Πώς μπορεί, άραγε, να επανακατοικηθεί η πόλη; Πώς «ανακυκλώνεται» από τους αστέγους που χρησιμοποιούν τα «νεκρά» σημεία της, τα κενά ανάμεσα σε δύο κτίρια για παράδειγμα, ή τους χώρους κάτω από μια γέφυρα; Πώς ένα είδος χορού που πάει κόντρα στο ανθρώπινο σώμα έχει τη δυνατότητα να γεννήσει ομορφιά μέσα από τον πόνο; Πώς μπορεί μια κοινωνία βαριά πληγωμένη από την κρίση να καταφέρει να ξυπνήσει την αισιόδοξη πλευρά μας;
Τα παραπάνω ερωτήματα θέτει η ταλαντούχα χορογράφος Πατρίσια Απέργη στην καινούργια της δουλειά με τίτλο «Cementary», με την οποία η ίδια και η ομάδα «Aερίτες» επιστρέφουν στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Ο τίτλος, εξηγεί η ίδια, παραπέμπει σε δύο λέξεις: cement (τσιμέντο) και cemetery (νεκροταφείο) ενώ το έργο ακόμη μία φορά προέκυψε από μια προσωπική ανάγκη έκφρασης. «Αισθάνομαι ότι τόσο οι άνθρωποι της ηλικίας μου όσο και οι νεότεροι ανήκουμε σε μια γενιά που μας έχουν αρπάξει το μέλλον… Ζούμε σε μια no future era θα έλεγα» δηλώνει η Πατρίσια Απέργη. «Θέλησα λοιπόν να αναζητήσω μια προοπτική για το αύριο. Αν κάνουμε μια προβολή του ενδεχομένως θα το δούμε μέσα από τη λογική της καταστροφής. Μια φιλοσοφία αντίστασης θα ήταν να μην επιτρέψουμε στους άλλους να μας αρπάξουν το μέλλον, να το ονειρευτούμε με αισιοδοξία…».
Πόλη του αύριο!
Η χορογράφος επισημαίνει ότι σε αντίθεση με τα προηγούμενα έργα της στα οποία μιλούσε για το παρόν, για το τώρα, εν προκειμένω ανοίγει τη «βεντάλια» και μιλά για το αύριο. «To Cementary είναι μια πόλη που ανήκει στο αύριο» λέει. Και συνεχίζει: «Επαναπροσεγγίζει το αστικό περιβάλλον καθώς ήθελα να ξαναμιλήσω γι’ αυτό μέσα από διαφορετική οπτική γωνία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μέσα από το πρίσμα των αστέγων. Επιχειρώ να ερευνήσω το πώς αυτοί οι άνθρωποι επανακατοικούν μια πόλη η οποία, γενικά, ελεύθερο χώρο δεν έχει… Κι όμως, παρότι σε γενικές γραμμές οι πολίτες έχουν καταλάβει τον χώρο, κάποιοι άνθρωποι βρίσκουν κάποια κενά και καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα σπιτικό. Από την πλευρά της κίνησης αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η ικανότητα, η δύναμη του ανθρώπινου σώματος να προσαρμόζεται στις συνθήκες…».
Η Πατρίσια Απέργη λέει πως η ίδια και οι συνεργάτες της δούλεψαν το έργο με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. «Κατ’ αρχάς, αρχίσαμε να δουλεύουμε το έργο στην Πορτογαλία… Το παράδοξο είναι ότι αρχίσαμε να δουλεύουμε ένα τέτοιο έργο σ’ ένα μέρος πιο έξω, όχι σε τόσο μεγάλη πόλη. Δουλέψαμε αρχικά έξω και μετά μπήκαμε στο στούντιο. Πέρα από το κομμάτι των αστέγων, από πλευράς κινητικής γλώσσας υπάρχει το κομμάτι του μπαλέτου…».
H χορογράφος αντιμετωπίζει την αστική πραγματικότητα ως το πεδίο μιας ιδιόμορφης καλλιτεχνικής έκφρασης, ένα «έργο τέχνης» μέσα από το οποίο η πόλη ανακατασκευάζεται, πλάθεται από τη διαχείριση των εικόνων της. Η Πατρίσια Απέργη εντοπίζει σε αυτήν ακριβώς την «αυτόχθονα δημιουργικότητα» τη δυνατότητα αντίστασης του κάθε υποκειμένου. Μια δύναμη απορρέει από τους εκφραστικούς κώδικες και το κινητικό λεξιλόγιο που εγχαράσσεται στο «σώμα» της πόλης, ικανό να τροφοδοτήσει νέους χορογραφικούς πειραματισμούς και αναζητήσεις. «Η πρόθεσή μου δεν είναι να περάσω κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα» λέει η Πατρίσια Απέργη. «Τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις δεν μπορώ να τις δω έξω από μένα την ίδια. Είμαι πολίτης αυτής της πόλης και δεν μπορώ να γυρίσω την πλάτη σε ό,τι συμβαίνει γύρω μου. Δεν στοχεύω στο να θέσω μια άποψη προκειμένου να ακουστεί. Για μένα το ατομικό γίνεται και συλλογικό…».
