Μετά την πεντάμηνη περιπέτεια για το κλείσιμο της αξιολόγησης, αυτή τη φορά το ΔΝΤ είναι στο πλευρό της Ελλάδας. Φέρνει στο τραπέζι την αναγκαιότητα ελάφρυνσης του χρέους –λύση που θα περάσει μέσα από την επιμήκυνση του χρόνου ωρίμασης των δανείων που έχουν συγκεντρωθεί στα χέρια των ευρωπαίων εταίρων -, με όρους και κινήσεις που θα αποφασιστούν μεταξύ Ουάσιγκτον, Βερολίνου και Λουξεμβούργου, που είναι η έδρα του ESM.
Ολα ανοιχτά
Στη λύση αυτή, η οποία αν και θα εκδηλωθεί με συγκεκριμένες κινήσεις στα μέσα στου 2018 με την εκπνοή του τρίτου μνημονίου, ποντάρει από τώρα πολιτικά η κυβέρνηση. Οπως είπε ο Αλέξης Τσίπρας τη Μεγάλη Πέμπτη στο Υπουργικό Συμβούλιο «στην προσεχή συνεδρίαση του Eurogroup, πιθανότατα και έκτακτο στις αρχές Μαΐου, θα εγκριθεί η συμφωνία και θα προσδιοριστούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος».
Και τόνισε ότι «αυτή η εξέλιξη μπορεί να οδηγήσει σε πολιτική επιτυχία και σε νέα εκλογική νίκη. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε μια μεγάλη πολιτική αντεπίθεση. Εχουμε χρυσή ευκαιρία μετά το κλείσιμο της συμφωνίας».
Η αναφορά αυτή του Πρωθυπουργού προκαλεί, δικαιολογημένα, σκέψεις για τον πολιτικό χρόνο και το timing της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης καθώς, όπως φαίνεται, είναι όλα ανοιχτά.
Πριν όμως από την όποια πολιτική απόφαση, θα προηγηθούν οι κρίσιμες ψηφοφορίες των δημοσιονομικών μέτρων –περικοπές στις συντάξεις και μείωση αφορολογήτου –στη Βουλή. Ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε ότι με ευθύνη της Αντιπροεδρίας, του υπουργού Συντονισμού της γενικής γραμματείας της κυβέρνησης και του γενικού γραμματέα του Πρωθυπουργού πρέπει να υπάρξει εντός 15 ημερών συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για το νομοθετικό έργο (πρωτογενής και δευτερογενής νομοθεσία) για τα μέτρα που επικυρώνουν την αξιολόγηση και τη συμφωνία με τους εταίρους.
Μηχανισμός επιτήρησης
Κομβικό σημείο για την εφαρμογή των μέτρων είναι η θέσπιση «μηχανισμού επιτήρησης» της δημοσιονομικής πορείας της χώρας, καθώς η Ελλάδα θα βρίσκεται υπό διαρκή και στενή επιτήρηση, τουλάχιστον ως και το 2020. Οπως είναι γνωστό, κάθε Απρίλιο η ελληνική οικονομία ελέγχεται (απολογιστικά) ως προς τα δημοσιονομικά μεγέθη από τη Eurostat της προηγούμενης χρονιάς, και αν διαπιστωθεί απόκλιση από τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα, τότε αυτόματα εφαρμόζεται ο «κόφτης» περιορισμού δαπανών, κάτι που ούτε εφέτος θα χρειαστεί.
Το νέο στοιχείο όμως –και αυτό θα πρέπει να νομοθετηθεί –είναι ότι από το φθινόπωρο θα τεθεί σε εφαρμογή και ο προληπτικός δημοσιονομικός έλεγχος. Επιτροπή εμπειρογνωμόνων από τους θεσμούς, το ανεξάρτητο δημοσιονομικό συμβούλιο και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους θα προβαίνουν σε εκτιμήσεις για τα δημοσιονομικά μεγέθη της επόμενης χρονιάς. Αν όλα βαδίζουν σύμφωνα με το πρόγραμμα, τότε και μόνο τότε η κυβέρνηση θα μπορεί να εφαρμόσει τα αντίμετρα –τα θετικά μέτρα αύξησης των δαπανών το 2019 και μείωσης των φόρων το 2020 –σε αντιστάθμισμα των περικοπών των συντάξεων και της μείωσης του αφορολογήτου. Αυτός ο νέος μηχανισμός επιτήρησης θα λειτουργεί ως εξής:
1. Η εκτίμηση για το «κλείσιμο» του πρωτογενούς πλεονάσματος με βάση το πρόγραμμα θα γίνεται το φθινόπωρο κάθε έτους.
2. Αν το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμηθεί το φθινόπωρο του 2018 στο 3,5% του ΑΕΠ, τότε η κυβέρνηση θα αποκτά το δικαίωμα, εκτός από τα αρνητικά μέτρα του 2019 (μείωση συντάξεων), να θέσει σε εφαρμογή και το πρώτο πακέτο με τα θετικά μέτρα ύψους 1% του ΑΕΠ.
3. Αν το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμηθεί στο 2,5% του ΑΕΠ, δεν θα ενεργοποιείται κανένα θετικό μέτρο και το 2019 θα γίνει μόνο περικοπή συντάξεων.
