Το 2015 αποτέλεσε το ορόσημο που σηματοδότησε την επάνοδο στην κερδοφορία και το τέλος μιας παρατεταμένης περιόδου συσσώρευσης ζημιών για τις ελληνικές εταιρείες. Το οικονομικό περιβάλλον όμως χαρακτηρίζεται ακόμη από αβεβαιότητα λόγω των παρατεταμένων διαπραγματεύσεων αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, με συνέπεια η οικονομία να αντιμετωπίζει προβλήματα. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν εταιρείες και κλάδοι που ξεχωρίζουν. Αυτό αποτελεί το βασικό συμπέρασμα στη νέα έκδοση της ICAP, 40 κορυφαίοι κλάδοι της ελληνικής οικονομίας – 2017, που παρουσιάζει 40 επιλεγμένους κλάδους, βάσει των αντίστοιχων μελετών έκδοσης 2015-2016.
Από τα σχετικά δεδομένα προκύπτει ότι ο κύκλος εργασιών του συνόλου των εταιρειών της έκδοσης κατέγραψε ελαφρώς μείωση το 2014-2015, παράλληλα όμως η συγκράτηση του κόστους είχε πολύ θετικό αντίκτυπο στη διαμόρφωση του αποτελέσματος. Πράγματι, το έτος 2015 αποτέλεσε το ορόσημο που σηματοδότησε την εντυπωσιακή επάνοδο στην κερδοφορία και το τέλος μιας παρατεταμένης περιόδου συσσώρευσης ζημιών.
Συγκεκριμένα, εξετάζοντας αρχικά τις εταιρείες του μη χρηματοπιστωτικού τομέα προκύπτει ότι ο συνολικός κύκλος εργασιών τους μειώθηκε κατά 2,8% το 2014- 2015 και διαμορφώθηκε σε 128 δισ. ευρώ περίπου. Υποχώρηση κατέγραψαν οι πωλήσεις σε πέντε από τους εννέα ευρύτερους κλάδους του εταιρικού τομέα (εξαιρουμένου του χρηματοπιστωτικού). Την εντονότερη υποχώρηση κύκλου εργασιών εμφάνισε ο τομέας της μεταποίησης (-8,2%).
Τα αποτελέσματα
Οσον αφορά στα συνολικά αποτελέσματα, αξίζει να σημειωθεί η βελτίωση σε επίπεδο μεικτών κερδών και η δραστική αύξηση (66,3%) του λειτουργικού αποτελέσματος, μεταβολές που τελικά οδήγησαν στην εντυπωσιακή επάνοδο στην κερδοφορία του εταιρικού τομέα το 2015, με εγγραφή κερδών (προ φόρων) ύψους 2,1 δισ. ευρώ. Επισημαίνεται ότι η πλειοψηφία των εταιρειών του δείγματος (το 62,3%) ήταν κερδοφόρες το 2015, τα δε κέρδη τους υπερίσχυσαν και καθόρισαν και το συνολικό αποτέλεσμα. Οσον αφορά τους επιμέρους κλάδους, όλοι πλην ενός οι κλάδοι κατέστησαν κερδοφόροι το 2015. Τη μεγαλύτερη συμμετοχή στα κέρδη είχαν ο κλάδος της μεταποίησης, του εμπορίου και των λοιπών υπηρεσιών.
Ειδικότερα για τον τομέα της μεταποίησης, από την επεξεργασία των στοιχείων φαίνεται ότι σημειώθηκε μεγάλη βελτίωση το 2015. Ο συνολικός κύκλος εργασιών των εταιρειών του τομέα μειώθηκε κατά 8,2% το 2014-2015 και διαμορφώθηκε σε 38,7 δισ. ευρώ (η υποχώρηση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον τομέα διύλισης πετρελαίου). Παρά την υποχώρηση αυτή, η μεγάλη περικοπή του κόστους πωλήσεων επέφερε τη σημαντική άνοδο των μεικτών κερδών. Το γεγονός αυτό «επέτρεψε» στο λειτουργικό αποτέλεσμα να ανακτήσει το θετικό πρόσημο και οδήγησε σε αναστροφή του τελικού αποτελέσματος, από ζημίες το 2014 σε κέρδη (προ φόρων) ύψους 872,9 εκατ. ευρώ το 2015.
