Πολλά διθυραμβικά σχόλια έχουν γραφτεί και ειπωθεί υπέρ της τιμημένης αγροτιάς, του μόχθου του αγρότη και της καταλυτικής συμβολής του αγροτικού τομέα στην ανάπτυξη της χώρας. Πολύ λιγότερα ωστόσο έχουν γίνει σε επίπεδο έμπρακτης πολιτικής αυτή για να τιμήσουμε τη σπουδαιότητα των εννοιών αυτών στη πράξη.
Θεωρώ ότι η αιτία είναι ότι αυτό που καλούμε συνολικά αγροτικό τομέα περιορίζεται στην αντιπαραγωγική και μονοδιάστατη διαχείριση κοινοτικών κονδυλίων, στη στείρα και κοντόφθαλμη διαχείριση των συνδικαλιστικών αιτημάτων του αγροτικού τομέα και στην κατ’ επανάληψη, επί πολλές δεκαετίες, κλοπή και κακοδιαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων.
Αυτό, δυστυχώς, έχει σαν αποτέλεσμα τη δραματική μείωση της δημιουργικής ανταγωνιστικής αγροτικής παραγωγής και αφαιρεί το σημαντικότερο κίνητρο για τη συμμετοχή και τη συμβολή περισσότερων ελλήνων στην αγροτική ανάπτυξη της χώρας.
Έτσι, γίνεται αντιληπτό ότι δεν φτάνει να αναγνωρίσει κανείς ότι ο αγροτικός τομέας δυνητικά αποτελεί μια χρυσή ευκαιρία για την ανάταξη της χώρας.
Χρειάζεται λοιπόν για να συνδέσουμε τις πυροτεχνηματικές μας επιδιώξεις με την έμπρακτη και ουσιαστική πολιτική παραγωγή;
Αυτό που πρέπει να γίνει άμεσα αντιληπτό από όλους είναι ότι επιτέλους η όποια Κυβέρνηση βρίσκεται στην εξουσία πρέπει να αντιληφθεί ότι το ζήτημα της αγροτικής πολιτικής είναι συνολικό και ενιαίο. Είναι, δε, άρρηκτα συνδεδεμένο με την δημιουργία μιας ισχυρής αγροτικής οικονομίας. Δε λύνεται με μεμονωμένα μέτρα –πολύ δε περισσότερο ημίμετρα- αλλά με μια συνολική μακρόπνοη στρατηγική θεώρηση η οποία θα συνδέεται άμεσα με κοστολογημένη, αξιολογημένη και συνεπώς ανταγωνιστική αγροτική οικονομία.
Ας συμφωνήσουμε λοιπόν, σε κάποιες καθολικώς αποδεκτές παραδοχές. Ο αγροτικός τομέας είναι ένα λειτουργικό σύστημα το οποίο για να είναι βιώσιμο πρέπει να παράγει περισσότερα από όσα καταναλώνει. Πρέπει δηλαδή να αποκτήσει οικονομική συνειδητοποίηση. Να είναι δηλαδή ένα σύστημα πλεονασματικό και όχι ελλειμματικό. Για να γίνει αυτό πρέπει το αγροτικό σύστημα να υπόκειται σε συνολικούς κανόνες –όπως η αξιολόγηση των παραμέτρων της παραγωγής- με απώτερο στόχο τη βέλτιστη απόδοσή του.
Πρέπει άμεσα να μειωθεί το κόστος αγοράς αγροτικών εφοδίων και αγροτικών μηχανημάτων, ενώ παράλληλα να αυστηροποιηθεί ο μηχανισμός προστασίας των παραγωγών από τους μεσάζοντες.
Πρέπει να υπάρξει σοβαρή στήριξη των αγροτών από τις τράπεζες και να δημιουργηθεί ένα εξειδικευμένο πρόγραμμα συγχρηματοδότησης με κοινοτικά κονδύλια για αγροτικές επενδύσεις καλύπτοντας μικρούς και μεγάλους αγρότες.
