Οσο κι αν φανεί παράξενο, η σύγκρουση του Μακρόν με τη Λε Πεν στις εκλογές της Κυριακής στη Γαλλία δεν ήταν μέχρι σήμερα ούτε η δυσκολότερη, ούτε η σημαντικότερη για τον επόμενο πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας.
Από την ώρα που το στρατόπεδο των σοσιαλιστών διχάστηκε και, ταυτόχρονα, ο υποψήφιος της δεξιάς υποχώρησε υπό το βάρος των σκανδάλων, ο δρόμος του Μακρόν εναντίον της Λε Πεν ήταν πολύ πιο ανοικτός από όσο μπορούσε ακόμα και ο ίδιος να φανταστεί όταν ξεκινούσε, πριν από λίγους μήνες, τον αγώνα του. Και από τη στιγμή που επικράτησε στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών είναι δεδομένη η εκλογή του στον δεύτερο – το ίδιο θα είχε συμβεί και με όποιον άλλο βρισκόταν στη δυάδα απέναντι στην ηγέτη του «Εθνικού Μετώπου» – πλην αν είχε υπάρξει η έκπληξη αυτός να ήταν ο Μελανσόν.
Η μεγάλη σύγκρουση του Μακρόν ήταν η παραίτησή του από την κυβέρνηση Ολαντ. Αυτή απαιτούσε τόλμη, αυτοπεποίθηση, διορατικότητα. Και είναι γνωστή σε όλους.
Πολύ λιγότερο γνωστή όμως είναι η σύγκρουσή του με τη γερμανική αντίληψη για το ευρώ και το μέλλον της Ευρώπης με τις απόψεις του Βερολίνου, καθώς όλα αυτά επισκιάστηκαν από τη μάχη με τη Λε Πεν. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι η παραίτησή του από την κυβέρνηση Ολαντ συνδέεται ως ένα βαθμό και με τις απόψεις του Μακρόν για το μέλλον της Ευρώπης και ιδίως για την ισορροπία ανάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμανία.
Ο Μακρόν επισκέφθηκε τον περασμένο Ιανουάριο το Πανεπιστήμιο Χούμπολτ στο Βερολίνο και μίλησε εκεί για το ευρώ. Τι είπε εκεί στις 17 Ιανουαρίου; Είπε, επί λέξει, ότι: «το σημερινό σύστημα ωφέλησε τη Γερμανία εις βάρος των ασθενέστερων κρατών μελών. […] Η δυσλειτουργία του ευρώ είναι για καλό της Γερμανίας, πρέπει να πω, ενώ η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ της Γαλλίας και της Γερμανίας μπλοκάρει μεγάλες μεταρρυθμίσεις που θα αύξαναν την αλληλεγγύη μεταξύ των 19 χωρών της Ευρωζώνης». Το καλύτερο όμως, το άφησε για το τέλος: «Το ευρώ είναι ένα αδύναμο γερμανικό μάρκο. Το status quo θα είναι συνώνυμο, σε δέκα χρόνια, με τη διάλυση του ευρώ».
Παιδί της θρυλικής ΕΝΑ, της θρυλικής εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης της Γαλλίας, της κορυφαίας του είδους της στον κόσμο, ο Μακρόν έχει ξεκάθαρα εκφράσει τη βούληση να επαναφέρει τη Γαλλία στο επίκεντρο των ευρωπαικών και διεθνών εξελίξεων. Είναι φορέας της συνείδησης ισχύος της μεγάλης χώρας του που, δυστυχώς και για τη Γαλλία και για την Ευρώπη, έχει εδώ και αρκετά χρόνια υποχωρήσει στη γαλλική πολιτική και στην ευρωπαική ισορροπία.
Και για να το κάνει θεωρεί απαραίτητες και τις μεταρρυθμίσεις, αλλά, ταυτόχρονα, και τη μεταφορά του βάρους ισχύος της Ε.Ε. από το Βερολίνο προς το Παρίσι – ή, τουλάχιστον και προς το Παρίσι. Ο Μακρόν ξεκάθαρα δεν θέλει τη γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη, αλλά μια νέα ισορροπία ισχύος. Ο Μακρόν πιθανότατα δεν είναι Ολάντ.
Αυτό είναι το αληθινό πολιτικό του πρόταγμα, όσο κι αν έπεσε μέχρι στιγμής στην αφάνεια ακριβώς λόγω της πολωτικής σύγκρουσης με τη Λε Πεν που μονοπώλησε το ενδιαφέρον. Και εκεί είναι που θα κριθούν όλα.
Αλλωστε, η ενδυνάμωση του γαλλικού ρόλου στην Ευρώπη θα είναι ένα πολύ ισχυρό χαρτί και στο εσωτερικό της Γαλλίας για τον Μακρόν, ο οποίος έχει τώρα μπροστά του πολύ μεγάλη μάχη στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, τις σημαντικότερες ίσως στην ιστορία της Πέμπτης Δημοκρατίας, καθώς για πρώτη φορά μπορεί να καταγραφεί, καθώς η ακραία πόλωση των προεδρικών εκλογών δεν θα υπάρχει, πλήρης δυσαρμονία προέδρου – νομοθετικών σωμάτων.
Ο Μακρόν, όπως όλα δείχνουν, δεν θα είναι σαν τους προκατόχους του.
Φαίνεται αποφασισμένος να συγκρουστεί και μέσα και έξω για μια Γαλλία στο επίκεντρο σε μία Ευρώπη που θα μοιάζει περισσότερο με εκείνη πριν την τελευταία δεκαετία, αλλά με περισσότερη εμβάθυνση. Και, μέχρι αυτή τη στιγμή, όλα συνηγορούν στο ότι και θέλει και πιθανότατα μπορεί να το πράξει.