Πριν από μερικούς μήνες το όνομα της Ελενα Φορντ απασχόλησε, παροδικά, τα αμερικανικά media. Η αντιπρόεδρος της Ford, ενός κολοσσού στην κατασκευή οχημάτων, βρέθηκε στο επίκεντρο μιας πολύκροτης δικαστικής διαμάχης: οι υπεύθυνοι της εταιρείας λογισμικού Versata υπέβαλαν μήνυση σε βάρος της κραταιάς αυτοκινητοβιομηχανίας ισχυριζόμενοι ότι οι άνθρωποί της χρησιμοποίησαν ως πρόφαση κάποιες αυξήσεις που είχαν συζητηθεί προκειμένου να ανανεωθεί το συμβόλαιο συνεργασίας ανάμεσα στις δύο επιχειρήσεις και αποφάσισαν να αποσυρθούν από μια σύμπραξη αρκετών ετών αφού είχαν φροντίσει πρώτα να αντιγράψουν τις πατέντες της. Το ποσό που διεκδικούν αγγίζει το ένα δισεκατομμύριο δολάρια και η υπόθεση θα εκδικαστεί τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.
Οι υπάλληλοι της Versata θεωρούν ότι εκείνη που επέδειξε την πιο εριστική συμπεριφορά και που κίνησε τα νήματα όλης αυτής της ιστορίας είναι η Ελενα Φορντ, μία από τις πιο ισχυρές γυναίκες στην παγκόσμια αγορά αυτοκινήτων. Η μήνυση έφερε στην επιφάνεια πολλά παράπονα για τον τρόπο με τον οποίo συμμετέχει η 50χρονη στη διοίκηση της οικογενειακής επιχείρησης (ο προ-προπάππος της ίδρυσε τη Ford): Πέραν των όσων ακούγονται για την εύνοια που έχει απολαύσει λόγω επωνύμου, έχει κατηγορηθεί για σεξιστική συμπεριφορά –λέγεται πως είναι ευθέως ανταγωνιστική προς τις άλλες γυναίκες, πως έχει δημιουργήσει μια δική της αυλή από άνδρες στελέχη και ότι όποιος δεν προσπαθεί να ανήκει σε αυτόν τον κύκλο μπορεί να περάσει πολύ δύσκολα.
Η πρώτη γυναίκα από τη δυναστεία των Φορντ που αναλαμβάνει τόσο υψηλό πόστο στην οικογενειακή επιχείρηση (η οποία βρίσκεται σε λειτουργία από το 1903) δεν έρχεται για πρώτη φορά αντιμέτωπη με κακεντρεχή σχόλια. Η απόφασή της να εκβαθύνει τη μικρή μαρίνα Γκρος Πόιντ στο Μίσιγκαν, προκειμένου να μπορεί να προσδέσει εκεί το 40 μέτρων σκάφος της, είχε προκαλέσει θύελλα κουτσομπολιών, το ίδιο και κάτι πιο σοβαρό που της συνέβη πριν από ακριβώς έξι χρόνια. Η Ελενα Φορντ, επικεφαλής του τμήματος Global Marketing της Ford, συνελήφθη να οδηγεί μεθυσμένη και της απαγγέλθηκαν οι κατηγορίες της επικίνδυνης οδήγησης και της έκθεσης ανηλίκου σε κίνδυνο, γιατί μαζί της στο αυτοκίνητο βρισκόταν και ο 11χρονος γιος της. Πολλοί θυμήθηκαν τότε την αδυναμία που επεδείκνυε στο ποτό ο παππούς της. Καταδικάστηκε σε επιτήρηση δύο ετών. Ο γάμος των γονιών της δεν είχε κρατήσει τόσο.
Ο Σταύρος Νιάρχος γνώρισε τη Σάρλοτ Φορντ, κόρη του μεγιστάνα Χένρι Φορντ Β‘ (εγγονού του ιδρυτή της αυτοκρατορίας Φορντ), το 1965 στο Σεν Μόριτζ της Ελβετίας. Η 24χρονη Σάρλοτ, που είχε μεγαλώσει με τις αυστηρές καθολικές αρχές της μητέρας της και είχε σκεφτεί ακόμη και να γίνει μοναχή, δεν είχε χαρεί καθόλου όταν ο πατέρας της διέλυσε την οικογένειά του για το χατίρι της σέξι, απελευθερωμένης Ιταλίδας Μαρία Κριστίνα Βετόρε Οστιν, η οποία έγινε γρήγορα η δεύτερη σύζυγός του. Ως κίνηση συμφιλίωσης ο Φορντ πρότεινε στη μεγάλη κόρη του να συνοδεύσει (μαζί με την αδελφή της) τον ίδιο και τη νέα γυναίκα του στον μήνα του μέλιτός τους. Η νεαρή κληρονόμος δέχτηκε.
