Εχεις κουραστεί. Εχεις στήσει τον θώρακά σου σε εκείνη τη συστροφή που προτιμά ο Bacon για τις βασανισμένες φιγούρες του. Εχεις σταυρωθεί. Κάθε βράδυ που υποδύεσαι τον Ριχάρδο τον Δεύτερο στις Ροές, θεώνεσαι και αποθεώνεις μαζί σου το σώμα και το θέατρο. Και έρχεται ύστερα ο «αρμόδιος» και, μια στο λάδι – μια στο ξίδι, σε κατεδαφίζει. Δεν ξέρεις, λέει, «να διαχειριστείς σοβαρά το νόημα της προσπάθειάς σου».
Εχεις θησαυρίσει. Σκηνοθετείς με το μπρίο της Ζωζώ Νταλμάς για τις μεγάλες αίθουσες, τα πάθη της μικροαστικής μας ψυχής με ρεπούμπλικα και σταυρωτά κοστούμια του τριάντα. Ερχεται ύστερα ο «αριστογείτων» και αποκαλύπτεται. Είσαι ό,τι του χρειάζεται για την πιάτσα: πιατσάδικος.
Εχεις πάρει σβάρνα όλα τα φωτοτυπάδικα της Σόλωνος και κολλάς την αφισούλα σου με σελοτέιπ στη βιτρίνα. Δεν είχες να την πληρώσεις. Δεν πλήρωσες τους συντελεστές. Κάνεις το κέφι σου. Θέλεις να σώσεις την ψυχή σου. Οταν σου τα έχουν στερήσει όλα, δεν έχεις άλλη λύση από το σανίδι.
Είσαι ο παράγων. Ο θεατρώνης με το κανάλι. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φορέα πλακωμένος με το ΔΣ του. Ηρθες επιτέλους στα πράγματα, αλλά παραμένεις μίζερος, μνησίκακος και κάνεις τα κουμάντα σου οικογενειακώς (αλήθεια, ποιος απαντά στα ερωτήματα που θέτει στα «Νέα» του Σαββάτου 4 Μαρτίου ο Μικροπολιτικός για το Ελληνικό Φεστιβάλ;).
Είσαι ο υπουργός. Εξυσες, λες, τον πάτο του βαρελιού για να βρεις πενταροδεκάρες για τις επιχορηγήσεις σου. Ποιος θα πρωτοπάρει; Ποιος θα επιλέξει τον κατάλληλο να τις δώσει;
Αναζωογονείς, νομίζεις, το νεοκλασικό σου θέατρο. Τι προγράμματα με τους πρόσφυγες, τι βραδιές ποίησης, τι ο Μάνος Ελευθερίου να αφηγείται τα νιάτα του, να έρθει ο δήμαρχος και η παρέα του να ευχαριστηθούν.
Θέλεις να γεμίσεις τις Αρένες της Πειραιώς. Θέλεις να τις δεις κάτι σαν το The Voice στον ΣΚΑΪ. Οπου να ‘ναι θα καλέσεις την Παπαρίζου με τα μπούτια της. Δεν σου φτάνει ο Ρουβάς, φούστα – μπλούζα, Πενθέας στο Ηρώδειο.
Εχεις και τον εαυτό σου. Αναμάρτητος δεν είσαι, αλλά επιμένεις να πετάς τις πέτρες σου. Κακό του κεφαλιού σου. Και τους λίγους φίλους που είχες θα τους χάσεις. Αλλαξες «πεδίο», παραμένεις στο ίδιο: η Σκηνή και η Γραφή. Γνωρίζεις όλα τα περί «Διάκρισης» στον Bourdieu: «αναστοχαστική καλαισθησία» –«αισθητηριακή έξαρση».
Αλλά βαρέθηκες και τον Βourdieu και τη Θεωρία. Θέτεις το ερώτημα στον εαυτό σου: «Γράφεις θέατρο. Νομιμοποιείσαι να γράφεις για το θέατρο;». (Σε αυτό το «το» κρύβεται όμως η διαφορά.)
Επιμένεις να αναζητείς στο απρόβλεπτο θέατρο μια illumination.
Παρακολουθείς εδώ και χρόνια τη Violet Louise στις αδιανόητες παραστάσεις της. Σου δείχνει κάτι που δεν το έχεις φανταστεί, παρότι αντίστοιχο θέαμα είδες στη Στέγη από τον Simon MacBurney της ομάδας Complicite (The Encounter), όπως και από τον Bob Wilson στο Εθνικό Θέατρο. (Μάλιστα δεν είναι τυχαίο ότι οι συντελεστές στην ομάδα της έχουν συνεργαστεί και με τους δύο.)
Σου δείχνει το «νευρόσπαστό» της (Κλάιστ), σε ένα άλλο περιβάλλον. Μια μετατροπή της λεγόμενης πραγματικότητάς μας στα εξ ων συντίθεται: ήχος, εικόνα, κορμί. Περιβάλλον δι’ επαφής (interface). Εκεί δείχνει, εκεί παίζει το «νευρόσπαστο», εκεί εξαϋλώνεται, βγαίνει και επιστρέφει στο σώμα.

