Μισός αιώνας λοιπόν. Λιγοστεύουμε συνεχώς όσοι ζήσαμε εκείνη την ημέρα και για τούτο οι επετειακές εκδηλώσεις λιγοστεύουν – ευτυχώς, γιατί λιγοστεύουν και τα μεγάλα ψεύτικα λόγια, αυτά που εκφωνούνται για να εξωραΐσουν την πραγματικότητα και να απαλλαγούν οι ρήτορες από κάθε ευθύνη.
Πενήντα χρόνια μετά, εξακολουθούμε να διαδηλώνουμε μπροστά στην αμερικανική πρεσβεία, αρνούμενοι να δεχθούμε πως για τη δικτατορία και τα δεινά που έφερε ευθύνεται το ελληνικό πολιτικό σύστημα – που ο στρατός αποτελούσε μέρος του ήδη από τον μεσοπόλεμο, τότε που για την κατάληψη της εξουσίας μετρούσαν λόγχες και όχι ψήφους. Και το Παλάτι αποτελούσε μέρος του, καίτοι θεσμικός του ρόλος ήταν να διαιτητεύει στις πολιτικές αντιπαραθέσεις. Κόμματα και πολιτικοί, στρατός και Παλάτι, με συμμαχίες που συνεχώς άλλαζαν, επιδίδονταν σε ανηλεείς συγκρούσεις για την εξουσία – προσφεύγοντας και στις πρεσβείες. Οι συνταγματάρχες κατέλαβαν την εξουσία το 1967 γιατί αποδείχθηκαν ικανότεροι από όλους τους άλλους παίκτες.
Από το 1974, Παλάτι, πρεσβείες, στρατός έπαψαν να παίζουν ρόλο, η εξουσία κρινόταν από τον δημοκρατικό πολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ των κομμάτων. Με πρότυπα Δυτικής Ευρώπης, ο ανταγωνισμός ήταν εξαιρετικά συγκρουσιακός, βίαιος. Σε σύγκριση όμως με την προηγούμενη ελληνική Ιστορία, σίγουρα αποτελούσε την πιο ομαλή και ειρηνική περίοδό της. Ισως επειδή και η Δυτική Ευρώπη, μετά το 1945, ζούσε τη δική της καλύτερη περίοδο.
Το 2010 οι παθογένειες του συστήματος βγήκαν στην επιφάνεια. Βεβαίως από το 1974 οι ψήφοι έλυναν τα προβλήματα εξουσίας, αλλά αυτά που έγιναν (και γίνονται) ανέδειξαν αυτό που δεν φαινόταν: τα ελληνικά κόμματα ήταν «κόμματα για τον εαυτό τους», πλήρως αυτονομημένα από τις κοινωνικές διαδικασίες (όσες δεν ήταν ψηφοθηρικές) και μπορούσαν να οδηγήσουν τον πολιτικό ανταγωνισμό σε παροξυσμούς που θύμιζαν παλαιότερες εποχές, αυτές που είχαν φέρει δικτατορίες και εμφυλίους – τα γλιτώσαμε μάλλον επειδή δεν έπαιζαν πια ρόλο στρατός και Παλάτι.
Η παγίωση των δημοκρατικών διαδικασιών μάς έσωσε από τα χειρότερα. Αλλά κατά την περίοδο της κρίσης τα κόμματα, κυρίαρχα κάθε πτυχής της κοινωνίας, διέλυσαν την οικονομία που είχε χτιστεί από τα ίδια, προς όφελος των ιδίων, μέσω της «διαπλοκής» και των «πελατειακών σχέσεων» – ο τρώσας αποτελείωσε το θύμα του: καθετί στη χώρα επισκιάζεται από τη σύγκρουση για την εξουσία, όλα πρέπει να υποταγούν στις σκοπιμότητές της. Σημασία δεν έχει αν χάνονται ζωές και γενιές λόγω της ανεργίας, της μετανάστευσης, της καταστροφής κοινωνικού πλούτου, αλλά να κερδηθούν ψήφοι.
Το ευρωπαϊκό περιβάλλον τείνει να γίνει και αυτό συγκρουσιακό. Η επέτειος αφήνει πίκρα: πενήντα χρόνια μετά, οι παθογένειες του πολιτικού συστήματος δεν εγγυώνται ασφαλή πορεία.
To άρθρο του Δημήτρη Ψυχογιού δημοσιεύεται στη στήλη του Εφήμερα στα Νέα της 21ης Απριλίου 2017