Στο ελιτίστικο αλπικό θέρετρο πολιορκήθηκε από τον 56χρονο έλληνα πλοιοκτήτη, ο οποίος ήταν τότε παντρεμένος με την Ευγενία Λιβανού. Για εκείνη, το να ενδώσει στον πειρασμό ήταν ίσως μια πράξη εκδικητικής επανάστασης, για εκείνον η ευκαιρία να ενωθούν δύο «βασίλεια». Η Σάρλοτ έμεινε σχεδόν αμέσως έγκυος. Ο Νιάρχος έβγαλε διαζύγιο στα δικαστήρια του Μεξικού, όπου και παντρεύτηκε την κληρονόμο της Ford. Λίγους μήνες αργότερα, το 1966, γεννήθηκε η κόρη τους Ελενα. Και μια λεπτομέρεια που δίνει μυθιστορηματική διάσταση στα πραγματικά περιστατικά: Ο έλληνας κροίσος δεν μπορούσε τότε να διασχίσει τα αμερικανικά σύνορα γιατί χρωστούσε στην κυβέρνηση των ΗΠΑ 25 εκατομμύρια δολάρια σε φόρους. Ο πεθερός του είχε, ωστόσο, εξαιρετικά φιλικές σχέσεις με τον τότε Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Λίντον Τζόνσον, ο οποίος και φημολογείται πως μεσολάβησε για να λυθεί το ζήτημα με ευνοϊκούς όρους.
Μετά τον γάµο τους οι νεόνυμφοι πήγαν διακοπές στο Σεν Μόριτζ όπου και είχαν γνωριστεί. Η Σάρλοτ δεν μπορούσε να κάνει σκι, λόγω της εγκυμοσύνης της, και ο Νιάρχος περνούσε τις ημέρες του με την Ευγενία Λιβανού και τα τέσσερα παιδιά τους. Οπως ίσως ήταν αναμενόμενο, ο χωρισμός δεν άργησε να έρθει. Ο μεξικανικός γάμος δεν θεωρούνταν ούτως ή άλλως έγκυρος από τις ελληνικές αρχές, και ο Σταύρος επέστρεψε στη νόμιμη οικογενειακή εστία. Οι σχέσεις του με τους Φορντ «πάγωσαν» και ο Νιάρχος υπήρξε ελάχιστα παρών στη ζωή της κόρης του. Τριάντα χρόνια μετά, λίγο καιρό μετά τον θάνατο του Σταύρου Νιάρχου, η Ελενα Φορντ προσέφυγε στα ελβετικά και στα ελληνικά δικαστήρια για να αμφισβητήσει τη διαθήκη του και να διεκδικήσει μερίδιο στην αμύθητη περιουσία του. Τα δικαστήρια δεν τη δικαίωσαν, όμως φημολογείται πως υπήρξε κάποιος συμβιβασμός από τον οποίο η Φορντ αποκόμισε ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός σε θέματα φροϊδικής ψυχανάλυσης για να καταλάβει ότι η Φορντ δεν θα έβρισκε ελκυστικούς τύπους φιλόδοξους και διψασμένους για επιτυχία και πλούτο σαν τον πατέρα της. Δεν είναι τυχαίο που και οι δύο σύζυγοί της ήταν άνθρωποι, ας πούμε, του μεροκάματου. Το 1991 παντρεύτηκε τον Στάνλεϊ Ολέντερ, ιδιοκτήτη μιας μικρής εταιρείας οικιακών επισκευών. Χώρισαν τρία χρόνια αργότερα, έχοντας στο μεταξύ αποκτήσει μία κόρη, που πήρε το όνομα της μητέρας της Ελενα. Το 1996 παντρεύτηκε τον υδραυλικό και εφευρέτη Τζόσεφ Ριπολόνε. Πήραν διαζύγιο το 2008. Εχουν μαζί πέντε παιδιά. Κανένα δεν το λένε Σταύρο.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 9 Απριλίου 2017.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