Πρόκειται για πρωτοφανές γεγονός στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών αυτό που συμβαίνει στην ελληνική αγορά του γάλακτος.
Η πτώση της κατανάλωσης και κατά συνέπεια των πωλήσεων είναι τόσο μεγάλη που τα στελέχη της γαλακτοβιομηχανίας έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά. Και η μόνη εξήγηση που μπορούν να δώσουν είναι η άνοδος του δείκτη οικονομικής ανέχειας που πλήττει όλο και μεγαλύτερα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας.
Ο όγκος των πωλήσεων όλων των κατηγοριών του γάλακτος στη διάρκεια του 2016 μειώθηκε κατά 12,3%, και αν προς στιγμήν το μέγεθος της πτώσης μπορούσε να αποδοθεί στις τρομακτικές ανακατατάξεις του λιανεμπορίου –κατάρρευση της Μαρινόπουλος ΑΕ, η οποία με την προσφορά 99 λεπτών στο λίτρο όλων των μαρκών παστεριωμένου γάλακτος κάθε Δευτέρα και Τρίτη, είχε αποσπάσει το 65% των πωλήσεων παστεριωμένου γάλακτος που διακινούνταν στα σουπερμάρκετ -, δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά η συνεχιζόμενη πτώση κατά 12% τον Ιανουάριο του 2017.
Διψήφια ποσοστά
«Δεν έχουμε ξαναδεί στα χρόνια της κρίσης τέτοια μείωση, και μάλιστα σε διψήφια ποσοστά» τονίζουν στελέχη μεγάλων γαλακτοβιομηχανιών, σημειώνοντας ότι ακόμη και με αποκλειστικό κριτήριο την τιμή δεν εξηγείται, εφόσον υπάρχουν γάλατα ιδιωτικής ετικέτας –υψηλής ή και χαμηλής παστερίωσης –τα οποία πωλούνται ακόμη και προς 88 λεπτά το λίτρο.
Οπως είναι γνωστό, η μεγάλη πτώση στην κατανάλωση του παστεριωμένου, αλλά και του υψηλής παστερίωσης γάλακτος, εμφανίστηκε πέρυσι, στο πρώτο τρίμηνο του 2016.
Ασφυκτικό περιβάλλον
Καταρχήν οι γαλακτοβιομηχανίες κατελήφθησαν εξ απήνης και πανικόβλητες προσπάθησαν να αντιδράσουν μετακυλίοντας σημαντικό μέρος του κόστους στους κτηνοτρόφους –καθυστέρησαν τις πληρωμές της πρώτης ύλης, διότι με την ανυπαρξία του τραπεζικού συστήματος άρχισαν να αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας και ακολούθως επαναδιαπραγματεύτηκαν την τιμή της πρώτης ύλης μειώνοντάς την, σε ορισμένες περιπτώσεις, σημαντικά.
Ομως η πτώση της κατανάλωσης και η κατάρρευση της Μαρινόπουλος ΑΕ διαμόρφωσαν ένα ασφυκτικό περιβάλλον στην εγχώρια γαλακτοβιομηχανία.
Ετσι κι αλλιώς το 2016 ήταν μια εφιαλτική χρονιά. Εφυγε όμως, αλλά τα πράγματα όχι μόνο δεν βελτιώθηκαν, αλλά αντιθέτως τα δεδομένα της αγοράς συνεχίζουν να κινούνται στα όρια της απελπισίας χωρίς φως στο τούνελ.
Εφέτος όμως η κατάσταση είναι πιο σύνθετη. Οι εξελίξεις στο λιανεμπόριο συνεχίζουν να κινούνται στο κόκκινο. Η κατάρρευση της Μαρινόπουλος ΑΕ ανήκει βεβαίως στο παρελθόν, αλλά ο ανταγωνισμός μεταξύ των αλυσίδων σουπερμάρκετ έχει υπερβεί ακόμη και τα πιο φανταστικά σενάρια.
Πάντως με τα υπάρχοντα στοιχεία στη διάρκεια του 2016 ο όγκος συνολικά του γάλακτος που διακινήθηκε στην αγορά μειώθηκε κατά 12,3%, από 376.310 τόνους του 2015 έπεσε στους 329.978 τόνους πέρυσι –χάθηκαν δηλαδή περισσότεροι από 46.000 τόνοι γάλακτος. Τη μεγαλύτερη πτώση παρουσίασε η κατηγορία του εβαπορέ, η οποία ανήλθε στο 14,6%, ακολούθησε η κατηγορία του παστεριωμένου γάλακτος, η οποία έχασε το 13,8%, και στην τρίτη θέση βρέθηκε η κατηγορία του γάλακτος υψηλής παστερίωσης, η οποία έχασε το 9,5%. Αντιθέτως η μάλλον «ξεχασμένη» και μικρή φυσικά κατηγορία γάλακτος μακράς διαρκείας είχε άνοδο 13,7%, πουλήθηκαν συνολικά περισσότεροι από 5.500 τόνοι. Αλλά και στη διάρκεια του Ιανουαρίου οι υψηλοί ρυθμοί πτώσης διατηρούνται. Ο όγκος των πωλήσεων μειώθηκε κατά 12% –το εβαπορέ έχασε 19,4%, το παστεριωμένο γάλα έχασε 12% και το γάλα υψηλής παστερίωσης 7,9%, αντιθέτως το γάλα μακράς διαρκείας αύξησε τους όγκους του κατά 24,6%.
