Ανησυχία για το πισωγύρισμα στο μέτωπο των «κόκκινων» χορηγήσεων τους πρώτους μήνες του 2017, αλλά και συγκρατημένη αισιοδοξία για επίτευξη των εφετινών στόχων παρά τις δυσκολίες επικρατούν στις τραπεζικές διοικήσεις. Στις παρουσιάσεις των αποτελεσμάτων του 2016 οι επικεφαλής των τεσσάρων συστημικών ομίλων υπογράμμισαν την ανάγκη για άμεση ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ώστε να φύγει το «σύννεφο» της αβεβαιότητας πάνω από την ελληνική οικονομία και να… πάρουν ξανά εμπρός οι μηχανές στις ρυθμίσεις χρεών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το πρώτο τρίμηνο του 2017 τα δάνεια με καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών, μετά την αποκλιμάκωσή τους στο δεύτερο μισό της περυσινής χρονιάς, πήραν ξανά την ανιούσα. Σε επίπεδο συστήματος, μετά τη μείωσή τους κατά 3,9 δισ. ευρώ το 2016, αυξήθηκαν μέσα σε μόλις τρεις μήνες κατά 1,5 δισ. ευρώ, μεταβολή που προήλθε στον μεγαλύτερο βαθμό από ρυθμισμένα δάνεια που «ξανακοκκίνισαν».
Οι παρενέργειες
Το ίδιο διάστημα τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, που περιλαμβάνουν επιπλέον τα ρυθμισμένα δάνεια και όσα εμφανίζουν καθυστέρηση μικρότερη των τριών μηνών, παρέμειναν αμετάβλητα. Παράλληλα καταγράφηκε στασιμότητα στις νέες διευθετήσεις οφειλών, καθώς όλη η αγορά περιμένει την έναρξη εφαρμογής του εξωδικαστικού συμβιβασμού, με το σχετικό νομοσχέδιο να κατατίθεται μόλις πριν από λίγες ημέρες στη Βουλή.
Ο σχεδιασμός των τραπεζών για εφέτος προβλέπει ανάκτηση περίπου 8 δισ. ευρώ «κόκκινων» δανείων κατά τα 2/5 με διαγραφές, κατά τα 2/5 μέσω επιτυχών αναδιαρθρώσεων και κατά το 1/5 με πωλήσεις χαρτοφυλακίων ή ενεχύρων σε τρίτους.
Ωστόσο η επιστροφή της ύφεσης στην ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου για τη διαχείριση των επισφαλειών, έχει τα ακόλουθα αποτελέσματα:
Πρώτον, διατηρεί σε υψηλά επίπεδα, κοντά στο 40%, κατά μέσο όρο το ποσοστό των αστοχιών στις ρυθμίσεις προβληματικών δανείων.
Δεύτερον, καθυστερεί τη ρύθμιση επιχειρηματικών κυρίως χορηγήσεων και δευτερευόντως δανείων λιανικής τραπεζικής, καθώς οι δανειολήπτες αναβάλλουν τη διευθέτηση των υποχρεώσεών τους ώσπου να ξεκαθαρίσει το τοπίο.
Τρίτον, εμποδίζει τη ρευστοποίηση ενεχύρων που έχουν στη διάθεσή τους οι τράπεζες, καθώς το «όπλο» των πλειστηριασμών παραμένει επί της ουσίας ανενεργό, εν αναμονή της καθιέρωσης των ηλεκτρονικών πωλήσεων, για τις οποίες το νομοσχέδιο δεν έχει ακόμη κατατεθεί στη Βουλή.
Με αυτά τα δεδομένα, οι τράπεζες έχουν στη διάθεσή τους ένα τρίμηνο λιγότερο, σε σχέση με τον αρχικό προγραμματισμό, για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους κατά 8 δισ. ευρώ περίπου ως τον ερχόμενο Δεκέμβριο. Με το βλέμμα λοιπόν στο 2017, οι διοικήσεις τους επέλεξαν κατά την κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων του τελευταίου τριμήνου του 2016 να παίξουν άμυνα.
Η στρατηγική
Ο στόχος αυτής της στρατηγικής είναι διττός: από τη μία πλευρά να εμφανίσουν θετικό αποτέλεσμα, έστω και οριακό, και στις δύο χρονιές (2016 και 2017) και ταυτόχρονα να πετύχουν τους στόχους μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, για τους οποίους έχουν δεσμευθεί στον επόπτη τους, τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM).
Εκμεταλλευόμενες τη βελτίωση των μεγεθών τους, «μετέφεραν» ζημιές στην περυσινή χρήση, για να «προστατέψουν» τα εφετινά αποτελέσματα. Στο πλαίσιο αυτό, θυσίασαν την κερδοφορία τους, με τον σχηματισμό υψηλών προβλέψεων, παρά το γεγονός ότι οι επισφάλειες αποκλιμακώθηκαν στο τέταρτο τρίμηνο του 2016 για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της κρίσης.
Μαξιλάρι ασφαλείας
Συγκεκριμένα, οι απομειώσεις για επισφαλείς απαιτήσεις διαμορφώθηκαν στο υπό εξέταση διάστημα σε 928 εκατ. ευρώ, παρότι η δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων ήταν αρνητική, φτάνοντας τα 311 εκατ. ευρώ. Σε επίπεδο έτους οι προβλέψεις έφτασαν τα 3,6 δισ. ευρώ, ενώ οι νέες προβληματικές χορηγήσεις ανήλθαν σε μόλις 560 εκατ. ευρώ.
