Σε μια κίνηση που εξόργισε τις οργανώσεις για την προστασία της ιδιωτικότητας, η αμερικανική Γερουσία ψήφισε υπέρ της άρσης του κανονισμού που επέβαλε η προηγούμενη κυβέρνηση Ομπάμα, σύμφωνα με τον οποίο οι πάροχοι δικτυακών συνδέσεων δεν μπορούν να πωλούν σε διαφημιστές τα δεδομένα των χρηστών χωρίς τη συγκατάθεσή τους.
Ο κανονισμός είχε εγκριθεί τον Οκτώβριο του 2016 από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών (FCC), η οποία λειτουργούσε τότε υπό την ηγεσία των Δημοκρατικών. Πλέον ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικανούς του Τραμπ, οι οποίοι χαρακτήρισαν τον κανονισμό «επιβλαβή» για την οικονομία.
Έπειτα από την απόφαση που ελήφθη στη Γερουσία την Πέμπτη, το θέμα θα πρέπει να τεθεί σε ψηφοφορία και στην Βουλή των Αντιπροσώπων, στην οποία επίσης πλειοψηφούν οι Ρεπουμπλικανοί. Μόνο ο πρόεδρος Τραμπ θα μπορούσε να διατηρήσει τον κανονισμό υποβάλλοντας βέτο, αυτό όμως είναι εντελώς απίθανο να συμβεί.
Οι εξελίξεις ήδη προκαλούν αντιδράσεις: «Κάθε Αμερικανός θα πρέπει να θορυβηθεί από την κατάφωρη παραβίαση της ιδιωτικότητάς τους που α προκύψει από το πισογύρισμα των Ρεπουμπλικανών» δήλωσε ο Δημοκρατικός γερουσιαστής της Μασαχουσέτης Εντ Μάρκλεϊ σύμφωνα με το Ars Technica.
Οι πάροχοι «δεν θα πρέπει να αποκτήσουν τη δυνατότητα να πλουτίζουν από τις πληροφορίες που αφορούν το τι αναζητάτε στο Διαδίκτυο, τι διαβάζετε ή τι αγοράζετε χωρίς τη συγκατάθεσή σας» ανακοίνωσε η οργάνωση Electronic Frontier Foundation σύμφωνα με το BBC.
Ο επίμαχος κανονισμός απαιτεί από τους παρόχους να ζητούν συγκατάθεση πριν πουλήσουν σε τρίτους ευαίσθητα δεδομένα όπως τα ιστορικά περιήγησης και γεωεντοπισμού, τα οικονομικά δεδομένα, τα δεδομένα υγείας, τους αριθμούς κοινωνικής ασφάλισης και το περιεχόμενο των επικοινωνιών τους, μεταξύ άλλων.
Για λιγότερο ευαίσθητα δεδομένα, όπως οι διευθύνσεις email και τα συμβόλαια με τους παρόχους, οι χρήστες έπρεπε να δηλώσουν μόνοι τους ότι επιθυμούν να εξαιρεθούν από την πώληση δεδομένων.