Ένας μήνας συμπληρώθηκε από την ημέρα που ο Ντόναλντ Τραμπ ορκίστηκε 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ και η πυκνότητα των γεγονότων –καλύτερα των συγκρούσεων- είναι τέτοια που θα έλεγε κανείς ότι έχει περάσει μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Και όμως…
Ο Τραμπ μέσα σε αυτές τις 31 μέρες (περίπου 740 ώρες) κατάφερε τα εξής: απέλυσε την υπηρεσιακή υπουργό Δικαιοσύνης, αποδέχθηκε την παραίτηση του συμβούλου του για θέματα Εθνικής Ασφάλειας, τα έβαλε με τις μυστικές υπηρεσίες, έδωσε εντολή να φτιαχτεί τείχος στα σύνορα με το Μεξικό, εγκατέλειψε την Εμπορική Συμφωνία με τις χώρες του Ειρηνικού (προς απογοήτευση της Ιαπωνίας), τα έβαλε με την ΕΕ, υπερασπίστηκε τον Πούτιν, απαγόρευσε την είσοδο σε εκατομμύρια μουσουλμάνους από επτά χώρες, συγκρούστηκε με τη Δικαστική Εξουσία, έκανε τους Σουηδούς να αναρωτιούνται πού ακριβώς έγινε τρομοκρατική επίθεση και –το κερασάκι στην τούρτα- δαιμονοποίησε τα Μέσα Ενημέρωσης.
Σε κάποια ζητήματα βέβαια έκανε πίσω. Η εξωτερική πολιτική ποτέ δεν ήταν το δυνατό σημείο των προέδρων των ΗΠΑ, οπότε αν έλεγαν και μια κουβέντα παραπάνω, φρόντιζαν να την διορθώσουν.
Απέναντι στους εκνευρισμένους Κινέζους, ο Τραμπ άφησε λίγο στο περιθώριο τη στήριξη στην Ταϊβάν, ενώ διόρθωσε την πορεία του στο ζήτημα των εβραϊκών εποικισμών. Ακολούθησε όμως νέα στραβοτιμονιά, αφού ουσιαστικά «έθαψε» το όνειρο για Παλαιστινιακό Κράτος, δίπλα στο Κράτος του Ισραήλ. «Μου κάνουν και τα δύο: Και τα δύο κράτη και το ένα κράτος» είπε χαρακτηριστικά.
Kάπως προσπαθούν να διορθώσουν τα πράγματα οι υπόλοιποι αξιωματούχοι. Για παράδειγμα, ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, ο οποίος βρέθηκε στην Ευρώπη, διαβεβαίωσε τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ για την αμερικανική στήριξη στα καυτά ζητήματα, όπως το Ουκρανικό και οι κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας.
Η υπόθεση της Ρωσίας είναι σαφώς σοβαρότερη και δεν έκλεισε με την παραίτηση του συμβούλου του σε θέματα Εθνικής Ασφάλειας. Έτσι κι αλλιώς, η Ρωσία του Πούτιν είναι μια ξεχωριστή περίπτωση.
Ακόμα και εκεί όμως ο Αμερικανός πρόεδρος έριξε λάδι στη φωτιά. Ο Μάικλ Φλιν (ο παραιτηθείς σύμβουλος) είναι «υπέροχος άνθρωπος» και «πολύ άδικο αυτό που του συνέβη», είπε.
Όσο για διαρροές των επαφών του με τους Ρώσους, βρέθηκε ο ένοχος: οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες.
Πάντα μέσω Twitter, είπε: «Το πραγματικό σκάνδαλο εδώ είναι ότι διαβαθμισμένες πληροφορίες μοιράζονται παράνομα από τις υπηρεσίες πληροφοριών σαν να ήταν καραμέλες. Πολύ αντι-αμερικανικό!»
Συνέχισε δε κατηγορώντας την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (NSA) και το FBI, για τις διαρροές και συγκρίνοντας τις υπηρεσίες με τη Ρωσία (στο παρελθόν έχει συγκρίνει την NSA και με την ναζιστική Γερμανία).
Και εδώ ο καθ’ ύλην αρμόδιος, ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Ρεξ Τίλερσον, είπε ενώπιον του Ρώσου ομολόγου του, Σεργκέι Λαβρόφ: «Οι ΗΠΑ θα εξετάσουν το ενδεχόμενο συνεργασίας με τη Ρωσία, αλλά θα ορθώσουν το ανάστημά τους όπου δεν συμφωνούν με τη Μόσχα».
