«Μάνα να ‘σαι περήφανη/ που πάω για φαντάρος/ γιατί είν’ όνειρο ζωής/ να μην πεθάνω σκλάβος»: με την (κακοφτιαγμένη) «μαντινάδα της εβδομάδας» έκλεισε το δεύτερο επεισόδιο του νέου κύκλου τού «Με αρετή και τόλμη». Ούτε οι μαντινάδες μού αρέσουν ούτε η πολεμική θεματολογία, την οποία αποφεύγω ακόμα και όταν λαμβάνει τη μορφή έργου τέχνης, π.χ. ταινίας. Εχω, φυσικά, παρακολουθήσει τις πιο χαρακτηριστικές κινηματογραφικές παραγωγές του είδους («Η γέφυρα του ποταμού Κβάι», «Αποκάλυψη τώρα», «Η διάσωση του στρατιώτη Ράιαν»…) αναγνωρίζοντας την αξία τους αλλά θεωρώ πως είναι άλλο πράγμα η ανάδειξη της φρίκης του πολέμου στο σελιλόιντ και άλλο πράγμα η αποθέωση του στρατιωτικού ιδεώδους.
Ο λόγος για τον οποίο διαφωνώ με εκπομπές όπως το «Με αρετή και τόλμη» είναι ότι στερούνται παντελώς τον αντιπολεμικό χαρακτήρα που έχουν οι προαναφερόμενες ταινίες. Η προετοιμασία για τον πόλεμο και η στρατιωτική ετοιμότητα παρουσιάζονται σχεδόν εξιδανικευμένες, σε ένα πλαίσιο που τις αναδεικνύει σε αφορμή για να εκδηλωθούν τα υψηλότερα ανθρώπινα ιδανικά. Το «αμύνεσθαι περί πάτρης», η αντίσταση απέναντι σε επιθέσεις ή και σε δυνάμεις κατοχής, παίρνει τη μορφή επιθετικού πατριωτισμού μέσα από εμπλουτισμένα με εθνικιστικές κορόνες πλάνα στα οποία τα όπλα μετατρέπονται σε φετίχ, η πολεμική σύρραξη μοιάζει παιχνίδιpaintball, οι στρατευμένοι παρουσιάζονται ηδονικά παραδομένοι σε έναν κόσμο βίας και συγκρούσεων που οδηγεί στην ανάδειξή τους σε ήρωες με τη θυσία τους.
Βλέποντας τον Πρωθυπουργό να κάνει δηλώσεις στο «Με αρετή και τόλμη» και να επαναλαμβάνει δις πως ο στρατός συμβάλλει στη «βελτίωση της ποιότητας ζωής» μας, απόρησα.Ακόμα κι αν με έμμεσο τρόπο (διά της αποτρεπτικής του ισχύος) ο στρατός πράγματι είναι απαραίτητος σε μια χώρα –και δη στη δική μας που αντιμετωπίζει ποικίλες απειλές –η διατύπωση αυτή υπήρξε ατυχής.Και αν ο Αλέξης Τσίπραςπροσπάθησε γενικολογώντας και «παίζοντας» με τις λέξεις να εξωραΐσει την παρουσία του στην επιεικώς παλιομοδίτικη εκπομπή που επανέφερε ο υπουργός Εθνικής Αμυνας, τα πλάνα του Πάνου Καμμένου που έριχνε στεφάνι στα Ιμια και των «πωρωμένων» (για τις ανάγκες της τηλεοπτικής προπαγάνδας) υπερασπιστών της χώρας που δήλωναν έτοιμοι να πεθάνουν μου υπενθύμισαν πόσο σχηματικές και εν τέλει επικίνδυνες μπορεί να γίνουν τέτοιες εκπομπές. Ειδικά όταν απευθύνονται και σε τηλεθεατές που εύκολα μπορεί να μπερδέψουν τη φιλοπατρία με τον ακραίο εθνικισμό.
Οι παρουσιάστριές της και οι καλεσμένοι τους κατάφεραν να με επιστρέψουν στα παιδικά μου χρόνια. Στην εποχή που η ΤΕΔ (Τηλεόρασις Ενόπλων Δυνάμεων) μετατρεπόταν σεΥΕΝΕΔ (Υπηρεσία Ενημερώσεως Ενόπλων Δυνάμεων). Θυμάμαι (ασπρόμαυρη και κάπως θολή η εικόνα) κάτι αεροπλάνα να απογειώνονται αφήνοντας πίσω τους ουρές καπνού. Ηταν νομίζω η έναρξη του «Οι ουρανοί είναι δικοί μας», της εκπομπής με ειδήσεις από την Πολεμική Αεροπορία. Αντιστοίχως, τα νέα του Στρατού Ξηράς φιλοξενούνταν στο «Επί των επάλξεων» και τα νέα του Πολεμικού Ναυτικού στο «Ελλάς και Θάλασσα». Αυτά πριν να ξεκινήσει το «Με αρετή και τόλμη» που διακόπηκε όταν έπεσε το μαύρο για να αναβιώσει σήμερα.
Τότε, παρακολουθώντας πλάνα από εκείνες τις εκπομπές και ελλείψει άλλων εναλλακτικών (καθώς δεν υπήρχε παρά η κρατική τηλεόραση), οι δικοί μου έβρισκαν την ευκαιρία να μου επισημάνουν πόσο κακό πράγμα είναι ο πόλεμος, σε αντίθεση με τους παρουσιαστές που σχεδόν με προέτρεπαν να υιοθετήσω το στρατιωτικό πάθος ως τρόπο αυτοπραγμάτωσης. Μεγαλώνοντας κατάλαβα πως τέτοιες πρακτικές υπηρετούσαν μια προσπάθεια ανάδειξης των Ενόπλων Δυνάμεων ως υπέρτατου συστατικού της κρατικής κυριαρχίας. Εν τούτοις θα περίμενα σήμερα πως η κοινωνία έχει αφήσει πίσω της τη στερεοτυπική αυτή εκδοχή της στρατιωτικής ισχύος και πως η μετατροπή της «κρατικής» τηλεόρασης σε «δημόσια» δεν περιορίζεται στις λέξεις, αλλά στην επί της ουσίας ανάδειξη νέων προτύπων και αντιλήψεων για μια κοινωνία που προχωράει μπροστά και δεν αναπαράγει το φαύλο παρελθόν της.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