Οι τράπεζες
Σε ό,τι αφορά τον χρηματοπιστωτικό τομέα, η εικόνα που παρουσίασε ο κλάδος των τραπεζών επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο με τη συσσώρευση και νέων ζημιών το τελευταίο έτος. Συγκεκριμένα, το 2015 τα συνολικά έσοδα των 10 τραπεζών που περιλαμβάνονται στην ανάλυση μειώθηκαν κατά 8,5%, ανερχόμενα σε 9,8 δισ. ευρώ. Ωστόσο, οι αισθητά αυξημένες προβλέψεις και παράλληλα τα πολύ υψηλά λειτουργικά έξοδα οδήγησαν και πάλι σε καταγραφή υπέρογκων ζημιών, ύψους 13,6 δισ. ευρώ συνολικά το 2015 (έναντι ζημιών 8,2 δισ. ευρώ το 2014).
Σχετική βελτίωση παρουσίασε ο κλάδος των ασφαλειών, η οποία όμως ήταν μικρής έκτασης. Τα συνολικά έσοδα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων διαμορφώθηκαν σε 3,6 δισ. ευρώ περίπου το 2015, αυξημένα κατά 5,4% έναντι του προηγούμενου έτους. Σε επίπεδο λειτουργικών κερδών υπήρξε αισθητή αύξηση (7,3%). Αντίστοιχη εξέλιξη χαρακτήρισε και το τελικό αποτέλεσμα, με τα κέρδη προ φόρου να ανέρχονται σε 468,7 εκατ. ευρώ το 2015, αυξημένα κατά 7,4% σε ετήσια βάση.
Τέλος, ζημιογόνος παραμένει ο σύνθετος κλάδος των λοιπών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Ο συνολικός κύκλος εργασιών κατέγραψε αύξηση (σχεδόν 10%) το 2015, ενώ λιγότερο έντονη ήταν η βελτίωση των αντίστοιχων μεικτών κερδών (5,5%). Τα λειτουργικά αποτελέσματα παρέμειναν αρνητικά. Τελικά, οι ζημίες χρήσεως περιορίστηκαν μόνο οριακά (-0,6%) και διαμορφώθηκαν σε 308,3 εκατ. ευρώ το 2015.
Επιδόσεις
Πέραν όμως των παραπάνω στοιχείων που αφορούν συνολικά τον εταιρικό τομέα, στη συνέχεια αξιολογούνται και συγκρίνονται οι δείκτες που αφορούν μια στοχευμένη επιλογή κλάδων και υποκλάδων οικονομικής δραστηριότητας (τα δεδομένα των οποίων αναλύονται στις κλαδικές μελέτες της ICAP Group).
Οι κλάδοι που συγκροτούν την κορυφαία πεντάδα της κατάταξης το 2015 όσον αφορά τους δείκτες κερδοφορίας είναι οι εξής: real estate, ΑΠΕ, ενοικιάσεις αυτοκινήτων, υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας, σταθερή τηλεφωνία.
Συγκρίνοντας τους μέσους δείκτες κερδοφορίας και αποδοτικότητας των κορυφαίων κλάδων του 2015 σε σχέση με τους αντίστοιχους του 2014 (από την περυσινή έκδοση) φαίνεται ότι σε γενικές γραμμές οι τιμές των δεικτών σημείωσαν ελαφρώς υποχώρηση το τελευταίο έτος, με εξαίρεση τον μέσο δείκτη περιθωρίου καθαρού κέρδους που ήταν σημαντικά βελτιωμένος το 2015 (οφείλεται στην προσθήκη του κλάδου του real estate – εταιρείες ανάπτυξης ακινήτων), ο οποίος είχε δείκτη πολύ υψηλότερο επηρεάζοντας τον μέσο όρο).
