Περισσότερο από το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού δεν έχει υγιές βάρος, ενώ η παχυσαρκία έχει υπερδιπλασιαστεί σε σχέση με τη δεκαετία του 1980, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου του Λιντς, με επικεφαλής τον καθηγητή Τιμ Μπέντον. Η έρευνα εστιάζει στην αύξηση της χρήσης των σπορέλαιων ως βασική αιτία αυτής της αλλαγής. Διότι δεν είναι μόνο το ότι μαγειρεύουμε, κάνοντας αρκετές φορές υπερβολική χρήση αυτών των προϊόντων, είναι και το ότι τα αυτά περιέχονται σε πολλές έτοιμες τροφές. Μάλιστα, το σογιέλαιο και το φοινικέλαιο είναι ανάμεσα στα 8 συστατικά, μαζί με τις ζύμες, το ρύζι, τη ζάχαρη, το κριθάρι, το καλαμπόκι και την πατάτα, που εκτιμάται ότι έχουν συμβάλλει κατά 80% στην αύξηση των θερμίδων στο φαγητό μας. Φαγητό που συνήθως είναι πλούσιο σε λιπαρά και φτωχό σε θρεπτικά συστατικά. Το πρόβλημα – θεωρεί ο καθηγητής – συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις παγκόσμιες πολιτικές που καθιστούν πολύ φθηνό το εμπόριο αυτών των ελαίων. “Και φυσικά το παγκόσμιο εμπόριο των τροφίμων έχει συμβάλλει στην καταπολέμηση της πείνας, αλλά τελικά, οι πιο φτωχοί έχουν εύκολη πρόσβαση στις φθηνές θερμίδες” σχολιάζει ο καθηγητής Μπέντον. Και ίσως το να μπορεί κανείς να εφοδιαστεί φτηνά, αλλά επιβλαβή προϊόντα με πολλές θερμίδες, αντί να καταναλώνει όσα είναι διαθέσιμα σε τοπικό επίπεδο, να αποτελεί έναν σοβαρό λόγο για την αύξηση της παχυσαρκίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
“Η μεγαλύτερη αύξηση θερμίδων, από τη στιγμή που ξεκίνησε η εποχή της παγκοσμιοποίησης, προέρχεται από τα παράγωγα των ελαίων” αναφέρει η καθηγήτρια Κορίνα Χόουκς, διευθύντρια του Κέντρου Διατροφικής Πολιτικής στο Σίτι, του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Υπήρξε μια απότομη και αξιοσημείωτη αύξηση της διαθεσιμότητας του σογιέλαιου και του φοινικέλαιου, πράγμα που κατά τη γνώμη της, είναι άμεσα εξαρτώμενο από τις πολιτικές του διεθνούς εμπορίου. Και εφόσον η χρήση τους έγινε ευκολότερη και φθηνότερη για τις εταιρείες παραγωγής τροφίμων, άρχισαν να τα χρησιμοποιούν χωρίς φειδώ. Όμως όλα αυτά τα κορεσμένα και τρανς λιπαρά που περιέχουν αρκετές τυποποιημένες τροφές ευθύνονται όχι μόνο για την παχυσαρκία αλλά και για πολλές καρδιοπάθειες. Άλλο ένα αντίστροφο παράδειγμα είναι το πρόβλημα της κινόα. Η υπερτροφή, η οποία φύεται στις Άνδεις, έγινε τόσο ακριβή που πλέον είναι απλησίαστη για τους φτωχούς κατοίκους της περιοχής. Αντίθετα, οι ευκατάστατοι σε όλον τον κόσμο μπορούν να απολαμβάνουν τα οφέλη της. Με άλλα λόγια, το εμπόριο αυτό καθαυτό καθιστά προσβάσιμες όλων των ειδών τις τροφές, εκείνο που δεν είναι προσβάσιμο από όλους είναι η ίδια η γνώση.
Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα της διεκδίκησης της πληροφορίας. Όσο περισσότερο ψάχνουμε, διεκδικούμε γνώση και μαζί καλύτερη υγεία. Ενημέρωση και απαραιτήτως ανάγνωση των συστατικών των έτοιμων και επεξεργασμένων τροφών. Και μία ακόμη υπενθύμιση: Ασχέτως διεθνούς εμπορίου, ας κοιτάξουμε λίγο και τον τρόπο της ζωής μας. Κινούμαστε αρκετά σε σχέση με αυτά που καταναλώνουμε; Πόσο πολύ πεινάμε όταν αγοράζουμε τις τυρόπιτες, τα κρουασάν και τα παγωτά που – ομολογουμένως – βρίσκονται παντού γύρω μας; Αλήθεια, οι παλιότερες γενιές πόσο συχνά έρχονταν σε επαφή με την τροφή; Είχαν σε κάθε οικοδομικό τετράγωνο κι από ένα… αρμόδιο κατάστημα;