«Τι είναι η πατρίδα μας;»

Πώς θέτουμε και κυρίως πώς απαντούμε σε ερωτήματα που αφορούν τις ταυτίσεις μας με το εθνικό στη σύγχρονη συγκυρία;

Πώς θέτουμε και κυρίως πώς απαντούμε σε ερωτήματα που αφορούν τις ταυτίσεις μας με το εθνικό στη σύγχρονη συγκυρία; Και κυρίως πώς θέτουμε και πώς απαντούμε σε τέτοια ερωτήματα, όχι σε ακαδημαϊκό επίπεδο, αλλά στη δημόσια σφαίρα, στην εκπαίδευση, στον πολιτικό διάλογο, στις κοινές πρακτικές διαπραγμάτευσης των συναισθημάτων, του θυμικού και της υποκειμενικότητάς μας στην καθημερινή ζωή;
Τι μπορεί να είναι η «πατρίδα» μας σήμερα; Πώς επενδύεται σημασιολογικά και συναισθηματικά αυτή η έννοια μέσα από τα σύγχρονα κοινωνικά, πολιτικά αλλά και προσωπικά και οικογενειακά βιώματά μας; Πώς αλλάζει και μετασχηματίζεται ηλικιακά; Τι σημαίνει «πατρίδα» και «έθνος» για τους νεότερους ανθρώπους; Πώς αλλάζει και μετασχηματίζεται ανάλογα με τα διαφορετικά κοινωνικά γνωρίσματά μας που αφορούν –μεταξύ άλλων –την καταγωγή, τη θρησκεία, την κοινωνική τάξη, το χρώμα του δέρματος, τη σεξουαλικότητα, το φύλο μας; Και, κυρίως, πώς διεκδικούμε και προασπίζουμε σημασιολογικά μια «πατρίδα» με πολιτικά προοδευτικό, δημοκρατικό και ελπιδοφόρο πρόσημο;
Πιάνοντας το νήμα αυτού του συλλογισμού, δεν μπορώ παρά να ξεκινήσω από τον ίδιο τον όρο. Η «πατρίδα» μας δεν μπορεί να είναι πια τέτοια, δεν μπορεί να παραπέμπει στον τόπο των πατέρων μας, χρειάζεται δηλαδή να απολέσει την έμφυλη σημασιολογική φόρτιση και να περιλάβει ξεκάθαρα και ισότιμα την κληρονομιά των μητέρων μας και τη συμβολή και τον ρόλο τους στη συγκρότηση του κοινού μας βίου.
Η ανάδειξη της συλλογικότητας, της σημασίας της διαφύλαξης, της περιφρούρησης και την ανάπτυξης των πρακτικών του κοινού βίου, της κοινότητας δεν μπορεί παρά να αποτελούν προτεραιότητες στη σύγχρονη σημασιοδότηση ενός «εμείς» με προοδευτικό και δημοκρατικό πρόσημο. Ενα από τα ανθεκτικότερα στοιχεία του εθνικισμού ήταν ιστορικά η δυνατότητα ταύτισης πολλών και διαφορετικών ανθρώπων με μορφές, εικόνες, αφηγήματα συλλογικότητας που λειτουργούσαν χειραφετικά, ενδυναμωτικά και ενίοτε ανακουφιστικά και θεραπευτικά. Ομως ο παραδοσιακός εθνικισμός δεν αποτελεί τον μόνο τρόπο συγκρότησης φαντασιακών κοινοτήτων και δεν υπαγορεύει μονοπωλιακά τις πρακτικές των συλλογικών ταυτίσεων. Η πρόσφατη εμπειρία της αλληλέγγυας κινητοποίησης μεγάλων μερίδων του πληθυσμού στην Ελλάδα με αφορμή την προσφυγική κρίση αποτελεί μια σημαντική ένδειξη των τάσεων και δυναμικών σημασιοδότησης του προοδευτικού «εμείς» σήμερα. Η αλληλέγγυα υποκειμενικότητα αναδείχθηκε σε ισχυρότατη χειραφετική και ενδυναμωτική αναφορά τόσο σε παραδοσιακούς κινηματικούς χώρους όσο και έξω από αυτούς. Αλλά και πέρα από το Προσφυγικό, οι διαφορετικές μορφές και οι πρακτικές της αλληλεγγύης που αναδύθηκαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα μέσα από ποικίλες συνθήκες κρίσης υπενθυμίζουν ότι οι πληβειακές και δημώδεις κοσμοπολιτικές πρακτικές δεν μπορεί παρά να αναγνωριστούν ως δυναμικές διαδικασίες προοδευτικής ανασημασιοδότησης της κοινότητας και του κοινωνικού στη σύγχρονη συγκυρία.