Σε αυτό το επίπεδο –και με γνώμονα την κοινή εθνική στόχευση πλέον για αγροτική ανάπτυξη- οφείλουμε να παρουσιάσουμε ένα συνολικό πλάνο που να ξεκινά από τις αγροτικές υποδομές, να περνά από την βέλτιστη εκμετάλλευση των πόρων και των σύγχρονων τεχνολογικών εργαλείων και να καταλήγει στη διαχείριση της αγροτικής γης.
Επίσης, οφείλουμε να διασυνδέσουμε και να θέσουμε κάτω από κοινό οικονομικό στόχο τον πρωτογενή, το δευτερογενή (μεταποίηση, βιομηχανία τροφίμων) και τον τριτογενή τομέας (αγορά αγροτικών προϊόντων, αγροτουρισμός κτλ).
Ταυτόχρονα, να φροντίσουμε το ανθρώπινο κεφάλαιο να εξελιχθεί, να εξειδικευτεί, ώστε να γίνει ο καταλύτης της αγροτικής ανάπτυξης.
Πρέπει να δημιουργηθεί στην Ελλάδα ένα νέο εκπαιδευτικό σύστημα για να καλύψει τις σύγχρονες ανάγκες ενημέρωσης, εξειδίκευσης και κατάρτισης των αγροτών για να μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις για μια σύγχρονη αγροτική παραγωγή.
Αυτό το στρατηγικό σχέδιο οφείλουμε να το περάσουμε από το φίλτρο των αναγκών των τοπικών κοινωνιών έτσι ώστε να δημιουργήσουμε τις απαραίτητες συνέργιες που να ικανοποιούν τις συγκεκριμένες ανάγκες και τη φυσιογνωμία του κάθε τόπου.
Πρέπει επιτέλους, το ίδιο το κράτος να δώσει τη δυνατότητα στους αγρότες, με έναν ενιαίο στρατηγικό σχεδιασμό σε όλη την Ελλάδα, ποια προϊόντα πρέπει να καλλιεργηθούν και πως πρέπει να γίνει η αλλαγή και η καλλιέργεια αυτών, με νέα δεδομένα, ώστε να εξυπηρετήσουν τους παραπάνω στόχους.
Και επιτρέψτε μου εδώ μια παραίνεση προς όλους όσοι διαμορφώνουν πολιτική.
Δύο σπάνια χαρίσματα που πρέπει να έχουν οι ασκούντες την πολιτική είναι η αντίληψη και η ενσυναίσθηση. Οι περισσότεροι –ακόμα και να τα κατέχουν- τα καταπιέζουν, τα περιορίζουν και τα περιχαρακώνουν κάτω από τη πίεση του λεγόμενου πολιτικού κόστους, του πελατειασμού και του φάσματος της μη επανεκλογής τους.
Αυτό για τους κυνικούς ορίζεται ως πολιτικός ρεαλισμός. Για μένα ορίζεται ως πολιτική δειλία.
Ας αποσείσουμε από πάνω μας φοβικά σύνδρομα και ας αποφασίσουμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα της χώρας ως ευκαιρίες παραγωγής πολιτικής και ο αγροτικός τομέας είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος από τον οποίο θα πρέπει να αρχίσει να υλοποιείται αυτή η νοοτροπία.
Καλό θα ήταν λοιπόν, οι εκφραστές της πολιτικής να κοιτάξουν ψηλά, να αναλογιστούν τις ευθύνες τους και να αποφασίσουν.
Να αποφασίσουν εάν θέλουν να παραδώσουν στον επόμενο μια χώρα μίζερη, ηττημένη και προδομένη ή μία παρακαταθήκη που θα εμπνεύσει και θα αποτελέσει μια αχτίδα περηφάνιας ότι τα πράγματα μπορούν αν αλλάξουν προς το καλύτερο και σε αυτή τη χώρα.
Έτσι, θα μπορέσουμε να σταματήσουμε επιτέλους να αναρωτιόμαστε γιατί χάνουμε συνέχεια ευκαιρίες.