Αν το «Ταμάμ» ετοιμάζεται να ρίξει αυλαία, το τέλος του θα μπορούσε να σημάνει μια νέα αρχή για τα ελληνικά κωμικά σίριαλ. Η σειρά του ANT1, η οποία εξετάζει με χιούμορ τις δύσκολες σχέσεις μιας πολυεθνικής οικογένειας που ζει στο κέντρο της Αθήνας, έδειξε πως μπορούμε και εμείς, στην Ελλάδα, να κάνουμε κωμωδία που δεν είναι χοντροκομμένη φάρσα, με σενάριο που δεν παραπέμπει σε συρραφή ανεκδότων και με ήρωες που δεν μοιάζουν καρικατούρες αλλά είναι αληθινοί άνθρωποι. Το βασισμένο σε μια επιτυχημένη γερμανική παραγωγή σίριαλ κατάφερε να επιβιώσει για τρεις κύκλους σε μια τηλεόραση βαριά λαβωμένη από την κρίση (γεγονός που έχει, βεβαίως, τραγικό αντίκτυπο και στη μυθοπλασία), όπως κατάφερε να πει πολλά και σημαντικά πράγματα για τις ανθρώπινες σχέσεις, και στα επεισόδια που βασίστηκαν στο γερμανικό σενάριο, εξελληνισμένα από τους Δήμητρα Σακαλή και Βασίλη Ρίσβα, και στον τρίτο κύκλο πρωτότυπων επεισοδίων που υπογράφουν οι ίδιοι. Αξιοσημείωτη η συμβολή των ηθοποιών, με τη Λίλα Μπακλέση να κάνει προσωπική επιτυχία στον κεντρικό ρόλο της Ελλης, που την παραλάβαμε μαθήτρια και την αφήνουμε μητέρα. Είναι όμως, κυρίως, η ματιά του Πιέρρου Ανδρακάκου, του σκηνοθέτη της σειράς, ο παράγοντας που δημιούργησε τις προϋποθέσεις για επιτυχία: σε ένα τοπίο όπου την κωμωδία την αντιμετωπίζουμε με προχειρότητα, σαν ένα αυτοσχέδιο παιχνίδι μιας παρέας φίλων, αυτός τη χειρίστηκε με επαγγελματισμό που φαίνεται σε κάθε πλάνο. Επιβεβαιώνοντας πως τη διαφορά δεν την κάνουν τα πολλά χρήματα, αλλά το όραμα και η σκληρή δουλειά.

«Με τα μισά λεφτά καλύτερες σειρές»
Ο Πιέρρος Ανδρακάκος πρόλαβε βεβαίως και την εποχή με τα πολλά (έστω με τα περισσότερα) χρήματα και μπορεί να κάνει συγκρίσεις, όταν π.χ. ανατρέξει σε μια προηγούμενη δουλειά του, τους «Βασιλιάδες», «που, όπως και το «Safe sex», του οποίου σκηνοθέτησα κάποια επεισόδια, είχαν τον διπλάσιο προϋπολογισμό από το «Ταμάμ». Οταν βρεθείς στην κρίση, έχεις δύο επιλογές: ή παραιτείσαι ή παλεύεις. Επειδή παλέψαμε, καταφέραμε να κάνουμε με τα μισά λεφτά καλύτερες σειρές από ό,τι κάναμε τότε, και δεν αναφέρομαι μόνο στο «Ταμάμ»».
Στην περίπτωση του σίριαλ του ANT1 υπήρχε η γερή, εκ Γερμανίας, σεναριακή βάση, «που μας βοήθησε να αποφύγουμε τα κλισέ από τα οποία πάσχουν οι ελληνικές σειρές. Το γερμανικό «Ταμάμ» είχε θαυμάσιους και εξαιρετικά χτισμένους χαρακτήρες, τους οποίους προσπαθήσαμε να διατηρήσουμε στην προσαρμογή του σεναρίου κάνοντας τις απαραίτητες αλλαγές: π.χ. στους Γερμανούς ο τούρκος πατέρας δεν ήταν κουρέας, όπως τον κάναμε εμείς, αλλά αστυνομικός. Σκέφτεστε τούρκο αστυνομικό στην Ελλάδα; Με τίποτε. Του αλλάξαμε λοιπόν επάγγελμα. Ομως φροντίσαμε να μην προδώσουμε με τις παρεμβάσεις μας το σενάριο». Γι’ αυτό ο σκηνοθέτης επέμενε τα γυρίσματα να γίνουν στο κέντρο και όχι σε κάποια από τις μονοκατοικίες των προαστίων όπου έχουν γυριστεί πολλές σειρές. «Ηθελα να δείξω τη σύγχρονη Αθήνα», λέει, «την καρδιά της πόλης, αλλά και να υποστηρίξω την αλήθεια της σειράς. Πού θα μπορούσαν να ζουν ένας κουρέας και μια ψυχοθεραπεύτρια με τρία παιδιά; Σε ένα διαμέρισμα με σχετικά οικονομικό ενοίκιο των, πάνω-κάτω, 600 ευρώ. Ετσι βρεθήκαμε στην Κυψέλη».
Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε στις τελευταίας τεχνολογίας κάμερες, καθώς και στην ποιότητα των φακών «σε μια προσπάθεια να κάνω κάτι παραπέρα από όσα είχα κάνει. Η τηλεόραση παγκοσμίως βρίσκεται σε πολύ υψηλό επίπεδο, δεν γίνεται εμείς να μένουμε τόσο πίσω. Δεν λέω πως μπορούμε εύκολα να φτάσουμε τα μεγάλα στούντιο όπου γυρίζονται οι πολυδάπανες παραγωγές, πάντα όμως πρέπει να βρίσκεις τρόπους να βελτιώνεσαι. Στην περίπτωσή μας νομίζω πως κάναμε κάτι παραπάνω…».

