Νέα σημάδια κατάχρησης της κρατικής εξουσίας στον απόηχο της υπόθεσης των golden boys του ΑΔΜΗΕ αποκαλύπτει η αντιπολίτευση με ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή ο τομεάρχης Ενέργειας της ΝΔ Κώστας Σκρέκας.
Αφορά την υπό ιδιωτικοποίηση εταιρεία του ΔΕΣΦΑ και ειδικά τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο Σωτήρη Νίκα που, σύμφωνα με την ερώτηση, αποφάσισε να δώσει προαγωγή στον εαυτό του, αλλά λίγες ημέρες μετά υπέβαλε αίτημα συνταξιοδότησης, εξασφαλίζοντας έτσι εφάπαξ που αυξάνεται από τα περίπου 160.000 στα 258.000 ευρώ.
Ο κομματικά διορισμένος επικεφαλής τού υπό αποκρατικοποίηση ΔΕΣΦΑ προέρχεται από την ίδια την εταιρεία και πριν τοποθετηθεί από την κυβέρνηση ως επικεφαλής της εργαζόταν σε αυτήν ως απλός διευθυντής.
Είχε δηλαδή την ίδια θέση που κατείχε και ο Ιωάννης Μπλάνας στον ΑΔΜΗΕ πριν γίνει και αυτός διευθύνων σύμβουλος και εμπλακεί στη γνωστή υπόθεση με τα golden boys, η αποκάλυψη της οποίας οδήγησε στην απομάκρυνσή του.
Η ερώτηση του βουλευτή της ΝΔ
Η υπόθεση έχει ως εξής, σύμφωνα με την ερώτηση Σκρέκα που απευθύνεται προς τους Τσακαλώτο και Σταθάκη. «Στις 11 Νοεμβρίου του 2016, ο Σωτήρης Νίκας, εκμεταλλευόμενος την ισχύ που του παρέχει η θέση του, πέτυχε και εγκρίθηκε από το Εποπτικό Συμβούλιο του ΔΕΣΦΑ η οργανική του αναβάθμιση κατά δύο βαθμίδες στον βαθμό του διευθυντή Δραστηριότητας (γενικού διευθυντή) και στο ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο (5ο κλιμάκιο)».
Λίγες όμως ημέρες μετά την έγκριση της προαγωγής, ο διευθύνων σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ κατέθεσε τα χαρτιά του για να βγει στη σύνταξη. Αποτέλεσμα; Η ολιγοήμερη παραμονή του στην αναβαθμισμένη οργανική του θέση εκτίναξε το εφάπαξ που εισέπραξε από το ΔΕΣΦΑ κατά περίπου 100.000 ευρώ, από τα 160.000 στα 258.000 ευρώ. Και όλα αυτά επειδή, σύμφωνα με τον Σκρέκα, ο επικεφαλής της εταιρείας «προήγαγε» τον εαυτό του κατά δύο οργανικές βαθμίδες και αμέσως μετά κατέθεσε τα χαρτιά του για σύνταξη, παραμένοντας βεβαίως μέχρι και σήμερα στη θέση του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου.
Η υπόθεση έχει και συνέχεια και αφορά, όπως αναφέρει ο Κώστας Σκρέκας, τη μεταφορά αποθεματικών του ΔΕΣΦΑ σε λογαριασμό ιδιωτικής ασφαλιστικής εταιρείας, προκειμένου να καλυφθούν τα εφάπαξ όχι μόνο του επικεφαλής του ΔΕΣΦΑ, αλλά συνολικά του προσωπικού της εταιρείας.
«Λίγες ημέρες πριν από την έγκριση της προαγωγής του, ο επικεφαλής του ΔΕΣΦΑ εξουσιοδότησε το Εποπτικό Συμβούλιο να εγκρίνει τη μεταφορά 10.000.000 ευρώ από τα διαθέσιμα της εταιρείας σε λογαριασμό ασφαλιστικής εταιρείας για να ‘διασφαλίσει’ τα εφάπαξ του ιδίου αλλά και των άλλων εργαζομένων στον Διαχειριστή από πιθανό ‘bail in’, όπως αναφέρει μεταξύ άλλων η εισηγητική έκθεση. Το ποσό αυτό των 10.000.000 ευρώ, λοιπόν, εγκρίθηκε από τη ΡΑΕ και θα συμπεριληφθεί στην ανακτήσιμη διαφορά για το 2016, δηλαδή στο κόστος των τιμολογίων που πληρώνουν οι απλοί καταναλωτές και η ενεργοβόρος βιομηχανία για φυσικό αέριο».
Σημειωτέον ότι δεν έχει περάσει παρά ένας μήνας από τότε που ήρθε στη δημοσιότητα η υπόθεση με τα golden boys του ΑΔΜΗΕ και ενώ ακόμη δεν έχει γίνει σαφές αν ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Ιωάννης Μπλάνας έχει επιστρέψει πίσω τα χρήματα. Η υπόθεση αφορούσε την πρώην διοίκηση του ΑΔΜΗΕ, δηλαδή τους Μπλάνα και Κορωνιωτάκη, οι οποίοι είχαν κατηγορηθεί για αύξηση της αμοιβής τους από 10.000 σε 20.000 ευρώ τον μήνα και ότι έλαβαν αναδρομικές αποδοχές 200.000 ευρώ έκαστος για ένα έτος.
Μπροστά στον θόρυβο που είχε τότε προκληθεί, ο Γιώργος Σταθάκης τους απομάκρυνε, ενώ όμως ο Κορωνιωτάκης (πρώην πρόεδρος) δεσμεύθηκε να επιστρέψει τα χρήματα, ο Μπλάνας αρνήθηκε.
Τόσο ο ένας όσο και ο άλλος είχαν υποστηρίξει ότι η αλλαγή των απολαβών τους είχε γίνει νομότυπα και σύμφωνα με τους όρους των συμβάσεων που και οι δύο είχαν υπογράψει.
Το σκεπτικό τους ήταν ότι εκμεταλλεύτηκαν τον νόμο περί απελευθέρωσης αποδοχών των επικεφαλής των ΔΕΚΟ που η ίδια η κυβέρνηση είχε ψηφίσει τον Δεκέμβριο του 2015 (4354/16-12-2015) και ο οποίος καταργούσε το ανώτατο μισθολογικό πλαφόν που ίσχυε μέχρι τότε.
Έτσι, οι αποδοχές των δύο στελεχών είχαν επιστρέψει στα 20.000 ευρώ τον μήνα, επίπεδα που ναι μεν μπορεί να ήταν δικαιολογημένα στο παρελθόν για θέσεις υψηλότατης ευθύνης, όχι όμως και σήμερα, και ειδικά σε έναν όμιλο όπως η ΔΕΗ που αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα ρευστότητας.