Ιδιαίτερα κρίσιμη για την εξέλιξη των ελληνοαμερικανικών σχέσεων κατά τη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ χαρακτηρίζεται από διπλωματικούς παράγοντες η επίσκεψη του Νίκου Κοτζιά στην Ουάσιγκτον. Ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών θα συναντηθεί αύριο με τον αμερικανό ομόλογό του Ρεξ Τίλερσον στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στη συνομιλία τους αναμένεται να τεθεί μια ευρεία γκάμα διμερών και περιφερειακών θεμάτων.
Η Αθήνα επιθυμεί να συνεισφέρει στη «στρατηγική σταθερότητα» που επιδιώκουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στη γεωπολιτικά κρίσιμη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, όπου εσχάτως οι ισορροπίες διαταράσσονται λόγω της ισλαμικής τρομοκρατίας, της αστάθειας στην Τουρκία, της επανεμφάνισης εθνοτικών εντάσεων στα Βαλκάνια και, κυρίως, της δυναμικής επανεμφάνισης της Ρωσίας στην περιφερειακή «σκακιέρα ισχύος». Παράλληλα, η κυβέρνηση Τσίπρα προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει τις προθέσεις της νέας αμερικανικής ηγεσίας σε σχέση με τον ρόλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας, καθώς ο ρόλος της Ουάσιγκτον εντός του Ταμείου χαρακτηρίζεται κομβικός.
Η ανησυχία για τον παράγοντα «Τουρκία»
Δεν υπάρχει πάντως αμφιβολία ότι αυτή τη στιγμή η Αθήνα προβληματίζεται από το γεγονός ότι, παρά την ανησυχία της για ενδεχόμενο «θερμό επεισόδιο» στο Αιγαίο, που κρίνεται αντιπαραγωγικό λόγω της προαναφερθείσας βεβαρημένης «γεωπολιτικής ατζέντας», η νέα αμερικανική κυβέρνηση επιμένει στην «τακτική των ίσων αποστάσεων» στο ελληνοτουρκικό μέτωπο και οι αμερικανοτουρκικές επαφές εμφανίζονται αυξημένες το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερα σε στρατιωτικό επίπεδο, όπως μαρτυρά η συνάντηση των Α/ΓΕΕΘΑ Τουρκίας, ΗΠΑ και Ρωσίας στην Αττάλεια αναφορικά με τη Συρία. Σύμφωνα με διπλωματικούς παράγοντες που μίλησαν στο «Βήμα», ο ελληνικός προβληματισμός επιτείνεται από το γεγονός ότι κρίσιμες θέσεις στο αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών παραμένουν κενές, μεταξύ των οποίων και αυτή του βοηθού υπουργού για θέματα Ευρώπης και Ευρασίας που μέχρι πρότινος κάλυπτε η Βικτόρια Νούλαντ. Παρά τα όσα έχουν κατά καιρούς γραφτεί, η παρουσία του ελληνικής καταγωγής Ράινς Πρίμπους στη θέση του προσωπάρχη του Λευκού Οίκου δεν μπορεί να διασφαλίσει ότι η φωνή της Ελλάδας θα ακουστεί στην Ουάσιγκτον, καθώς οι ισορροπίες είναι εύθραυστες.
Επιπλέον, πηγή με γνώση του παρασκηνίου σημείωνε ότι μπορεί η αποχώρηση του Μάικλ Φλιν από τη θέση του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας να θεωρείται θετική, από τη στιγμή ο κ. Φλιν είχε εκδηλωθεί ανοιχτά υπέρ της Τουρκίας, ωστόσο αυτή τη στιγμή σημαντικό ρόλο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής διαδραματίζει ο Μάικ Πενς. Ο αμερικανός αντιπρόεδρος, ο οποίος πρόσφατα συναντήθηκε με τον τούρκο πρωθυπουργό Μπιναλί Γιλντιρίμ στο περιθώριο της Διάσκεψης για την Ασφάλεια στο Μόναχο, υπήρξε μέλος της Τουρκικής Ομάδας (Turkish Caucus) στο Κογκρέσο, έχοντας στο παρελθόν διατυπώσει μάλλον ανθελληνικές θέσεις. Στο Turkish Caucus συμμετείχαν άλλοι δύο αξιωματούχοι που κινούνται στον στενό κύκλο του Ντόναλντ Τραμπ: ο υπουργός Δικαιοσύνης Τζεφ Σέσιονς και ο διοικητής της CIA Μάικ Πομπέο. Ουσιαστικά, ο πλέον κρίσιμος κρίκος στην ελληνοαμερικανική επικοινωνία είναι ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ, που θεωρείται εξαιρετικά δραστήριος. Αυτός, σε συνδυασμό με τον αμερικανό πρέσβη στην Αγκυρα Τζον Μπας, θα καλούνταν να αναλάβει δύσκολες αποστολές αν η κατάσταση ξέφευγε εκτός ελέγχου.
