόθεση τη στροφή της σοσιαλδημοκρατίας στην κοινωνία, μέσα από μια «ριζοσπαστική αλλαγή» των πολιτικών της.