Τον λένε «Sankt Martin» («Αγιο Μάρτιν»), γιατί από τότε που ανακοινώθηκε η υποψηφιότητά του για την Καγκελαρία στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, οι γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες έχουν δει αύξηση έως και 10 μονάδων στα εθνικά ποσοστά τους και αριθμούς-ρεκόρ στις εγγραφές νέων μελών στο SPD.
Σύμφωνα με το έγκυρο Ινστιτούτο Δημοσκοπήσεων Forsa, οι Σοσιαλδημοκράτες υπό τον Μάρτιν Σουλτς χτυπάνε πλέον «στα ίσα» τους Χριστιανοδημοκράτες της Ανγκελα Μέρκελ, με 32% έναντι 34% για το CDU της καγκελαρίου.
Τρεις ειδικοί μίλησαν στο «Βήμα» για το πόσο πιθανή είναι η επικράτηση του τέως προέδρου της Ευρωβουλής στις ομοσπονδιακές κάλπες της ευρωπαϊκής υπερδύναμης και για το αν μια ενδεχόμενη νίκη του Σουλτς μπορεί να σημάνει μια στροφή μακριά από την επιβολή σκληρής λιτότητας στην ΕΕ.
Ενα «Schulz-Effekt» («φαινόμενο Σουλτς») αναγνωρίζει ο δρ Eρνστ Χίλεμπραντ, διευθυντής Διεθνούς Πολιτικής Ανάλυσης στο Ιδρυμα Φρίντριχ Εμπερτ, στο Βερολίνο.
«Τα θαύματα είναι σπάνια, όχι μόνο στην πολιτική. Αλλά η πρόσφατη αύξηση των προθέσεων ψήφου για το SPD μοιάζει με πραγματική πολιτική ανάσταση. Ξαφνικά, το SPD φαίνεται και πάλι ως ένας σοβαρός αντίπαλος για το CDU της Ανγκελα Μέρκελ. Ακόμα καλύτερα, τα προσωπικά ποσοστά έγκρισης του Σουλτς ξεπέρασαν αυτά της καγκελαρίου. Υπάρχει μια ρεαλιστική πιθανότητα σήμερα ότι οι Σοσιαλδημοκράτες μπορούν να αναδειχθούν ως το ισχυρότερο κόμμα από τις κάλπες» εκτιμά ο κ. Χίλεμπραντ.
«Πού οφείλεται αυτή η επιτυχία;» τον ρωτάμε.
«Για τους περισσότερους παρατηρητές δεν είναι ακόμη σαφής η εξήγηση. Ο Σουλτς είχε ένα αξιοπρεπές αποτέλεσμα στη Γερμανία ως κορυφαίος υποψήφιος για την ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά στις ευρωεκλογές του 2014, αλλά τίποτε δεν έδειχνε ότι θα μπορούσε κάποια μέρα να θεωρηθεί ως ένας «νέος Μεσσίας» για την προοδευτική πολιτική στη Γερμανία, κινητοποιώντας πρώην ψηφοφόρους και δίνοντας νέα ενέργεια στο κόμμα σε όλη τη χώρα. Πιθανότατα είναι ο συνδυασμός διαφόρων παραγόντων που έχουν δημιουργήσει το «Schulz- Effekt»: ένα σχετικά νέο πρόσωπο, που δεν συνδέεται με την πολιτική του Βερολίνου και τον κυβερνώντα «μεγάλο συνασπισμό» (CDU-SPD), σε συνδυασμό με την αυξανόμενη «κόπωση από τη Μέρκελ» μεταξύ των απλών πολιτών που έχουν χάσει την εμπιστοσύνη στην καγκελάριο μετά τη λεγόμενη «κρίση των προσφύγων» του καλοκαιριού του 2015. Επιπλέον, ο Σουλτς απολαμβάνει μεγάλη προσωπική αξιοπιστία ως ένας «κανονικός τύπος» από μέτριο υπόβαθρο, που εγκατέλειψε το σχολείο χωρίς απολυτήριο, και αφού πάλεψε με τον αλκοολισμό, κατάφερε να κάνει μια εξαιρετική καριέρα στην ευρωπαϊκή πολιτική» απαντά ο κ. Χίλεμπραντ.
Και συμπληρώνει: «Ο Σουλτς είναι ένας από τους πιο αφοσιωμένους ευρωπαϊστές στη γερμανική πολιτική. Αλλά οι πολιτικοί και η κοινή γνώμη στην Ευρώπη δεν θα πρέπει να περιμένουν πάρα πολλά από μια νέα γερμανική κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Σουλτς. Θα ήταν σίγουρα διατεθειμένος να κάνει βήματα προς μια στενότερη «ένωση στις χώρες του πυρήνα» με κοινούς θεσμούς διακυβέρνησης. Υψηλότερες δαπάνες για κοινά ευρωπαϊκά επενδυτικά προγράμματα και κάποια χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων θα μπορούσαν να είναι εφικτά πράγματα.
