Η επικείμενη, όπως διαρρέεται, συνομιλία του πρωθυπουργού με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ θα είναι, από κάθε άποψη, η σημαντικότερη πολιτική συζήτηση εδώ και πάρα πολύ καιρό για το μέλλον της Ελλάδας. Κι αυτό για δύο λόγους:
πρώτον επειδή όλες οι άλλες σημαντικές επαφές κορυφής της χώρας, δηλαδή στο ευρωπαικό πλαίσιο, διεξάγονται πάντοτε μέσα στο γνωστό κάδρο του «μπρος πίσω τίποτα» γύρω από τα μνημόνια και όλα τα άλλα συναφή ζητήματα που έχουν βαλτώσει εντελώς και, δεύτερον, το κυριότερο, ότι μπροστά στις τεράστιες εθνικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα από την όλο και πιο επιθετική Τουρκία, η μόνη στάση που έχει πλέον πραγματική σημασία είναι εκείνη των ΗΠΑ – όλα τα υπόλοιπα είναι κουβέντες για να περνά η ώρα…
Σε αυτή τη συζήτηση, η οποία μπορεί να αποβεί καθοριστικής σημασίας για τα περεταίρω, εξίσου σημαντικό είναι και το τι θα πει, αλλά και επίσης το τι δεν θα πει ο πρωθυπουργός.
Αν λ.χ. αποφασίσει να μιλήσει στον Αμερικανό πρόεδρο για την εμπειρία του στην κηδεία του Κάστρο στην Κούβα, ή για το πώς βλέπει ο ίδιος ένα τείχος με το… Μεξικό, θα είναι ένα μικρό πρόβλημα… Πολύ πιο σοβαρά όμως, εκείνο που δεν πρέπει με κανένα τρόπο να πράξει, είναι το να μιλήσει ως επικεφαλής μιας χώρας δεσμευμένης στις αποφάσεις και τις επιταγές των Βρυξελλών, της Ε.Ε. και, φυσικά, του Βερολίνου. Αν ο πρωθυπουργός λειτουργήσει σε αυτή τη συνομιλία ως «γρανάζι» της Ευρώπης, η οποία, όπως ακόμα και ο πρόεδρος της Κομισιόν Γιουνκέρ παραδέχθηκε δημοσίως ότι δεν ξέρει που πατάει και που βρίσκεται, τότε θα αντιμετωπιστεί στο εξής ακριβώς ως τέτοιο: ως ένα μικρό και χαλασμένο γρανάζι. Και κάθε συζήτηση που αφορά την Ελλάδα σε αυτό το επίπεδο θα διεξάγεται πλέον με τα μεγάλα γρανάζια της μηχανής…
Ο πρωθυπουργός πρέπει να θυμάται ότι πάνω απ’ όλα είναι ακριβώς αυτό: πρωθυπουργός της Ελλάδας. Και ότι η Ελλάδα έχει, ειδικά σήμερα, πολύ μεγάλη σημασία για τις ΗΠΑ – μακράν μεγαλύτερη και βαθύτερη από ότι για το Βερολίνο. Πρέπει επίσης να θυμάται ότι η Ελλάδα υπήρξε ατλαντική χώρα πολύ πριν γίνει ευρωπαϊκή, σε επίπεδο θεσμικής ενσωμάτωσης. Και ότι ως ατλαντική ήταν που είχε τα μεγαλύτερα επιτεύγματά της σε όλα τα επίπεδα.
Ο Αλέξης Τσίπρας οφείλει να ξεχάσει τα στερεότυπα και να επιχειρήσει να δημιουργήσει συνθήκες όσο το δυνατόν εγγύτερης και πιο πολύπλευρης προσέγγισης της Ελλάδας με τις ΗΠΑ. Οφείλει να επιχειρήσει να πείσει τον Αμερικανό πρόεδρο ότι η χώρα μας και θέλει και μπορεί να έρθει πολύ κοντά με την Αμερική σε όλο το φάσμα των θεμάτων που την απασχολούν και να αιτηθεί μιας νέας στενότατης σχέσης χωρίς περιορισμούς έξωθεν, ιδεοληψίες του παρελθόντος και ανοησίες για μαζική κατανάλωση που τόσο αρέσουν τελευταία σε πολλούς.
Η Ελλάδα πρέπει να πείσει τις ΗΠΑ ότι είναι έτοιμη, ικανή και αποφασισμένη να λειτουργήσει 1000% και από μηδενική βάση στο πλευρό τους, χωρίς αναστολές και επιφυλάξεις, σε μία στιγμή που ο κόσμος αλλάζει ριζικά και επικίνδυνα. Γι αυτόν τον τόπο, άλλος δρόμος δεν υπάρχει.