Τι συγκροτεί όμως την προοδευτικότητα αυτών των μορφών ανασημασιοδότησης του συλλογικού; Οι απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα μπορεί να είναι πολλές και ενδεχομένως αντιθετικές. Το σίγουρο είναι ότι το προοδευτικό και δημοκρατικό πρόσημο εμπεριέχει έντονα οραματικές δυναμικές. Οι σύγχρονες πρακτικές ταύτισης και ανασημασιοδότησης του εθνικού, τοπικού, περιφερειακού «εμείς» δεν μπορούν παρά να αφορούν το μέλλον. Το οραματικό «εμείς» δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει νοήματα, στρατηγικές και αφηγήματα που να αφορούν την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, τη διαφύλαξη των φυσικών πόρων και του πολιτισμικού κεφαλαίου, τις αναπτυξιακές δυναμικές που θα εξασφαλίσουν καλύτερη και πιο ευχάριστη ζωή για τους πολλούς. Παρά τη ζοφερή εικόνα των περιοδικών ανακάμψεων των ακραίων συντηρητικών, νεοφασιστικών, ή αλλιώς λαϊκιστικών, πολιτικών τάσεων σε διεθνές επίπεδο είναι σαφές ότι οι αγκυλώσεις της άλλοτε μελαγχολικής και άλλοτε οργισμένης νοσταλγικής αναπόλησης «χαμένων μεγαλείων» αποτελούν βέβαια παραδοσιακά στοιχεία μιας συντηρητικής ουτοπίας, αλλά σίγουρα δεν μπορούν να συνομιλήσουν μακροπρόθεσμα με τις ανάγκες, τις οπτικές και τις επιθυμίες, ιδιαίτερα των νεότερων ανθρώπων. Ο λαϊκιστικός συντηρητικός εθνικισμός μπορεί να καπηλεύεται παραδοσιακά το παρελθόν, αλλά σίγουρα δεν μπορεί να περιγράψει πειστικά ένα καλύτερο μέλλον για τους πολλούς και τις πολλές.
Αυτές τις τελευταίες ημέρες του Μαρτίου καλούμαστε για μία ακόμη φορά να τιμήσουμε επετειακά τον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία. Και με αυτή την αφορμή καλούμαστε ως πολίτες, με τους διαφορετικούς κάθε φορά ρόλους μας, να συλλογιστούμε –κάπου μεταξύ θυμηδίας, σοβαρότητας και κριτικής αυτοειρωνείας –τι τιμούμε, τι σεβόμαστε, τι περιφρουρούμε και τι διεκδικούμε. Και είναι νομίζω ενδεικτικός ο τρόπος που οι μικρότεροι μεταξύ μας απαντούν σε αυτά τα ερωτήματα. Οπως η πεντάχρονη μαθήτρια νηπιαγωγείου, που προσπαθώντας να επιλέξει ποίημα για απαγγελία στη γιορτή της 25ης Μαρτίου αποφάσισε να συνθέσει ένα νέο, συνδυάζοντας σκόρπια στιχάκια από διάφορα ποιήματα. Το αποτέλεσμα αποτελεί νομίζω μια συνέχεια αλλά και μια σύγχρονη απόκριση στο παλαιότερο εκείνο ερώτημα Τι Είναι η Πατρίδα μας του Ι. Πολέμη:
Στις φτερούγες των πουλιών
Στον αφρό απ’ τα σύννεφα
Στις καμπάνες των χρωμάτων
Στο φρούτο το κομμένο στα δύο
Στον λαίμαργο και τρυφερό μου σκύλο
Γράφω τ’ όνομά σου
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Η κυρία Ιωάννα Λαλιώτου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας – αντιπρύτανης στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.