Το έργο παρουσιάζεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών λίγο προτού ταξιδέψει στη Λυών, στη Μασσαλία και στην Πορτογαλία. Με δεδομένο ότι η διεθνής εμπειρία της μέχρι τώρα είναι αξιόλογη θεωρεί, άραγε, ότι το κοινό από χώρα σε χώρα αντιδρά διαφορετικά; Υπάρχουν, αλήθεια, σημαντικές διακυμάνσεις; «Αν κάτι έχει ειλικρίνεια και καθαρότητα τότε, επειδή ακριβώς αγγίζει την ίδια την ανθρώπινη διάσταση, οι αντιδράσεις δεν είναι πολύ διαφορετικές. Οταν φθάνουμε στην ουσία των πραγμάτων οι τόποι είναι αρκετά κοινοί. Η ουσία και το κέντρο δεν επηρεάζονται…» απαντά η Πατρίσια Απέργη.
Κατά πόσο είναι εύκολο, άραγε, στις σημερινές συνθήκες να ασχολείται κάποιος με την τέχνη και συγκεκριμένα με τον χορό; «Δεν είναι καθόλου εύκολο και σίγουρα δεν μπορούμε να συζητάμε για νέα παραγωγή» λέει η Πατρίσια Απέργη. «Μόνο η Στέγη υπάρχει και το Φεστιβάλ Αθηνών. Αν μάλιστα κάνουμε και τη σύγκριση με το πόσο καλά πάει ο σύγχρονος ελληνικός χορός στο εξωτερικό, τότε κάποιος μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του… Πλέον συζητάμε για συνθήκες που πάνε κόντρα στην ανθρώπινη φύση» καταλήγει επιστρέφοντας, με τον τρόπο αυτό και πάλι στο «Cementary». Στο σημείο αυτό, αναφέρεται με θέρμη στους συνεργάτες της. «Είναι η ευτυχία μου» λέει συγκεκριμένα.
Ψηφίδες καθημερινότητας
Η Πατρίσια Απέργη πραγματοποιεί τη χορογραφική της έρευνα in situ, μελετώντας κινητικούς κώδικες που γεννιούνται στην πόλη για να τους εντάξει στη συνέχεια στον σκηνικό χώρο. Αυτή η διαδικασία επιτρέπει στη χορογράφο να εμπλουτίσει το λεξιλόγιό της με στοιχεία τα οποία δεν αναγνωρίζονται αυτομάτως ως «χορευτικά», αλλά λειτουργούν ως ψηφίδες της ίδιας της καθημερινότητας εντός του θεάτρου. Ετσι, η σκηνή λειτουργεί ως συνέχεια του αστικού τοπίου, επιχειρεί να συγκεράσει το «μέσα» και το «έξω», δημιουργώντας έναν ιδιαίτερο διάλογο με τα διαρκώς μεταβαλλόμενα δεδομένα της πόλης.
Λόγω της θεματικής των έργων της, η Πατρίσια Απέργη χαρακτηρίζεται από τον διεθνή Τύπο ως «η χορογράφος της γενιάς της κρίσης». Η αλήθεια είναι ότι από το έργο της «era povera» ως το πιο πρόσφατο, τους «Πλάνητες», η ίδια θεωρεί πως η δημιουργικότητα δεν μπορεί να μένει ανεπηρέαστη από το κοινωνικό περιβάλλον μέσα από το οποίο αναδύεται. Ετσι, είτε πρόκειται για τη βίαιη και καταστροφική σχέση του σώματος με την πόλη –ή του σώματος της πόλης με τους πολίτες της –είτε για τους αφανείς, ανέστιους κατοίκους της, το ζητούμενο είναι να δημιουργηθεί επί σκηνής ένα πρίσμα κατανόησης των φαινομένων που εκδηλώνονται ή εκτονώνονται στο καθημερινό αστικό τοπίο.
Πού και πότε
Πού και πότε
Το «Cementary» παρουσιάζεται 1-3 Μαρτίου (στις 20.30) στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης.
Σύλληψη και Χορογραφία: Πατρίσια Απέργη.
Δραματουργία: Ρομπέρτο Φρατίνι.
Μουσική σύνθεση: Βασίλης Μαντζούκης. Σκηνικά: Δημήτρης Νασιάκος.
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος. Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα.
Χορεύουν: Εύα Γεωργιτσοπούλου, Νώντας Δαμόπουλος, Χαρά Κότσαλη, Γιώργος Μιχελάκης, Ιωάννα Παρασκευοπούλου, Ηλίας Χατζηγεωργίου.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