Η Violet Louise είναι θαρρώ μια μάγισσα ηλεκτρονικού βουντού. Τα εργαστήριά της; Αλλοτε το υπόγειο και άλλοτε οι αίθουσες του Ιδρύματος Κακογιάννη. Αλλοτε το Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας (με την Αγλαΐα Παππά) και άλλοτε το Θησείο του Μαρμαρινού.
Πρόπερσι σκηνοθέτησε τα «Θέατρα» του Ολιβιέ Πι, διευθυντή του Φεστιβάλ της Αβινιόν. Εφέτος «πολλαπλασίασε» την Ιωάννα της Λωραίνης του Ντράγερ (1928). (Και, για να είμαι ειλικρινής, προτίμησα την παράστασή της εν έτει 2017 από την ταινία, διότι, πώς να το κάνουμε, επιστρέφουμε στους κλασικούς όσο πιο γρήγορα απομακρυνθούμε από αυτούς.)
Μέσα σε αυτούς τους αλγορίθμους που μετασχηματίζονται, αναλογίζομαι τι μπορεί να κάνει μια γυναίκα σε ένα παιχνίδι με τον εαυτό, μια μηχανή της Φάτα Μοργκάνα, ένα εργαστήριο παραγωγής σωσιών. Μια οπτική φαντασμαγορία μπορεί να κάνει. Ενα πλατωνικό σπήλαιο, όπου βλέπεις περισσότερο τις σκιές και τις ταλαντώσεις του σώματος παρά το ίδιο το σώμα.
Η μάγισσα αυτή έρχεται κατευθείαν από την παράδοση του Εντισον (1888): ένας φωνόγραφος που όταν η ψυχή μεταβάλλεται σε νευρικό σύστημα, το νευρικό σύστημα μεταβιβάζει ψυχική ενέργεια και μόνο. Αλλά όχι πλέον αναλογικά. Ψηφιακά.

Που και πότε

Ιωάννα της Λωραίνης.
Μετάφραση & διασκευή κειμένου/σκηνοθεσία/μουσική & ηχητικές συνθέσεις: Violet Louise.
Ερμηνευτές: Παναγιώτης Γαρμπής, Λουίζα Κωστούλα.
Σχεδιασμός βίντεο & προγραμματισμός πολυμέσων: Bασίλης Κουντούρης (Studio19).
Kινηματογράφηση: Aρης Παυλίδης, Αποστόλης Κοτσιανικούλης, Χρήστος Κυριακόπουλος (Blaec Cinematography).
Σχεδιασμός φωτισμού: Aποστόλης Κοτσιανικούλης

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