Ολα τα παραπάνω ήταν ο λόγος που ο κ. Κοτζιάς είχε επισκεφθεί ξανά την Ουάσιγκτον για να συναντηθεί με τον κ. Φλιν –προτού αποκαλυφθούν οι στενές επαφές του τελευταίου με τον πρέσβη της Ρωσίας στην αμερικανική πρωτεύουσα. Τώρα όμως πρέπει να καταβληθεί νέα προσπάθεια ώστε η Αθήνα αποκτήσει σταθερούς διαύλους επικοινωνίας με τη νέα αμερικανική κυβέρνηση. Υπάρχουν πάντως τουλάχιστον τρία πεδία στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις επί των οποίων η Αθήνα αλλά και η Ουάσιγκτον μπορούν να οικοδομήσουν μια σχέση στρατηγικού χαρακτήρα. Οι τομείς αυτοί είναι η άμυνα, η ενέργεια και οι περιφερειακοί δεσμοί που διαμορφώνονται στο τετράγωνο Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ, Αίγυπτος.
Η Σούδα, οι κοινές ασκήσεις και οι εξοπλισμοί
Στον αμυντικό τομέα, είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι η ελληνική πλευρά επιδιώκει, με επίκεντρο την αξιοποίηση της βάσης της Σούδας, να διευρύνει το πεδίο συνεργασίας με την Ουάσιγκτον. Δεδομένης της ανάγκης των Ηνωμένων Πολιτειών να διαχειριστούν την κατάσταση στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική (με έμφαση στις κρίσεις σε Συρία και Λιβύη), η βάση της Σούδας (η μόνη στη Μεσόγειο η οποία μπορεί να φιλοξενήσει αεροπλανοφόρα) θεωρείται υψίστης αξίας. Οι Αμερικανοί ζητούν συχνά διαφόρων ειδών διευκολύνσεις (όπως π.χ. η κατασκευή νέου αγωγού καυσίμων) και εδώ και αρκετούς μήνες έχουν ζητήσει την τροποποίηση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) προκειμένου η χρήση των εγκαταστάσεων στη Σούδα να μην υπόκειται στην ανάγκη ετήσιας ανανέωσης.
Παράλληλα, οι συνεκπαιδεύσεις και τα γυμνάσια ελληνικών και αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων, τόσο αεροναυτικά όσο και σε επίπεδο Στρατού Ξηράς, συνεχίζονται με σταθερό ρυθμό. Πρόσφατα, η φρεγάτα «Κουντουριώτης» του Πολεμικού Ναυτικού εκτέλεσε ασκήσεις εν πλω με μονάδες της ναυτικής δύναμης επιχειρήσεων 2 (Carrier Strike Group 2) στην οποία συμμετείχε μεταξύ άλλων και το αεροπλανοφόρο USS George HW Bush που στάθμευσε στη βάση της Σούδας. Επιπλέον, η Αθήνα προσβλέπει στη συνδρομή των Ηνωμένων Πολιτειών σε θέματα εξοπλισμών.
Το υπουργείο Εθνικής Αμυνας έστειλε πρόσφατα στην αμερικανική πλευρά το Letter of Request (LoR) για την αναβάθμιση του μεγαλύτερου μέρους του στόλου των 155 μαχητικών F-16, ενώ παράλληλα ζήτησε να μάθει και το κόστος πιθανής μελλοντικής προμήθειας F-35 (ενδεχομένως μίας μοίρας). Παράλληλα, και στο πλαίσιο του οδικού χάρτη αμυντικής συνεργασίας που είχε καθοριστεί ήδη επί υπουργίας Δημήτρη Αβραμόπουλου, η Αεροπορία Στρατού παρέλαβε τον περασμένο Νοέμβριο τα πρώτα τρία από τα συνολικά 10 μεταχειρισμένα ελικόπτερα CH-47D Chinook, ενώ φαίνεται να ανοίγει ο δρόμος για την προμήθεια και περίπου 70 ελικοπτέρων ΟΗ-58D Kiowas. Υπενθυμίζεται ότι η αμερικανική Lockheed Martin έχει αναλάβει και τον εκσυγχρονισμό των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας Ρ-3Β Orion.
