Το απότομο, σε εκλογικά ποσοστά ανεμογκάστρι, του ΣΥΡΙΖΑ και των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχει ήδη τη δική του πασίγνωστη ιστορία. Τα απολειφάδια (η λέξη προέρχεται από τα υπολείμματα του σαπουνιού) του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ, (τα ονόματα γνωστά), σε συνεργασία με την αυτοκρατορία του κατά δήλωσιν «ριζοσπαστικού αριστερού» περιθωρίου, ήταν η πρώτη ζύμη, αυτή η πρωτότυπη μαγιά, που φούσκωσε την ψευδοπασοκοσυριζαϊκή πίτα.
Γνωστά όλα τα ναυάγια: Κίνημα των αγανακτισμένων-πολλοί από αυτούς σήμερα στα έδρανα της Βουλής-«Δεν πληρώνω», «Σκίζω Μνημόνια», «καταγγέλλω μονομερώς τις συμβάσεις του δημοσίου χρέους», «βαφτίζω Γερμανοτσολιάδες» όσους ανασκουμπώνονται να ξεχρεώσουν τη χώρα, από τις απάτες των εργατοπατέρων και τις αχρεώστητες επιδοτήσεις των απατεώνων συνεταιριστών.
Και επιπλέον: «Αλλάζω τη δομή και τη λειτουργία της ΕΕ», σε συνεργασία με τους …κοτσιδέϊροςPodemos της Μαδρίτης (αλήθεια πού βρίσκονται αυτοί οι «επαναστάτες» με τα ξεσκισμένα délavésτζινς και τα τσιγγάνικα σκουλαρίκια;
Όπως επίσης «θα γεμίσω τις κρατικές δεξαμενές των διϋλιστηρίων με φτηνό πετρέλαιο» από τους συντρόφους της ψευδοσοσιαλιστικήςΒενεζουελάνικηςμπανανίας». Α, ξεχάσαμε και την κατάθεση δάφνινου στεφάνου, στα θύματα του Σκοπευτηρίου της Καισαριανής, μόνον και μόνον για να προετοιμάσουμε το δίδυμο Μέρκελ-Σόιμπλε ότι «δεν θα εισπράξουν δεκάρα από το δημόσιο χρέος, που θα το συμψηφίσουμε με τις γερμανικές πολεμικές επανορθώσεις».
Απορίας άξιον: αυτό το ποσοστό της εκλογικής «επιτυχίας» του ΣΥΡΙΖΑ, που φούσκωσε και με το bonus των 50 εδρών του… σωτηρίου νόμου, που συνέταξε ο εκ ΝΔ ορμώμενος αξιότιμος «σύντροφος» Προκόπης Παυλόπουλος, όλοι αυτοί οι ψηφοφόροι, που ανέδειξαν σε κυβέρνηση το παρά φύσιν συμπεθεριό ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δεν πονηρεύτηκαν, ότι θ’ ακολουθήσουν πορεία πυροβασίας ως άλλοι αναστενάρηδες της Αγίας Ελένης Σερρών, αλλά τελικά θα κατακαούν χωρίς την εικόνα της Αγίας Παρασκευής, αλλά και χωρίς τη μύησή τους στο φαινόμενο της «ακαΐας»;
Ένα μεγάλο ποσοστό, που παρασύρθηκε από την απατηλή καθοδήγηση των επαγγελματιών λαοπλάνων της Πλατείας Συντάγματος, συνωστίζεται σήμερα, για ένα πιάτο φαγητό στα εκκλησιαστικά συσσίτια, ποδοπατείται για μια δωρεάν γκοφρέτα, κόβει σε 24 και 48 δόσεις των 10 ευρώ, τις δαπάνες του ηλεκτρικού ρεύματος, σε ουρές που σχηματίζονται από τις μεταμεσονύκτιες ώρες…
Άλλοι πάλι μαζεύουν τ’ απομεινάρια των οπωρολαχανικών, ή τα μπαγιάτικα ψάρια στις λαϊκές αγορές και οι εντελώς ξεχασμένοι και 10 φορές σε χειρότερη μοίρα από τους Παρισινούς «κλοσάρ» ψάχνουν για αποφάγια στους κάδους απορριμμάτων, ή για ένα πλαστικό κύπελλο με μισοτελειωμένο καφέ, έστω και με τα σάλια του οποιουδήποτε προκατόχου…
Και τι να πρωτοθυμηθεί κανείς… Το μόνο κακό είναι ότι η κοινωνία μας, μάλλον ατάραχη, έχει εθιστεί σ’ αυτά τα δρώμενα, με αμέτρητους ζητιάνους, άστεγους, που κοιμούνται, μέσα σε χάρτινες κούτες, ή πάνω σε σανιδωτές παλέτες καταμεσής στο Σύνταγμα, στην είσοδο της Τραπέζης της Ελλάδος στα πέριξ της Κλαυθμώνος και σε αμέτρητα κεντρικά στέκια αστέγων…
Και η πρώτη φορά «Αριστερή» ηγεσία ξέχασε να κάνει ένα περίπατο σ’ αυτή την επίγεια κόλαση; Και εδώ η μέγιστη πλάνη: Ποιος το λέει σήμερα ότι το παρά φύσιν συμπεθεριό ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ασκεί αριστερή πολιτική, με την έννοια βεβαίως μιας Αριστεράς με δημοκρατικό πολυφωνικό κοινοβουλευτικό πρόσωπο;
Η απάντηση είναι αυτονόητη: Το ηγετικό ιερατείο της Κουμουνδούρου ασκεί «ριζοσπαστική» πολιτική όχι ενός Φρανσουά Μιτεράν, ενός Ούλοφ Πάλμε, ενός ΒίλιΜπραντ, ενός ΜπρούνοΚράϊσκι, ενός Φελίπε Γκονζάλες, ή ενός Μάριο Σοάρες. Από την έννοια της Αριστεράς το ιερατείο Κουμουνδούρου-Μαξίμου έχει μετά ζήλου κρατήσει τα ολιγαρχικά προνόμια του κατά τον γελοιωδέστερο τρόπο ναυαγισμένου «υπαρκτού σοσιαλισμού». Με μια νομενκλατούρα, που θα την εζήλευε και ο Νικολάε Τσαουσέσκου. Με ηγεμονικά προνόμια που στηρίζονται σε αρκετές μεραρχίες αργόμισθων και ανύπαρκτων στους χώρους εργασίας γραφειοκρατών, που ομνύουν όχι σε δημοκρατικό σύνταγμα, αλλά σε πρότυπα δικτατορίας επί του προλεταριάτου με το χυδαίο και παραπλανητικό πρόσχημα του «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού».
Εδώ λοιπόν συντελείται η πιο παράδοξη πορεία προς το κοινωνικό Μηδέν. Με μια επιστροφή στα αυτοκαταρρεύσαντα μοντέλα του ανατολικο-ευρωπαϊκού ή και του ασιατικού κομμουνισμού, που τον απεκύρηξε η ίδια η μαρτυρική Ρόζα Λούξεμπουργκ. Και όχι μόνον αυτή. Αλλά και η Μέκα και η Μεδίνα, οι δύο μητροπόλεις του «υπαρκτού» (ορθότερα ανύπαρκτου) «σοσιαλισμού» ή με δύο λόγια: Η Μόσχα και το Πεκίνο! Μια τέτοια λοιπόν πορεία προς το Μηδέν δεν θα την εζήλευε ούτε ο βορειοκορεάτης παχουλός δικτάτορας ΚιμΓιονγκΟυν…