Ως προς την αξία τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα. Στη διάρκεια του 2016 οι πωλήσεις έπεσαν κατά 12,6%, τη μεγαλύτερη πτώση παρουσίασε η κατηγορία του εβαπορέ με 17,8%, το παστεριωμένο γάλα κατά 12,3% και το γάλα υψηλής παστερίωσης κατά 11%.
Τον Ιανουάριο του 2017 ο συνολικός τζίρος της αγοράς του γάλακτος μειώθηκε κατά 13,8%, «πρωταγωνίστρια» και πάλι είναι η κατηγορία του εβαπορέ με 18,8%, ακολουθεί η κατηγορία του παστεριωμένου γάλακτος κατά 13,3% και αμέσως μετά η κατηγορία του γάλακτος υψηλής παστερίωσης με 13,2%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το γεγονός πως η πτώση που εμφανίζει η αξία των πωλήσεων είναι μεγαλύτερη από τον όγκο των πωλήσεων, επιβεβαιώνει και τον τρομακτικό «πόλεμο των τιμών» που βρίσκεται σε εξέλιξη. Αν αυτοί οι ρυθμοί διατηρηθούν και στους επόμενους μήνες, τότε είναι φανερό πως συνολικά ο κλάδος της ελληνικής γαλακτοκομίας θα βρεθεί σε κρίση με δυσοίωνα αποτελέσματα.
Η πίεση των τιμών
Ο «πόλεμος των τιμών» που βρίσκεται σε εξέλιξη δεν επιβαρύνει μόνο τις αλυσίδες, αλλά και τους προμηθευτές τους, και οι γαλακτοβιομηχανίες δεν μπορούν να αποτελέσουν την εξαίρεση. Η πίεση των τιμών είναι τρομακτική.
Παράλληλα και τα μηνύματα από την Ευρώπη δεν είναι καθόλου καλά για τις γαλακτοβιομηχανίες. Οι τιμές του γάλακτος έχουν αυξηθεί. Αυτή είναι μια καλή εξέλιξη για τους έλληνες κτηνοτρόφους, αλλά δεν είναι καθόλου καλή για τις βιομηχανίες σε μια περίοδο που η κατανάλωση συρρικνώνεται με αυτούς τους ρυθμούς.
Πηγές της αγοράς μιλώντας προς «Το Βήμα» έλεγαν ότι η τιμή του συμπυκνωμένου γάλακτος ανήλθε στα 35 λεπτά το λίτρο, όταν πέρυσι τέτοια εποχή ήταν μόλις 25 λεπτά. Και τούτο χωρίς να υπολογίζεται το μεταφορικό κόστος, το οποίο ανέρχεται στα 12 λεπτά –δηλαδή συνολικά περί τα 47 λεπτά. Βέβαια το συμπυκνωμένο γάλα χρησιμοποιείται στην παραγωγή γιαουρτιού.
Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι οι βιομηχανίες είναι αναγκασμένες να στραφούν και πάλι στην εγχώρια κτηνοτροφία. Αυτό έχει ως συνέπεια την αύξηση της ζήτησης και ως εκ τούτου την αύξηση της τιμής παραγωγού.
Ελεγαν επίσης ότι η μέση τιμή ανέρχεται στα 40 λεπτά –κυμαίνεται από 38 ως 42 λεπτά το κιλό για το καλής ποιότητας αγελαδινό γάλα –από περίπου 35 λεπτά που ήταν πέρυσι. Γι’ αυτό και οι αντιδράσεις των κτηνοτρόφων τους τελευταίους μήνες έχουν καταλαγιάσει. Ετσι, οι εταιρείες βρίσκονται υπό ισχυρή πίεση και από τους καταναλωτές και από τους παραγωγούς. Βέβαια άλλη πηγή της αγοράς έλεγε προς «Το Βήμα» ότι η πτώση της κατανάλωσης προϊόντος του χρόνου θα περιοριστεί και εκτιμούσε πως στο 12μηνο του 2017 η πτώση της αγοράς θα κινηθεί στο 4% – 5%. Η συγκεκριμένη εκτίμηση στην παρούσα φάση είναι μια μάλλον αισιόδοξη νότα στην καταχνιά της αγοράς.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