Ο ΤΑΡ, το τερματικό αερίου και η ExxonMobil
Η ενεργειακή συνεργασία παρουσιάζει σοβαρότατες προοπτικές. Οικοδομείται δε βασικά γύρω από δύο πυλώνες που σκοπό έχουν «να σπάσουν» την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο και τους οποίους επαναβεβαίωσε σε πρόσφατη επίσκεψή της στην Αθήνα η Ρόμπιν Ντάνιγκαν, βοηθός υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ για θέματα ενέργειας που συναντήθηκε μεταξύ άλλων με τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργο Σταθάκη.
Ο πρώτος είναι η κατασκευή του Διαδριατικού Αγωγού (ΤΑΡ) που θα μεταφέρει, αρχής γενομένης από το 2020, φυσικό αέριο από το Αζερμπαϊτζάν στην ευρωπαϊκή αγορά μέσω Ελλάδας, Αλβανίας και Ιταλίας. Οι Αμερικανοί αποδίδουν μεγάλη γεωστρατηγική σημασία στον ΤΑΡ, καθώς επίσης και στους κάθετους διασυνδετήριους άξονες από την Ελλάδα και την Αλβανία προς τα Βαλκάνια. Ο ένας από αυτούς τους άξονες είναι ο IGB που θα συνδέει την Ελλάδα με τη Βουλγαρία (με μελλοντικό στόχο η σύνδεση να φθάσει στη Σερβία). Ο δεύτερος, για τον οποίο έχει υπογραφεί ήδη μνημόνιο συνεργασίας, είναι ο άξονας σύνδεσης Ελλάδας – πΓΔΜ. Ο τρίτος είναι ο άξονας Ιονίου – Αδριατικής (ΙΑΡ) που θα φέρει μη ρωσικό αέριο στα Δυτικά Βαλκάνια.
Ο δεύτερος πυλώνας είναι η έναρξη εισαγωγών αμερικανικού υγροποιημένου σχιστολιθικού αερίου. Σε αυτό το πλαίσιο, η δημιουργία του πλωτού τερματικού σταθμού επαναεριοποίησης LNG (γνωστού ως Floating Storage and Re – Gasification Unit, FSRU) που προωθεί η εταιρεία Gastrade του ομίλου Κοπελούζου στην Αλεξανδρούπολη χαρακτηρίζεται μείζονος σημασίας για τους αμερικανικούς γεωστρατηγικούς και εμπορικούς σχεδιασμούς. Το αέριο αναμένεται να προέλθει από την εταιρεία Cheniere και ήδη η εταιρεία GasLog, συμφερόντων του εφοπλιστή Παναγιώτη Λιβανού, που με τον στόλο της έχει συνεργαστεί στο πρόσφατο παρελθόν με τη Cheniere για τη μεταφορά φορτίων LNG, έχει ήδη αποκτήσει το 20% του ενεργειακού αυτού έργου (ενδιαφέρον συμμετοχής έχει επιδείξει και η ΔΕΠΑ).
Υπάρχει όμως και ένας τρίτος πυλώνας ενεργειακής συνεργασίας που όπως όλα δείχνουν θα είναι η εμφάνιση του αμερικανικού κολοσσού ExxonMobil στην ελληνική αγορά υδρογονανθράκων. Αυτό θα γίνει με την υπογραφή στρατηγικής συμφωνίας με τα Ελληνικά Πετρέλαια (ΕΛΠΕ).
Υπενθυμίζεται ότι η ExxonMobil, στην κεφαλή της οποίας βρισκόταν μέχρι πρόσφατα ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Ρεξ Τίλερσον, επιδεικνύει σοβαρό ενδιαφέρον για την ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Εχει ήδη συμμετάσχει στον τρίτο γύρο αδειοδότησης για έρευνα και εκμετάλλευση στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), ενώ δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι το 2014 είχε αγοράσει τα δεδομένα των σεισμικών ερευνών της νορβηγικής PGS για τα οικόπεδα νοτίως της Κρήτης –ιδιαίτερα για το νοτιοανατολικό άκρο της Κρήτης. Σύμφωνα δε με πληροφορίες, η ExxonMobil είχε ενημερώσει την τότε κυβέρνηση Σαμαρά για το υψηλό ενδιαφέρον της για την περιοχή που φυσικά, λόγω των ευαίσθητων ισορροπιών με την Τουρκία, εξαιτίας της μη οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί «εύκολη».
