Στην Ελλάδα καμία κυβέρνηση μετά τη μεταπολίτευση δεν κατάφερε να κερδίσει τη μάχη της καθημερινότητας. Η ακρίβεια, οι ανεπαρκείς συγκοινωνίες, οι ελλείψεις στα σχολεία και τα νοσοκομεία, οι ουρές στις δημόσιες υπηρεσίες «ξόδευαν» το πολιτικό κεφάλαιο κάθε πρωθυπουργού και μάλιστα με γεωμετρική πρόοδο για κάθε χρόνο εξουσίας που περνούσε.
Τα χρόνια της κρίσης η μάχη αυτή κατέστη άνιση για κάθε μνημονιακή κυβέρνηση. Η δραστική μείωση των πόρων για τις κρατικές δαπάνες διέλυσε το κοινωνικό κράτος και διεύρυνε το χάσμα ανάμεσα σε έχοντες και κατέχοντες.
Ενα μόνο θετικό είχε η περιπέτεια αυτή για τη χώρα και τους πολίτες της. Μπήκε ένα μέτρο στις δαπάνες των νοικοκυριών και ταυτόχρονα οι τιμές για κάθε είδους αγορές εξορθολογίστηκαν αφού το ψαλίδισμα στο διαθέσιμο καταναλωτικό εισόδημα υποχρέωσε ιδιοκτήτες ακινήτων, εισαγωγείς, λιανεμπόρους, παραγωγούς κ.ά. να προσαρμόσουν τις υπηρεσίες και τα προϊόντα τους στα νέα δεδομένα.
Στο πλαίσιο αυτό η ανακοίνωση της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας την περασμένη Δευτέρα για την άνοδο του πληθωρισμού τον Μάρτιο κατά 1,7% δημιούργησε έντονη ανησυχία. Ο λόγος είναι απλός: η άνοδος του πληθωρισμού σε μια κανονική περίοδο είναι δείγμα υγείας αφού σημαίνει ότι υπάρχει διαθέσιμο εισόδημα που «πουσάρει» τις τιμές.
Στην Ελλάδα όμως της κρίσης με 1,1 εκατομμύριο ανέργους, συντάξεις εξαϋλωμένες και εργαζομένους στους οποίους χρωστούν δεδουλευμένα μηνών η άνοδος των τιμών σε βασικά προϊόντα όπως αυτά που περιλαμβάνονται στον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή είναι μια πραγματικά κακή είδηση.
Αντιγράφουμε από την ενημέρωση της ΕΛΣΤΑΤ για τις ανατιμήσεις μεταξύ Μαρτίου 2016 και Μαρτίου 2017: ελαιόλαδο 9,2%, φρούτα 14,9%, λαχανικά 31,2%, πατάτες 7,1%, πετρέλαιο θέρμανσης 32,9%, φυσικό αέριο 27,3%, βενζίνη 14,9%, τσιγάρα 2% αεροπορικά εισιτήρια 26,8%, τηλεπικοινωνίες 2,3%.
Οι ανατιμήσεις έρχονται ως απόρροια της αύξησης του ΕΦΚ σε καύσιμα –που επηρεάζει και τα αγροτικά προϊόντα -, του ΕΦΚ στη σταθερή τηλεφωνία, στα τσιγάρα, του ΦΠΑ στα τρόφιμα και αλλού. Στη λίστα όμως υπάρχουν και προϊόντα που διακινούνται αποκλειστικά από πολυεθνικές.
Με θεσπισμένη κατώτατη μεικτή αμοιβή 26,18 ευρώ ημερησίως για 40 ώρες απασχόληση την εβδομάδα και τέτοιες τιμές κανένας εργαζόμενος δεν μπορεί να ζήσει με αξιοπρέπεια.
Η κατάσταση απαιτεί άμεσες πρωτοβουλίες όπως αυστηρούς ελέγχους για εναρμονισμένες πρακτικές και αποκλιμάκωση των φόρων. Είναι η χειρότερη στιγμή της οκτάχρονης κρίσης να διογκωθεί η αναντιστοιχία εισοδημάτων και τιμών στην αγορά αφού οι αντοχές των πολιτών έχουν εξαντληθεί.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