Το έπος όμως γράφτηκε και γράφεται στα ζητήματα εσωτερικής πολιτικής. Το διαβόητο βέτο στην είσοδο μουσουλμάνων στις ΗΠΑ έφερε τη σύγκρουση με την Δικαστική Εξουσία, η οποία τελικά ακύρωσε το διάταγμα. Εκείνος προανήγγειλε νέο διάταγμα, αλλά για την ώρα δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά του.
Παράλληλα, έριξε ακόμα περισσότερο λάδι στη φωτιά μιας διχασμένης κοινωνίας. Τα αεροδρόμια των ΗΠΑ πλημμύρισαν ανήσυχους συγγενείς, Αμερικανούς διαδηλωτές και στρατιές νομικών συμβούλων για να βοηθήσουν να επιστρέψουν στις ΗΠΑ όσοι είχαν τα απαραίτητα νόμιμα έγγραφα. Πρωτοφανείς σκηνές σε διεθνή αεροδρόμια των ΗΠΑ.
Εναντίον του προέδρου στράφηκαν βέβαια και κολοσσοί που έχουν στις τάξεις τους εκατοντάδες ξένους εργαζόμενους, ιδίως επιχειρήσεις στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι το αφεντικό της Uber (υπηρεσία ταξί) δεν πήγε στη συνάντηση των επιχειρηματιών στον Λευκό Οίκο. Και είναι λογικό, αφού η δική του υπηρεσία (επιτυχημένη στις ΗΠΑ, «κόκκινο πανί» στην Ευρώπη) στηρίζεται σε ξένους που ζουν και εργάζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Και μετά ήρθε η επίθεση στα ΜΜΕ. Με εξαίρεση το Fox News, το κανάλι που πολεμούσε ανελέητα τον Ομπάμα στα οκτώ χρόνια της προεδρίας του, οι υπόλοιποι είναι εχθροί του λαού.
Το έγραψε και στο Twitter: «Τα ΜΜΕ που λένε ΨΕΜΑΤΑ, οι αποτυχημένοι New York Times, το NBC, το ABC, το CBS, το CNN, δεν είναι δικοί μου εχθροί αλλά εχθροί του αμερικανικού λαού!».
Φυσικά η απάντηση ήρθε από τον βετεράνο του κόμματος Τζον Μακέιν, έναν από τους πλέον αξιοπρεπείς πολιτικούς στις τάξεις των Ρεπουμπλικάνων. O 80χρονος Μακέιν, βετεράνος και (κρατούμενος) στον πόλεμο του Βιετνάμ, υπενθύμισε στον πρόεδρο το αυτονόητο: όλοι οι δικτάτορες ξεκινούν επιχειρώντας να ελέγξουν τα ΜΜΕ.
«Αν θέλεις να διαφυλάξεις -μιλώ πολύ σοβαρά τώρα- αν θέλεις να διαφυλάξεις τη δημοκρατία όπως τη ξέρουμε, πρέπει να έχεις έναν ελεύθερο και μερικές φορές αντίπαλο Τύπο. Και χωρίς αυτόν, φοβάμαι ότι εν καιρώ θα χάσουμε πάρα πολλά από τις ατομικές ελευθερίες μας. Έτσι αρχίζουν οι δικτάτορες» δήλωσε ο Μακέιν.
Η ειρωνεία στην περίπτωση του Τραμπ είναι ότι η περίφημη υπόθεση της «επίθεσης στη Σουηδία», που προκάλεσε σάλο, αλλά και αρκετή δόση χιούμορ, βασίστηκε σε είδηση που μετέδωσε το Fox News.
Να τι έγραψε στο αγαπημένο του Twitter: «Η δήλωσή μου σχετικά με το τι συμβαίνει στη Σουηδία αναφερόταν σε θέμα που μεταδόθηκε από το Fox News και αφορούσε τους μετανάστες και την εγκληματικότητα στη Σουηδία».
Και αν οι κορυφαίοι (και αμφιλεγόμενοι) σύμβουλοί του δηλώνουν προς όλες τις κατευθύνσεις ότι ο πρόεδρος απλά κάνει όλα όσα υποσχέθηκε, τα σύννεφα έχουν αρχίσει να πυκνώνουν στις τάξεις του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, που ανέκαθεν είχε δυσκολίες με την περίπτωσή του.
Για την ώρα οι όποιες φωνές και γκρίνιες είναι μειοψηφία. Θα μείνουν μειοψηφία; «Θέλει πάντα να είναι το κέντρο της προσοχής και να δίνει την εντύπωση ενός υπερκινητικού προέδρου, επομένως υποψιάζομαι ότι θα συνεχίσει σε αυτή την κατεύθυνση» δηλώνει ο Κάιλ Κόντικ του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια.