Η δημιουργία επιχειρηματικών προοπτικών αποτελεί θεωρητική προϋπόθεση για τη συμφωνία ενός εταιρικού «γάμου». Η δημιουργία κοινωνικών αναταράξεων αποτελεί πρακτική συνέπεια. Το «ντιλ» της General Motors για την εξαγορά από την PSA Peugeot Citroen των ευρωπαϊκών θυγατρικών της General Motors (Opel στη Γερμανία και Vauxhall στη Βρετανία) αντί 2,2 δισ. ευρώ δίνει σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης στην ενοποιημένη εταιρεία, στο μέτρο που της ανοίγει αγορές στις οποίες ο γαλλικός όμιλος δεν είχε πρόσβαση. Δίνει προοπτικές επίσης στην αμερικανική GM, αφού απαλλάσσεται από τις χρονίως ζημιογόνες θυγατρικές της στην Ευρώπη.
Ταυτόχρονα η συμφωνία φέρνει στα πρόθυρα νευρικής κρίσης περίπου 42.500 εργαζομένους στις προς εξαγορά επωνυμίες αλλά και πάνω από 172.000 εργαζομένους της PSA σε ολόκληρο τον κόσμο. Διότι οι συνέργειες και οι οικονομίες κλίμακας πρέπει να θεωρούνται νομοτελειακές όχι μόνο για τους 4.500 εργαζομένους που απασχολούνται στα δύο εργοστάσια της Vauxhall στη Βρετανία, ούτε μόνο για τους 36.000 εργαζομένους της Opel που απασχολούνται σε επτά ευρωπαϊκές χώρες (εξ αυτών περίπου 19.000 στη Γερμανία). Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι μόνο στη Βρετανία απασχολούνται 20.000 άτομα στις εκθέσεις της Vauxhall. Και ότι γύρω από κάθε μονάδα παραγωγής αυτοκινήτων δραστηριοποιείται ένα μεγάλο δίκτυο προμηθευτών πρώτων υλών και εξαρτημάτων.
Υποσχέσεις και δεσμεύσεις
Υπάρχουν βεβαίως σημαντικές υποσχέσεις σε ανώτατο επίπεδο εκ μέρους της PSA Peugeot Citroen, όπως επίσης νομικές δεσμεύσεις για την προστασία των θέσεων εργασίας. Ο διευθύνων σύμβουλος του γαλλικού ομίλου Κάρλος Ταβάρες υποσχέθηκε ότι θα σεβαστεί τις συμφωνίες που έχει κάνει η αμερικανική μητρική GM με τις ευρωπαϊκές θυγατρικές της αναφορικά με τους εργαζομένους στην Opel και στη Vauxhall.
Εξάλλου η GM θα διατηρήσει ένα μέρος των δεσμεύσεων που αφορούν τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων, ενώ δεσμεύσεις ύψους 3 δισ. ευρώ θα μεταφερθούν μεν στην PSA, ωστόσο θα εξακολουθούν να χρηματοδοτούνται από την General Motors. Ειδικότερα, οι θέσεις εργασίας των απασχολουμένων στη Γερμανία προστατεύονται από τον νόμο ως το τέλος του 2018, ενώ η GM είναι δεσμευμένη να προχωρήσει σε επενδύσεις και να συνεχίσει την παραγωγή στις γερμανικές πόλεις Ρίσελσχαϊμ, Καϊζερσλάουτερν και Αϊζεναχ ως το 2020.
Παρά ταύτα, η PSA αποκάλυψε ότι θα πετύχει την επιστροφή της Opel/Vauxhall στην κερδοφορία μειώνοντας το λειτουργικό τους κόστος κατά 1,7 δισ. ευρώ ετησίως ως το 2026. Σημειωτέον ότι η PSA έχει ήδη ολοκληρώσει ένα εντατικό πρόγραμμα οικονομικής εξυγίανσης και μείωσης προσωπικού και πέρυσι εμφάνισε κέρδη 1,7 δισ. ευρώ. Αντίθετα, η Opel/Vauxhall από το έτος 2000 και εντεύθεν έχει συσσωρευμένες ζημιές 15 δισ. ευρώ. Σε κάθε περίπτωση η διοίκηση της PSA έχει ξεκινήσει ήδη επαφές με τη γερμανική και τη βρετανική κυβέρνηση και τα συνδικάτα για τα σχέδια εξυγίανσης της Opel/Vauxhall.
Νέο τοπίο
Ο ενοποιημένος όμιλος PSA Peugeot Citroen Opel Vauxhall θα ελέγχει το 16% της ευρωπαϊκής αγοράς αυτοκινήτου και θα ξεπεράσει σε πωλήσεις την επίσης γαλλική Renault SA για να γίνει δεύτερος στον κλάδο στην Ευρώπη μετά τον γερμανικό όμιλο Volkswagen. Φιλοδοξία του γαλλικού ομίλου είναι να επεκταθεί με μεγαλύτερες αξιώσεις στην Κίνα και σε αγορές στις οποίες δεν έχει ισχυρή παρουσία. Διότι η ίδια η PSA παραδέχθηκε ότι τα προϊόντα της σε κάποιες αγορές (και ευρωπαϊκές) δεν είναι τόσο ελκυστικά όσο τα γερμανικά. Ισως γι’ αυτό ο Κάρλος Ταβάρες τόνισε ότι «θα διαφυλαχθεί ο γερμανικός χαρακτήρας της Opel».
Από την άλλη πλευρά, η GM ξεφορτώνεται μια θυγατρική που απέκτησε το 1929 (η Opel ήταν η κορυφαία γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία), ξεφορτώνεται μια φίρμα που έχει να εμφανίσει κέρδη από το… μακρινό 1999 και αποσύρεται από την Ευρώπη για να αυξήσει τις επενδύσεις της στην Κίνα. Οσο για το τι θα φέρει η ενοποιημένη εταιρεία στους καταναλωτές, ο αρθρογράφος του περιοδικού «Autocar» Τζιμ Χόλντερ προειδοποιεί για λιγότερες επιλογές μοντέλων Opel λόγω της χρησιμοποίησης κοινών μερών και τεχνικών παραγωγής. «Ωστόσο η VW με τα Seat, τα Skoda και τα Audi έχει ήδη κάνει με μεγάλη επιτυχία κάτι τέτοιο» σημειώνει στο BBC.
Το Brexit και το κινεζικό Ελντοράντο
Πολλοί Βρετανοί έχουν ανησυχήσει σφόδρα από την προοπτική να καταλήξει η Vauxhall στα χέρια των Γάλλων. Είναι άλλωστε γνωστό ότι τα αισθήματα που τρέφουν έναντι των πλησιέστερων γειτόνων τους από το Continent εξακολουθούν να επηρεάζονται από την καχυποψία που άφησε εκατέρωθεν ο Εκατονταετής Πόλεμος (1337-1453). Είναι σαφές ότι οι Εγγλέζοι προτιμούν να συνεργάζονται με Γερμανούς παρά με Γάλλους.
Το Brexit επιδεινώνει τις σχετικές ανησυχίες. Αν μάλιστα πρόκειται να επισυμβεί «σκληρό», με τελωνειακούς αποκλεισμούς και εξοντωτικούς δασμούς, κάτι που ούτε η βρετανή πρωθυπουργός Τερέζα Μέι αποκλείει, οι φόβοι για την τύχη των εργοστασίων στο Ελσμιρ και στο Λούτον και των εργαζομένων σε αυτά μεγαλώνουν. Από την άλλη πλευρά όμως ο επικεφαλής του PSA Group Κάρλος Ταβάρες θεωρεί ότι το σκληρό Brexit αποτελεί ευκαιρία για τον γαλλικό όμιλο.
«Ενα σκληρό Brexit και η περαιτέρω υποτίμηση της στερλίνας, που θα εμποδίσει τους ανταγωνιστές μας να εισάγουν τα προϊόντα τους στη χώρα, θα μας δώσει την ευκαιρία να εκμεταλλευθούμε το γεγονός ότι θα παράγουμε βρετανικά αυτοκίνητα για τη βρετανική αγορά. Αρκεί να εξασφαλίσουμε όσο περισσότερους μπορούμε εγχώριους προμηθευτές» δηλώνει ο Ταβάρες. Σημειωτέον ότι η βρετανική αυτοκινητοβιομηχανία καλπάζει τις τελευταίες δύο δεκαετίες και η χώρα είναι η τρίτη σε παραγωγή αυτοκινήτων στην Ευρώπη, μετά τη Γερμανία και την Ισπανία.
Οι εξαγωγές και η δασμολόγηση
Η πλειονότητα των αυτοκινήτων της εξάγονται και οι εξαγωγές, αν από τη μια ευνοηθούν από τις συναλλαγματικές εξελίξεις, θα πληγούν από την επικείμενη δασμολόγηση. Αλλά τα Vauxhall προορίζονταν από την GM για εσωτερική κατανάλωση. Και από τα 32 εκατ. αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στους βρετανικούς δρόμους της μόνο το 14% είναι εισαγόμενα.
Οπως και να έχει το πράγμα, τόσο η PSA όσο και η GM θα έχουν τη δυνατότητα να παίξουν δυναμικά το χαρτί της Κίνας. Ο γαλλικός όμιλος διότι θα μπορεί να προωθήσει εκεί τα Opel, ενώ ο αμερικανικός, που ειρήσθω εν παρόδω κατέρρευσε στην κρίση του 2008/09 και σώθηκε με κρατική παρέμβαση, θα επικεντρωθεί δίχως αποσπάσεις στην ανάπτυξη της παρουσίας του στην Κίνα –είναι άλλωστε η αμερικανική εταιρεία με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στην κινεζική αγορά.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