Αλλά η όποια κυβέρνηση θα πρέπει να αντιμετωπίσει την κοινή γνώμη στη Γερμανία που δεν είναι πολύ πρόθυμη να δει την ΕΕ να μεταμορφώνεται σε μια λεγόμενη «ένωση μεταβιβάσεων», όπου ισχυρότερες χώρες μεταβιβάζουν συστηματικά χρηματικά ποσά για τα ασθενέστερα μέλη της Ενωσης, ιδίως σε χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος στον Νότο. Μια κυβέρνηση υπό τον Σουλτς θα πρέπει επίσης να τηρήσει αυτά τα όρια. Οτιδήποτε άλλο θα ήταν ένα ακόμη πολιτικό θαύμα: δεν είναι πολύ πιθανό να συμβεί» τονίζει ο κ. Χίλεμπραντ.
«Μπίζνες ως συνήθως»
«Περιμένετε «μπίζνες ως συνήθως» με τον Σουλτς» μας λέει και ο Πίτερ Κλέπε, επικεφαλής του Open Europe, βραβευμένου κέντρου αναλύσεων για την ΕΕ με επιρροή στις Βρυξέλλες.
«Από εξέχων παράγων της «ευρω-φούσκας» στις Βρυξέλλες, έχει καταφέρει να μετατρέψει τον εαυτό του σε ρεαλιστικό υποψήφιο καγκελάριο της Γερμανίας. Τι και αν ο ίδιος θα πρέπει να ηγηθεί μετά ενός νέου μεγάλου συνασπισμού SPD και CDU ή ίσως ακόμη και μιας συμμαχίας μεταξύ SPD, Πρασίνων και της άκρας Αριστεράς Die Linke; Πρέπει να πούμε ότι το τελευταίο δεν είναι πιθανό, δεδομένου ότι η Linke είναι ο νόμιμος διάδοχος του κόμματος της δικτατορίας της πρώην Ανατολικής Γερμανίας (SED)» τονίζει ο κ. Κλέπε.
«Μπορεί κάποιοι να περιμένουν ότι ένας μεγάλος συνασπισμός με επικεφαλής τον Σουλτς θα είναι λιγότερο σκληρός ως προς την εφαρμογή των κανόνων για το έλλειμμα προϋπολογισμού της ΕΕ, αλλά η ιδέα ότι θα συμφωνήσει με κάποιον τρόπο να μεταβιβάζει η ΕΕ χρήματα χωρίς όρους στις πιο αδύναμες χώρες είναι φαντασίωση» λέει και ο κ. Κλέπε.
«Κανένας γερμανός πολιτικός δεν μπορεί να υπερασπιστεί ενώπιον των ψηφοφόρων του την ιδέα ότι θα δώσει λευκή επιταγή σε πολιτικούς σε άλλες χώρες. Ως εκ τούτου, σε επίπεδο ευρωζώνης είναι πιθανό να δούμε μπίζνες ως συνήθως: μεταβιβάσεις χρημάτων που εξαγριώνουν εκείνους που πληρώνουν, και προϋποθέσεις που συνδέονται με αυτά τα δάνεια, οι οποίες με τη σειρά τους εξοργίζουν εκείνους που αναγκάζονται να δεχθούν εποπτεία του στυλ της τρόικας» προσθέτει ο κ. Κλέπε.
Η δρ Ανγκέλικα Σόιερ, του Ινστιτούτου για τις Κοινωνικές Επιστήμες GESIS – Leibniz, στο Μανχάιμ της Γερμανίας, είναι ελαφρώς πιο αισιόδοξη.
«Θα μπορούσαμε να περιμένουμε νέα ερεθίσματα για την Ευρωπαϊκή Ενωση από έναν καγκελάριο Σουλτς, διότι η Ευρώπη είναι πολύ πιο κοντά στην καρδιά του από ό,τι ήταν ποτέ για τη Μέρκελ. Σκέφτεται την ΕΕ ως ένωση, ενώ η Μέρκελ την αντιλαμβάνεται σαν συνέλευση κρατών. Τούτου λεχθέντος, δεν θα πρέπει να αναμένεται μια σαφής στροφή μακριά από τις πολιτικές της λιτότητας» εκτιμά η κυρία Σόιερ.
«Από τη μια πλευρά η κοινή γνώμη θα τον τιμωρούσε για το «ξεπούλημα των γερμανικών συμφερόντων», και από την άλλη πλευρά δεν είναι αρκετά στα αριστερά για να υιοθετήσει μια σαφή θέση κατά της λιτότητας. Θα μπορούσε, όμως, μαλακώνοντας το αδιέξοδο αφήγημα εκείνων που δίνουν τα λεφτά και εκείνων που τα παίρνουν, και απομακρύνοντας τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ως εξέχοντα υπερασπιστή αυτής της άποψης, να αποκτήσει περιθώρια ελιγμών και να οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων προσεγγίσεων για το θέμα. Είναι απίθανο όμως να ακούσουμε γι’ αυτό κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, καθώς η γερμανική κοινή γνώμη θα πρέπει πρώτα να διδαχθεί να σκέφτεται με τέτοιους νέους τρόπους» καταλήγει η συνομιλήτριά μας.
HeliosPlus