Από τους επιλεγμένους κλάδους της παρούσας έκδοσης, η πλειοψηφία είναι κερδοφόροι ενώ 11 εξ αυτών εμφανίζουν αρνητικό δείκτη περιθωρίου καθαρού κέρδους (ζημιογόνοι).
Στις παρούσες συνθήκες το οικονομικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται και πάλι από υψηλή αβεβαιότητα λόγω των παρατεταμένων διαπραγματεύσεων αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, με συνέπεια η οικονομία να αντιμετωπίζει μεγάλες δυσχέρειες όπως η μειωμένη ροή χρηματοδότησης και η έλλειψη ρευστότητας. Οι συνθήκες αυτές κάθε άλλο παρά βοηθούν την επιχειρηματική δραστηριότητα και παρατείνουν την επενδυτική απραξία, ενώ παραμένει ανεκπλήρωτος ο στόχος της επιστροφής στην ανάπτυξη. Σε αυτά τα πλαίσια, οι ελληνικές επιχειρήσεις καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες στοχεύοντας στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους, προκειμένου να διευρύνουν την εξωστρέφειά τους και να μπορούν να ανταποκριθούν στον διεθνή ανταγωνισμό.
«Ευάλωτη»η οικονομία
O κ. Νικήτας Κωνσταντέλλος, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ICAP Group, δήλωσε: «Στις παρούσες συνθήκες η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να παραμένει «ευάλωτη», αφού δεν έχουν εξαλειφθεί όλοι εκείνοι οι παράγοντες που καθιστούν επισφαλή τη δυναμική ανάκαμψης της χώρας. Οι ενδείξεις ανάκαμψης που εμφάνιζαν αρχικά τα δημοσιονομικά μεγέθη το 2016 τελικά αναιρέθηκαν, δεδομένου ότι η χώρα εισήλθε και πάλι σε ύφεση στα τέλη του έτους ενώ σε ετήσια βάση συνολικά η οικονομία της χώρας χαρακτηρίστηκε ουσιαστικά από στασιμότητα. Αυτή την περίοδο ιδιαίτερα η αγορά εξακολουθεί να κυριαρχείται από αυξημένη αβεβαιότητα, εν μέσω των παρατεταμένων διαπραγματεύσεων αξιολόγησης, με όλες τις αρνητικές συνέπειες που προκύπτουν για την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Είναι πλέον προφανής η αναγκαιότητα της ολοκλήρωσης της συμφωνίας με τους δανειστές, για την επαναφορά της οικονομικής σταθερότητας, γεγονός που θα επιτρέψει στις ελληνικές επιχειρήσεις να λειτουργήσουν απρόσκοπτα και έτσι να συμβάλουν στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Σε όλο το προηγούμενο διάστημα, οι ελληνικές επιχειρήσεις συνέχιζαν να λειτουργούν σε ένα δυσμενές περιβάλλον καταβάλλοντας τεράστιες προσπάθειες προκειμένου να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους, γεγονός που εκφράστηκε (ως έναν βαθμό) και από τις επιδόσεις επιλεγμένων κλάδων της ελληνικής οικονομίας. Βέβαια οι επιμέρους επιχειρηματικοί τομείς επηρεάσθηκαν σε διαφορετικό βαθμό. Σε γενικές γραμμές φαίνεται ότι οι κλαδικές επιδόσεις, όσον αφορά δείκτες κερδοφορίας – αποδοτικότητας, σημείωσαν οριακή μόνο υποχώρηση το 2015, ενώ διατηρείται η τάση περιορισμού των ζημιογόνων κλάδων, συγκριτικά με προηγούμενα έτη».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