4. Αν προβλεφθεί ότι το πρωτογενές θα είναι κάτω από 2,5% του ΑΕΠ, η ελληνική πλευρά θα υποχρεωθεί να καλύψει το όποιο δημοσιονομικό κενό και με τη μείωση του αφορολόγητου από την 1η Ιανουαρίου 2019.
Η σκυτάλη στη Λαγκάρντ
Μετά τη Μάλτα, τη συμφωνία για τα δημοσιονομικά μέτρα που αν δεν υπάρξουν εκπλήξεις θα ψηφιστούν από τους βουλευτές ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ και τις διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούσε πρωτίστως το ΔΝΤ, τη σκυτάλη για το ελληνικό ζήτημα πήρε η διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία χαρακτήρισε «αναγκαία» την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Για τη συμμετοχή του Ταμείου στο χρηματοδοτικό σκέλος του ελληνικού προγράμματος επιβεβαίωσε ότι «εξετάζουμε το ενδεχόμενο παροχής κάποιας δανειοδοτικής βοήθειας» προς την Ελλάδα, αλλά έσπευσε να συμπληρώσει, «βρισκόμαστε ακόμη στα μισά του δρόμου», μέχρι την τελική απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του ΔΝΤ. Η ίδια παράλληλα χαιρέτισε τα αποτελέσματα του Eurogroup της 7ης Απριλίου, σημειώνοντας πως «η Ελλάδα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση ως προς τις μεταρρυθμίσεις».
Οι δηλώσεις της Λαγκάρντ πραγματοποιήθηκαν εν όψει της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσιγκτον, όπου θα καθοριστούν οι βάσεις για την επίτευξη συνολικής συμφωνίας επί του ελληνικού ζητήματος.
Οι αποφάσεις θα συζητηθούν σε πρώτη φάση χωρίς την παρουσία της Αθήνας. Η κυρία Λαγκάρντ και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα συζητήσουν, θα καταλήξουν και μετά θα καλέσουν την ελληνική αντιπροσωπεία υπό τον Ευκλείδη Τσακαλώτο που μεταβαίνει την Τετάρτη στην Ουάσιγκτον για να οριστικοποιηθεί η όποια λύση συμφωνηθεί.
Εφόσον υπάρξει συμφωνία, τότε θα συγκληθεί το συμβούλιο του ΔΝΤ για να αποφασίσει και στη συνέχεια να υπογραφεί ξεχωριστό μνημόνιο με το Ταμείο με χρόνο λήξης τον Αύγουστο του 2018, όταν εκπνέει και το τρίτο μνημόνιο που έχει συνολομολογηθεί με τους Ευρωπαίους.
Τα επόμενα βήματα για συμφωνία τον ΜάιοΣτις 24 Απριλίου αναμένονται στην Αθήνα οι εκπρόσωποι των δανειστών ώστε να κλείσουν και οι λεπτομέρειες της τεχνικής συμφωνίας – Staff Level Agreement – και η δεύτερη αξιολόγηση. Η άφιξη των θεσμών έχει προγραμματισθεί μετά τις επίσημες ανακοινώσεις από την Eurostat των δημοσιονομικών στοιχείων για την περυσινή χρονιά από τα οποία θα προκύπτει και το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2016, το οποίο η κυβέρνηση τοποθετεί σε επίπεδο υψηλότερο του 3%.
Η τεχνική συμφωνία και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για την περίοδο 2017-2021 θα συνταχθούν με βάση τα οριστικά δημοσιονομικά μεγέθη του 2016.
Μετά την κατ’ αρχήν συμφωνία του Eurogroup της Μάλτας τα επόμενα βήματα που θα πρέπει να γίνουν είναι τα εξής:
l Η έναρξη των συζητήσεων στην Ουάσιγκτον στις 21 και 22 του μηνός για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που συνδέονται άμεσα με τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα μετά το 2018. Η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει ο στόχος για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ να διατηρηθεί τουλάχιστον μέχρι και το 2021. Οι δανειστές πιέζουν ο στόχος να διατηρηθεί τουλάχιστον ως και το 2023.
l Μετά την ολοκλήρωση της τεχνικής αξιολόγησης, η κυβέρνηση θα πρέπει να φέρει τα μέτρα για συζήτηση και ψήφιση από τη Βουλή.
l Θα ακολουθήσει συνεδρίαση του Eurogroup – μπορεί να συγκληθεί και εκτάκτως – έτσι ώστε να δοθεί το πράσινο φως για την αποδέσμευση της δόσης, το ύψος της οποίας θα είναι 7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τουλάχιστον τα 2 δισ. ευρώ θα πρέπει να διοχετευθούν για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου.
l Αν δεν υπάρξει έκτακτη σύγκληση Eurogroup τότε η οριστική επικύρωση της συμφωνίας για την Ελλάδα θα γίνει στην τακτική συνεδρίαση του Συμβουλίου τον Μάιο.
l Η έγκριση της εκταμίευσης θα δοθεί από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, αφού προηγουμένως υπογραφεί το επικαιροποιημένο κείμενο, η αναθεώρηση του τρίτου Μνημονίου.
l Εφόσον υπάρξει, παράλληλα, απόφαση του ΔΝΤ για συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα και κατ’ αρχήν συμφωνία για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, θα ακολουθήσει – τελευταία κατά σειρά – συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να δοθεί το πράσινο φως συμμετοχής των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