Η «γεωπολιτική γεωμετρία» της Ανατολικής Μεσογείου
Το τρίτο πεδίο συνεργασίας Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών αφορά τη σταδιακή διαμόρφωση από το 2010 και μετά μιας «γεωπολιτικής γεωμετρίας» μέσω δύο τριγώνων συνεννόησης, ήτοι αυτών ανάμεσα σε Ελλάδα – Κύπρο – Ισραήλ και ανάμεσα σε Ελλάδα – Κύπρο – Αίγυπτο. Η ενέργεια συνιστά βασικό κρίκο σε αυτή τη συνεννόηση καθώς το Ισραήλ αναζητεί την καλύτερη λύση για την εξαγωγή φυσικού αερίου από τα αποθέματά του, η Κύπρος και η Ελλάδα προσβλέπουν να διαδραματίσουν ρόλο διαμετακομιστή και μελλοντικά ενεργειακού τροφοδότη, ενώ η Αίγυπτος έχει εισέλθει δυναμικά στο παιχνίδι μέσω της ανακάλυψης από την ιταλική ΕΝΙ του γιγαντιαίου κοιτάσματος φυσικού αερίου Zohr.
Αυτές οι τριμερείς συνεργασίες (που σταδιακά επεκτείνονται τόσο προς την Ιορδανία, παραδοσιακό σύμμαχο των ΗΠΑ στην περιοχή, όσο και προς τον Λίβανο, που επίσης θεωρείται πιθανό «ενεργειακό Ελντοράντο», κρίνοντας από τα ονόματα των εταιρειών που συμμετείχαν στον πρώτο γύρο αδειοδότησης για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων) λαμβάνουν μεγαλύτερη σημασία, δεδομένης της δεδηλωμένης πρόθεσης της κυβέρνησης Τραμπ για σύσφιγξη των σχέσεων της Ουάσιγκτον με το Τελ Αβίβ και το Κάιρο. Ιδιαίτερα δε σε ό,τι αφορά το Ισραήλ, οι σχέσεις αναμένεται να αναπτυχθούν κατακόρυφα, στοιχείο στο οποίο προσβλέπει πολύ και η Αθήνα. Αλλωστε, ισραηλινές πηγές δεν έκρυβαν πρόσφατα σε ιδιωτικές συνομιλίες τους ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει ζητήσει και έχει λάβει τη συνδρομή του Τελ Αβίβ για προσβάσεις στη νέα αμερικανική ηγεσία. Ο ισραηλινός παράγοντας φαίνεται ότι επέδρασε καταλυτικά τόσο για την πραγματοποίηση της συνάντησης του κ. Κοτζιά με τον Μάικλ Φλιν όσο και για την αναμενόμενη με τον κ. Τίλερσον.
Πέραν της ενέργειας, θα πρέπει να επισημανθούν άλλα δύο σημεία. Ανεξαρτήτως των προθέσεων του ίδιου του προέδρου Τραμπ, το αμερικανικό διπλωματικό και στρατιωτικό κατεστημένο βλέπει με έκδηλο προβληματισμό τη δυναμική επαναφορά της Ρωσίας του Βλαντίμιρ Πούτιν στη Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο. Επομένως, η σύσφιγξη των σχέσεων της Ουάσιγκτον με Τελ Αβίβ και Κάιρο κρίνονται επιβεβλημένες ακριβώς επειδή ο ρώσος πρόεδρος «φλερτάρει» έντονα αυτές τις χώρες. Επιπλέον, οι Αμερικανοί θα εκτιμούσαν τον ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει η Ελλάδα στον στρατηγικό έλεγχο της περιοχής. Οπως είναι σε θέση να γνωρίζει «Το Βήμα», σε κλειστή συνάντηση ελλήνων επιτελών με αμερικανούς και νατοϊκούς συναδέλφους τους στην Κρήτη πριν από μερικούς μήνες, αυτό το ζήτημα είχε κατά κόρον συζητηθεί. Είναι σε αυτό το πλαίσιο που στο ΓΕΕΘΑ και στο ΓΕΝ έχουν αρχίσει να συζητούν το ενδεχόμενο μόνιμης στάθμευσης πλοίων στον Ναύσταθμο Κρήτης, ώστε να σταματήσει ο υδροκεφαλισμός του Στόλου και να μπορέσει το Πολεμικό Ναυτικό να κάνει καλύτερη «προβολή ισχύος» στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι πρόσφατες αλλαγές ηγεσίας στο Αρχηγείο Στόλου φαίνεται ότι εξυπηρετούν αυτόν τον σχεδιασμό.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