Ως μονόδρομο για την κυβέρνηση θεωρεί ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή Παναγιώτης Λιαργκόβας το γρήγορο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης και την αλλαγή του μείγματος της οικονομικής πολιτικής, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου ότι στην αντίθετη περίπτωση η αβεβαιότητα θα ενταθεί με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου έχει επισημάνει τις τελευταίες ημέρες με δημόσιες παρεμβάσεις του την αρνητική σημασία που είχε η μέχρι τώρα καθυστέρηση, επισημαίνοντας ότι «αυτό έχει κόστος και εάν συνεχίσει η καθυστέρηση, τότε θα συνεχίσει να υπάρχει και το κόστος». Μόνο που από εδώ και πέρα το κόστος θα είναι πολλαπλάσιο. «Ελπίζουμε και ευχόμαστε να ολοκληρωθεί γρήγορα η αξιολόγηση, γιατί εάν δεν ολοκληρωθεί τότε τα πράγματα θα είναι δύσκολα για τη χώρα και θα ξυπνήσουν διάφορα ένστικτα για το τι θα γίνει το 2018 και εάν θα μπορέσουμε να βγούμε τότε στις αγορές» έχει προειδοποιήσει, διευκρινίζοντας ότι υπάρχει μια αλληλουχία πραγμάτων τα οποία πρέπει να γίνουν από τώρα μέχρι τους επόμενους 16 μήνες, έτσι ώστε να εξασφαλίσουμε την κανονική ροή του προγράμματος και την ασφαλή έξοδό μας στις αγορές. «Δεν είμαστε μάντεις κακών, απλώς θεωρούμε ότι υπάρχει δυνατότητα για έναν ενάρετο κύκλο ακολουθώντας το μνημόνιο, αλλά αν δεν ακολουθηθεί τότε τα πράγματα εκτροχιάζονται» επισημαίνει με κάθε ευκαιρία ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού.
Οι δύο ευκαιρίες
Ποιες είναι όμως οι δυνατότητες και οι κίνδυνοι που υπάρχουν μετά την απόφαση του Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου; Οπως επισημαίνει στο «Βήμα» ο κ. Λιαργκόβας, διαμορφώνονται δύο ευκαιρίες: η πρώτη είναι «να κλείσει γρήγορα η αξιολόγηση και να αλλάξει το μείγμα της οικονομικής πολιτικής». «Γρήγορο κλείσιμο της αξιολόγησης σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να ικανοποιήσει όλες τις δεσμεύσεις (παλιές και νέες) που η ίδια έχει αναλάβει. Η ευθύνη των αποφάσεων για τον χρόνο και τον τρόπο υλοποίησης βρίσκεται στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης» υπογραμμίζει, σημειώνοντας ότι «το μεγάλο στοίχημα που έχει μπροστά της η κυβέρνηση είναι να μπορέσει να γυρίσει σελίδα στην οικονομία και να καλύψει το χαμένο έδαφος και την παράταση της αβεβαιότητας, με μεγάλη ταχύτητα». Οσον αφορά την αλλαγή του μείγματος της οικονομικής πολιτικής, ο κ. Λιαργκόβας διευκρινίζει ότι «αυτό σημαίνει μεγαλύτερη βαρύτητα στα διαρθρωτικά μέτρα σε σχέση με τα δημοσιονομικά».
«Πράγματι, υπάρχει χώρος για βελτίωση τόσο στην πλευρά της φορολογίας όσο και στο μέτωπο των δαπανών» διαπιστώνει ενώ επισημαίνει ότι αν ρυθμιστεί σωστά η συμφωνία τότε «τα αποτελέσματα μπορεί να είναι αναπτυξιακά καθώς στο σημείο που έχουμε φθάσει τα περισσότερα φορολογικά μέτρα δημιουργούν πίεση στο ΑΕΠ και απώλειες εσόδων λόγω εξάντλησης της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών». Αλλωστε το Γραφείο Προϋπολογισμού έχει υποστηρίξει εδώ και καιρό στις εκθέσεις που συντάσσει ότι οι ανοδικές τάσεις στη φορολογία πρέπει να αναστραφούν καθώς προκαλούν νέα προβλήματα στη δημοσιονομική διαχείριση, αυξάνοντας τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις των ιδιωτών προς το Δημόσιο (το 2016 κατά 1,15 δισ. ευρώ τον μήνα κατά μέσο όρο).
Ο κίνδυνος
Ποιος όμως είναι ο κίνδυνος που εντοπίζει ο ίδιος όσον αφορά την πορεία από εδώ και πέρα; «Να επεκταθούν οι συζητήσεις-διαπραγματεύσεις των τεχνικών κλιμακίων και της ελληνικής κυβέρνησης για μεγάλο χρονικό διάστημα και να συνεχιστεί ή ακόμη και να ενταθεί η αβεβαιότητα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται» αναφέρει. Ωστόσο, η εκτίμησή του είναι ότι δεν θα φθάσουμε εκεί. «Δεν πιστεύω ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο, γιατί κανείς δεν θα κερδίσει από την επιδείνωση της οικονομίας μας» υπογραμμίζει. Εκτιμά δε ότι «αυτή τη στιγμή μόνο εκτιμήσεις μπορούμε να κάνουμε ότι οι πιστωτές και η κυβέρνηση θα βρουν τις κατάλληλες δεσμεύσεις, θα κλείσουν την αξιολόγηση και θα κάνουν ό,τι χρειαστεί για να στηρίξουν τη βιωσιμότητα του χρέους ώστε να αξιοποιηθεί το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης».
