«Δεν πιστεύω να είσαι φεμινίστρια!» λέει ο Παύλος Ταξόπουλος (Γρηγόρης Βαλτινός) στη γοητευτική σύζυγό του, αντιδρώντας στις απόψεις της περί ισότητας των δύο φύλων –οι οποίες δεν διεκδικούσαν δάφνες πρωτοτυπίας. «Ε λοιπόν, θα γίνω» του αποκρίνεται εκείνη με ύφος και διάθεση «νιάου, βρε γατούλα, με τη ροζ μυτούλα». Ο παραπάνω διάλογος καθιστά προφανές σε οποιονδήποτε παρακολουθεί τα «Δίδυμα φεγγάρια», τη σαπουνόπερα του ANT1, ότι το μεσήλικο ζευγάρι των πρωταγωνιστών, και ειδικά ο κύριος, προέρχεται από κάποια άλλη εποχή.
Στην ίδια σειρά ο πολύ καλλιεργημένος (ιδιοκτήτης μικρού εκδοτικού οίκου) και πολύ ερωτευμένος Φίλιππος εκμυστηρεύεται στον συνομήλικό του εξάδελφο και συνεργάτη του, Αντώνη, τον πόνο του για τη χυλόπιτα που έφαγε όταν έμαθε πως η μέχρι πρότινος ερωμένη του αγαπάει άλλον. Η αντίδραση του Αντώνη ενδεικτική της φαλλοκρατικής αντίληψης που διακατέχει και τη νεότερη γενιά: «Σου είπε ότι γουστάρει άλλον και απλώς της είπες να πάει στον διάολο;» εκρήγνυται. «Και τι να πω;». «Να της κάνεις τη μούρη μαύρη!». Γιατί η γυναίκα όταν παίζει μαζί μας τα θέλει τα χαστούκια της! Και περνάμε στο χάσμα των γενεών που εδώ μόνο χάσμα δεν είναι, αφού νέοι και γέροι έχουν ακριβώς τα ίδια (συντηρητικά) μυαλά: Η νεαρή Σίλα σκανδαλίζεται τόσο όταν μαθαίνει πως η μεσήλικη παρ’ ολίγον πεθερά της Λίτσα διατηρεί ερωτική σχέση με έναν νεότερό της άντρα που αποφασίζει να διακόψει κάθε επαφή μαζί της, αλλά και η Λίτσα όταν μαθαίνει πως η παρ’ ολίγον νύφη της (και μητέρα του εγγονιού της) είναι τώρα ερωτευμένη με τον ανιψιό της απαιτεί να τα χαλάσουν «γιατί αυτά τα πράγματα δεν γίνονται! Τι θα πει ο κόσμος!».
Δεν ξέρω τι μπορεί να λέει ο κόσμος, παρακολουθώντας όμως τις εν Ελλάδι σαπουνόπερες αλλά και τα πιο «σύγχρονης» αισθητικής σίριαλ παρατηρώ πως ο κόσμος τους παραμένει πεισματικά κολλημένος σε ήθη και αντιλήψεις προηγούμενων δεκαετιών. Οταν οι σειρές του εξωτερικού ασχολούνται με τις μονογονεϊκές και τις εκτός γάμου οικογένειες, με τα ομόφυλα ζευγάρια, ακόμα και με πατεράδες που ξαφνικά αποφασίζουν να διορθώσουν το φύλο τους («Transparent»), εδώ εξακολουθεί να μας απασχολεί το τι θα πει ο κόσμος, ή μάλλον επιστρέφουμε σε αυτό, γιατί στο παρελθόν είδαμε παραγωγές που τόλμησαν να ασχοληθούν με πιο τολμηρά και σύγχρονα θέματα κοινωνικών σχέσεων («Γυναίκες», «Αναστασία», «Σαββατογεννημένες», «Ευτυχισμένοι μαζί»…).
Σήμερα, από τα φρικωδώς συντηρητικά ζευγάρια του «Μπρούσκου», όπου όλοι ζουν και αναπνέουν με σκοπό να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά, ως τα «Δίδυμα φεγγάρια», όπου κάπου ανάμεσα σε γάμους, βαφτίσεις και θανάτους εμφανίζεται ένας καλόγερος που βγάζει κηρύγματα εκκλησιαστικής ηθικής, και από τις γκρινιαρομπεμπέκες συζύγους της «Μουρμούρας» ως τον μαμάκια κρυφογκέι των «Συμμαθητών», η ελληνική τηλεόραση φαίνεται να αναβιώνει μια εποχή άκρας συντήρησης.
Στα δικά μας κανάλια το «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια» παρουσιάζεται ως το τρίπτυχο της οικογενειακής ευτυχίας, οι νέες γυναίκες θεωρούνται αποτυχημένες και ανολοκλήρωτες αν δεν φορέσουν νυφικό, οι τοπικιστές σύζυγοί τους (σαν την Κρήτη πουθενά!) απαιτούν οι συμβίες τους να σταματήσουν να δουλεύουν για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, ενώ ακόμα και τα μικρά παιδιά τους (όπως η ανάπηρη κόρη στο «Μπρούσκο») σκέφτονται και αντιδρούν πιο συντηρητικά απ’ ό,τι θα σκέφτονταν και θα αντιδρούσαν οι γιαγιάδες τους. Eχει κανείς την αίσθηση ότι δεν πέρασε πολύς καιρός από το «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» και ότι αντί να επιχρωματίζονται ταινίες σαν εκείνη με τον Αντωνάκη και την Ελενίτσα ή σαν το πιο πρόσφατο παράδειγμα της θαυμάσιας ηθογραφίας «Της κακομοίρας» με τον Ζήκο, ίσως και να πρέπει να αφαιρούνται τα χρώματα από τις σύγχρονες τηλεοπτικές παραγωγές που μοιάζουν επί της ουσίας να είναι πιο ασπρόμαυρες.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