Το μυστικό η ενσυναίσθηση
Με πλούσια πλέον εμπειρία στην κωμωδία, ο κ. Ανδρακάκος, που έχει μεταξύ άλλων σκηνοθετήσει την ελληνική «Μοντέρνα οικογένεια», θεωρεί πως η αρχική, η αμερικανική εκδοχή της σειράς («Modern family») ουσιαστικά επανεφηύρε τον όρο κωμωδία. «Οι πρώτοι της κύκλοι ήταν θαυμάσιοι, τώρα πια, έπειτα από τόσα χρόνια, δεν έχει την ίδια δύναμη. Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν καταφέραμε να την περάσουμε στο ευρύ κοινό, υπήρξαν άνθρωποι που ως και ενοχλήθηκαν από καταστάσεις που θίγει η σειρά, όπως π.χ. από τη σχέση του γκέι ζευγαριού που μεγαλώνει ένα παιδί. Μια άλλη, ακόμη πιο τολμηρή κωμική σειρά που μου αρέσει είναι το «Girls» της Λένα Ντάνχαμ. Και αυτή πάει την κωμωδία μπροστά, με την Ντάνχαμ να στρέφει την πλάτη στα σύγχρονα πρότυπα ομορφιάς και να ερμηνεύει μια κοπέλα παχουλή, ατσούμπαλη που δεν φοβάται να γδυθεί βγάζοντας στη φόρα τις ατέλειες του σώματός της. Εχει μερικά τέτοια στοιχεία η Ελλη του «Ταμάμ». Μια τέτοια σειρά λείπει από την Ελλάδα, και θα ήθελα πολύ να την κάνω!». Ποιο, αλήθεια, είναι το μυστικό επιτυχημένων παραγωγών όπως αυτές; «Η μαγική λέξη είναι η λέξη empathy, η ενσυναίσθηση, το να χτίζεις ήρωες που τα κίνητρά τους και οι συμπεριφορές τους να γίνονται κατανοητά, που η γλώσσα του σώματος, ο τρόπος που αντιδρούν, και όχι μόνο αυτά που λένε, να συμβάλλουν στη συναισθηματική ταύτιση ήρωα και θεατή».
Δηλώνει ικανοποιημένος που η σειρά τελειώνει, «καθώς είναι η κατάλληλη στιγμή». Οπως ικανοποιημένος είναι και από τις θεαματικότητες ,«οι οποίες είχαν βεβαίως τα πάνω και τα κάτω τους, όπως συμβαίνει συχνά με σειρές που παίζονται τόσον καιρό». Οι μετρήσεις τον απασχολούν αλλά δεν τον τρομάζουν αφού «ο επαγγελματίας πάντα την ίδια δουλειά θα κάνει είτε με 10% είτε με 60% θεαματικότητα. Πάντα θα προσπαθεί για το καλύτερο, ακολουθώντας το ένστικτό του. Ξέρω πως τα νούμερα μπορεί να σε μπλοκάρουν, δεν πρέπει όμως να το επιτρέψεις. Ομως, να το πούμε και αυτό, επειδή υπάρχουν πλέον και στην Ελλάδα αρκετοί θεατές που βλέπουν τα σίριαλ online, όποτε θέλουν, και όχι την ώρα που προβάλλονται, θα πρέπει να γίνονται μετρήσεις και στο Internet, και τα αποτελέσματα να βγαίνουν συνδυαστικά, για να είμαστε σωστοί».

Ο κινηματογράφος το επόμενο βήμα

Ο Πιέρρος Ανδρακάκος μετά το «Ταμάμ» επιθυμεί να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο, να δουλέψει κάποιο από τα σενάρια που έχει στο μυαλό του και που «δεν είναι κωμωδίες. Αρκετά με την κωμωδία, θέλω να δοκιμάσω και να δοκιμαστώ σε κάτι πιο δραματικό, σε κάτι διαφορετικό. Θέλω να βελτιώσω τη δουλειά μου, να προχωρήσω». Αυτό δεν είναι εύκολο στη σημερινή Ελλάδα για τους γνωστούς λόγους.

«Παρότι έχω δύο μικρά παιδιά, θα μπορούσα να φύγω στο εξωτερικό, αν μου δινόταν μια καλή ευκαιρία, και να έρχομαι τα καλοκαίρια – δεν είμαι από εκείνους που δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς τον ήλιο και χωρίς τον ουρανό μας, μια χαρά μπορώ! Εχω μια ζωή και επιθυμώ να τη ζήσω όσο καλύτερα γίνεται. Ομως, από τη στιγμή που είμαι εδώ, δεν θέλω να γκρινιάζω. Μου αρέσει η δουλειά, η δημιουργία, αγαπώ τους ανθρώπους που δεν το βάζουν κάτω, θαυμάζω τους νέους που είναι πρόθυμοι να πάρουν τη μοίρα τους στα χέρια τους. Δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι που βολεύονται, που αράζουν».

Χαλαρώνει καμιά φορά, ή έχει πάντα το μυαλό του στη δουλειά; «Ας πούμε πως κάνω μια δουλειά που δεν τελειώνει ποτέ, δεν σε αφήνει ποτέ. Είναι κομμάτι του εαυτού μου. Πηγαίνω, π.χ. στο σχολείο να πάρω τα παιδιά μου και ενώ τα περιμένω παρατηρώ τους άλλους γονείς και σκέφτομαι «έτσι λοιπόν συμπεριφέρονται οι σημερινοί σαραντάρηδες», παίρνοντας ιδέες για χαρακτήρες και τρόπους που πιθανώς θα χρησιμοποιήσω στο επόμενο σίριαλ, στην επόμενη ταινία».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