Σε κάθε περίπτωση η απόφαση του πρόσφατου Eurogroup κρίνεται ως «κατ’ αρχάς μια θετική εξέλιξη», παρά το γεγονός ότι «θα μπορούσε να είχαν αποφευχθεί η καθυστέρηση και το σημαντικό κόστος σε όρους χρόνου, που επωμίστηκε η οικονομία όλους αυτούς τους μήνες». Πάντως ο κ. Λιαργκόβας δεν διστάζει να τονίσει ότι στο Eurogoup της 20ής Φεβρουαρίου δεν διασφαλίστηκε το QE (ποσοτική χαλάρωση) ούτε τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Παρά ταύτα, αν και δεν έχουμε ακόμα όλα τα δεδομένα ο ίδιος πιστεύει ότι «οι πιστωτές θα βρουν τις κατάλληλες δεσμεύσεις και θα κάνουν ό,τι χρειαστεί για να στηρίξουν τη βιωσιμότητα του χρέους, ώστε να αξιοποιηθεί το QE».
Μακρύς ο δρόμος
Πάντως, ο δρόμος ως την τελική συμφωνία είναι μακρύς και προς το παρόν ασαφής καθώς, όπως υπογραμμίζει, περιλαμβάνει την επίλυση μιας δύσκολης εξίσωσης με τουλάχιστον πέντε σημαντικές παραμέτρους: το ακριβές περιεχόμενο των νέων μέτρων το οποίο θα διευκρινιστεί τις επόμενες ημέρες κατά τη διαπραγμάτευση με τα τεχνικά κλιμάκια, η αξία των μέτρων, οι ρήτρες ενεργοποίησης των αντίμετρων, οι αποφάσεις για τα πρωτογενή πλεονάσματα και βεβαίως οι αποφάσεις για το χρέος. «Και καθώς ο χρονικός ορίζοντας φθάνει μαζί με τα μέτρα και αντίμετρα ως το 2020, αρχίζει να σκιαγραφείται η εικόνα τής μετά του τρίτου μνημονίου εποχής ή εποπτείας η οποία θα υπάρχει και μετά το τρίτο μνημόνιο. Οπως και να έχει «η ευθύνη των αποφάσεων για τον χρόνο και τον τρόπο υλοποίησης βρίσκεται στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία το μεγάλο στοίχημα που έχει μπροστά της είναι να μπορέσει να γυρίσει σελίδα στην οικονομία και να καλύψει το χαμένο έδαφος και την παράταση της αβεβαιότητας, με μεγάλη ταχύτητα».
Το 3,5% και το 4,5% δεν είναι εφικτά για μεγάλο χρονικό διάστημαΠοια είναι η άποψη του Γραφείου Προϋπολογισμού για την κρίσιμη παράμετρο των πρωτογενών πλεονασμάτων; Οτι το 3,5% και το 4,5% δεν είναι εφικτά για μεγάλο χρονικό διάστημα. «Μπορεί να το πετύχουμε αλλά για έναν χρόνο, για δύο χρόνια, με βάση την ιστορική εμπειρία και τις παρατηρήσεις που έχουμε από τις άλλες χώρες και μάλιστα με λιγότερο χρονικό διάστημα κρίσης. Εμείς με τόσα χρόνια μνημονίων, που υπάρχει η κούραση από τη λιτότητα, πώς είναι δυνατόν να πετύχουμε τόσο υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα;» διερωτήθηκε ο κ. Λιαργκόβας προ ημερών στη συζήτηση που είχε με τους βουλευτές – μέλη της Επιτροπής Ισολογισμού και Απολογισμού του Κράτους. Αποψη που βρίσκεται πιο κοντά με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ οι οποίες θεωρούνται από τον συντονιστή του Γραφείου Προϋπολογισμού σε αυτό το θέμα πιο τεκμηριωμένες από ό,τι των ευρωπαϊκών θεσμών.
Και πάντα, βεβαίως, υπάρχει και το μετά τη δεύτερη αξιολόγηση καθώς ακολουθεί η τρίτη, η οποία, τηρουμένων των μέχρι τώρα καθυστερήσεων, θα πρέπει να τελειώσει σε ασφυκτικά σύντομο χρονικό διάστημα. «Αυτό σημαίνει πιθανόν ότι ο πολιτικός χρόνος για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης, εφόσον όλα εξελιχθούν ομαλά, με ένα καλό σενάριο, θα είναι σαφώς πιο περιορισμένος σε σχέση με τον πολιτικό χρόνο των δύο προηγούμενων αξιολογήσεων» παρατηρεί ο κ. Λιαργκόβας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
Η ιστορική στήλη του Βήματος στο inbox σου
Γίνε μέλος του καθημερινού newsletter που αποκαλύπτει όσα συμβαίνουν στο πολιτικό παρασκήνιο και απόκτησε πρόσβαση σε αποκλειστικό περιεχόμενο.