Οι τράπεζες θέλουν να έχουν «μαξιλάρι» ασφαλείας ώστε, αν χρειαστεί, να μεταβάλουν το μείγμα των εφετινών δράσεών τους, αυξάνοντας τις οριστικές διαγραφές από τα χαρτοφυλάκιά τους, προκειμένου να πετύχουν τους στόχους μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Με τη διενέργεια αυξημένων προβλέψεων στο τελευταίο τρίμηνο του 2016, έχουν αυξήσει τα περιθώρια για τέτοιες κινήσεις, περιορίζοντας ταυτόχρονα τον κίνδυνο εμφάνισης ζημιών στην εφετινή χρήση.
Πώς θα «κουρεύονται» τα χρέη των επιχειρήσεωνσε Εφορία, Ταμεία και τράπεζες
Κατατέθηκε ύστερα από πολύμηνη καθυστέρηση στη Βουλή το σχέδιο νόμου για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, μέσω του οποίου θα μπορούν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους σε Εφορία, ασφαλιστικά ταμεία και τράπεζες ως και 400.000 επιχειρήσεις. Στο ευνοϊκό καθεστώς, το οποίο θα παραμείνει ανοιχτό για αιτήσεις ως και το τέλος του 2018, θα μπορούν να υπαχθούν υπό προϋποθέσεις επιχειρήσεις όλων των ειδών, ακόμη και οι ατομικές, με συνολικές οφειλές άνω των 20.000 ευρώ στις 31.12.2016.
Στην αίτηση θα πρέπει να περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία του οφειλέτη σε σχέση με τα χρέη του, δήλωση των περιουσιακών στοιχείων του, αλλά και έκθεση αξιολόγησης βιωσιμότητας, εάν έχει εκπονηθεί. Για να προχωρήσει η διαδικασία, η επιχείρηση θα πρέπει να εμφανίζει θετικά προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων αποτελέσματα σε τουλάχιστον μία χρήση την προηγούμενη τριετία. Μόνο έτσι θα αξιολογείται βιώσιμη και θα έχει δικαίωμα ρύθμισης των οφειλών της.
Μετά την αίτηση στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ), η τελευταία θα ορίζει συντονιστή, ο οποίος θα μεσολαβεί μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών και θα επιβλέπει τις επαφές ώσπου να γίνει η αναδιάρθρωση των χρεών. Για να υπάρξει λύση, η πρόταση ρύθμισης των οφειλών θα πρέπει να γίνει δεκτή από τα 3/5 των πιστωτών.
120 δόσεις
Το σχέδιο μπορεί να προβλέπει διαγραφή του συνόλου των τόκων υπερημερίας, του 95% των απαιτήσεων του Δημοσίου από πρόστιμα και του 85% των απαιτήσεων του Δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής. «Κούρεμα» θα μπορεί να γίνεται στον ΦΠΑ και στον ΦΜΥ, ενώ εξαιρούνται οι μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές.
Στόχος της λύσης που θα εκπονείται είναι να ελαφρύνει το συνολικό χρέος της επιχείρησης, ώστε να μπορεί κατά προτεραιότητα να αποπληρώσει όλες τις υπόλοιπες απαιτήσεις. Ανάλογα με τα προβλεπόμενα έσοδα θα προσαρμόζεται και το «κούρεμα».Οι δόσεις μετά την αναδιάρθρωση των οφειλών προς το Δημόσιο δεν μπορούν να ξεπερνούν τις 120. Η συμφωνία θα πρέπει να επικυρώνεται από το Πρωτοδικείο.
Οι τράπεζες εκτιμούν ότι θα καθυστερήσει η έναρξη εφαρμογής του νέου μηχανισμού, καθώς θα πρέπει να δημιουργηθεί ηλεκτρονική πλατφόρμα για την υποβολή των αιτήσεων. Αυτό δεν αναμένεται πριν από το ερχόμενο φθινόπωρο, καθώς από τις τράπεζες υπολογίζεται ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον έξι μήνες προετοιμασίας για το στήσιμό της.
Επίσης, προβληματισμός υπάρχει για το όριο των 20.000 ευρώ που έχει τεθεί, καθώς εκτιμούν ότι θα μπλοκάρει το σύστημα, καθυστερώντας τις διαδικασίες αναδιάρθρωσης των χρεών, λόγω του μεγάλου αριθμού των ενδιαφερομένων.
Για να ξεπεραστούν τα παραπάνω εμπόδια, οι τραπεζίτες θα επιχειρήσουν να προσεγγίσουν οι ίδιοι τους πελάτες τους για να βρουν μια λύση, χωρίς τη γραφειοκρατική «ταλαιπωρία» του νέου μηχανισμού, ο οποίος μεταξύ άλλων προβλέπει και «φακέλωμα» του οφειλέτη μέσω της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης. «Πολλοί δανειολήπτες θα προτιμήσουν να συνδιαλλαγούν απευθείας μαζί μας αντί να βγάλουν στη… φόρα όλα τους τα περιουσιακά στοιχεία» εκτιμά έμπειρο τραπεζικό στέλεχος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