Πόσοι άραγε στην Ελλάδα του 1963 γνώριζαν την ύπαρξη και το έργο της Χάνα Άρεντ που το όνομά της φιγουράρει μέσα σε πλαίσιο στο πρώτο πρώτο τεύχος των Εποχών;
Τον Φεβρουάριο εκείνης της χρονιάς η ήδη καταξιωμένη στις ΗΠΑ πολιτική φιλόσοφος είχε δημοσιεύσει στο NewYorker τα περίφημα δύο άρθρα της για τη δίκη του ναζί εγκληματία πολέμου Ρούντολφ Άιχμαν (Eichmannin Jerusalem: A Reporton the Banality of Evil Ι & ΙΙ) που την έκαναν ευρύτερα γνωστή και ανέδειξαν σε παγκόσμιο κοινό τόπο τη φράση «η κοινοτοπία του κακού».
Σίγουρα, στις επιφυλλίδες του Βήματος πρέπει να είχε γίνει αναφορά σε αυτά – όμως μου φαίνεται αποτελούσε εκδοτικό τόλμημα η φιλοξενία σε περίοπτη θέση του δοκιμίου της για τους Μαρξ, Κίρκεγκωρ και Νίτσε.
Τέτοιες ήσαν οι Εποχές: φιλοδοξούσαν να μεταφέρουν στην Ελλάδα «τις φωνές του καιρού μας». Πρέπει να θυμηθούμε ότι εκείνη την εποχή που η Ελλάδα μόλις είχε αρχίσει να επουλώνει τις πληγές του εμφυλίου, οι περισσότεροι από τους σύγχρονους στοχαστές, ήσαν πρακτικά άγνωστοι έξω από κύκλους ακαδημαϊκών και διανοουμένων πολύ μικρής διαμέτρου.
Οι Εποχές, που αυτοπροσδιορίζονταν ως έκδοση «πνευματικού προβληματισμού και γενικής παδείας», ανέλαβαν να μεγαλώσουν τη διάμετρο, δημοσιεύοντας παράλληλα σημαντικές έρευνες για την κατάσταση της χώρας και του κόσμου. Αλλά τη συντακτική ομάδα δεν την ενδιέφερε μόνο η επικαιρότητα, προγραμματική θέση της ήταν:
«Θα προσπαθήσουμε να συγκομίσουμε στις σελίδες μας όλων των εποχών τους καρπούς, προσέχοντας ιδιαίτερα στις φωνές του καιρού μας… Ο φωτισμός όλο και μεγαλύτερου αριθμού συνειδήσεων, η παροχή ενός μέσου να προσπελάζεται η υψηλή παιδεία, να επισημαίνονται και ν’ αναλύονται χωρίς προκατάληψη τα ζητήματα του κόσμου, να προβάλλεται η ελευθερία του κριτικού στοχασμού, είναι μόνιμα αιτήματα του ανθρώπου. Θα τα υπηρετήσουμε».
Έγιναν λοιπόν περιοδικό αναφοράς οι Εποχές για την κίνηση των ιδεών εκείνη την εποχή. Τα 48 πλούσια σε περιεχόμενο τεύχη, 4.800 σελίδες, που εξέδωσε το περιοδικό ως την δικτατορία, είναι περισσότερο στραμμένα προς τον φιλοσοφικό και πολιτικό στοχασμό παρά προς την τέχνη και τη λογοτεχνία, τις οποίες θεράπευαν κυρίως η Επιθεώρηση Τέχνης και η Νέα Εστία.
Τηρώντας την προγραμματική υπόσχεσή του το περιοδικό θα δημοσιεύσει αφιερώματα για μεγάλους διανοητές που σφράγισαν με τη σκέψη τους την πορεία της ανθρωπότητας – από τον Επίκτητο, τον Θουκυδίδη και τον Αριστοτέλη, ως τον Νίτσε, τον Φρόυντ, τον Χαϊντέγκερ και τον Σαρτρ, περνώντας από τον Μαρξ, τον Βολταίρο και τον Κοραή.
Θυμάμαι, πρωτοετής φοιτητής, με περιορισμένα οικονομικά, να κοιτάζω με λιγούρα τις Εποχές στα βιβλιοπωλεία: ήσαν πανάκριβες, 20 δραχμές το τεύχος (100 σελίδων, πάντα). Την εποχή εκείνη οι εφημερίδες είχαν 1,50 δραχμή – άρα κάθε τεύχος κόστιζε πάνω από 20 ευρώ με τις σημερινές αναλογίες. Σε μεγάλο σχήμα, με εξαιρετικής ποιότητας χαρτί και βιβλιοδεσία, οι φιλελεύθερες Εποχές διαφέρουν και ως προς την εμφάνιση από τη φτωχότερη αριστερή Επιθεώρηση Τέχνης (10 δραχμές το τεύχος), που όμως ήταν πλούσια εικονογραφημένη – στις Εποχές, έχει την πρωτοκαθεδρία ο λόγος, ο θεωρητικός πρωτίστως.Είχα καταφέρει να να αγοράσω μερικά τεύχη των δύο περιοδικών– για τη συντηρητική Νέα Εστία, δεν ενδιαφέρθηκα ποτέ. Και ήρθε η 21η Απριλίου 1967, πρωτοετής ακόμα εγώ, ανέστειλαν την έκδοσή τους η Επιθεώρηση Τέχνης και οι Εποχές– έτσι νόμιζαν. Δεν ξανακυκλοφόρησαν ποτέ, εξαφανίστηκαν οριστικά αυτά τα δύο τόσο διαφορετικά και τόσο σπουδαία περιοδικά.
Εκδότης των Εποχών είναι ο Χρήστος Λαμπράκης (ο ΔΟΛ δεν υπήρχε ακόμη), και διευθυντής ο Άγγελος Τερζάκης, ο λογοτέχνης και διανοητής που από το 1947 ως το 1979 φώτιζε με τις επιφυλλίδες του τους αναγνώστες του Βήματος κάθε Τετάρτη. Ο Κωστής Σκαλιόρας είναι γραμματέας σύνταξης, στη συντακτική επιτροπή μετέχουν επίσης οι Κ. Θ. Δημαράς, Γιώργος Θεοτοκάς, Γιώργος Σεφέρης, Λέων Καραπαναγιώτης και ο ίδιος ο Χρήστος Λαμπράκης. Ο Γιώργος Σεφέρης θα αποχωρήσει το 1966 για «να συγκεντρωθεί στο προσωπικό του έργο», αναφέρουν σε σημείωμά τους οι Εποχές. Και συμπληρώνουν «…οι «Εποχές» θα μπορούν πάντα να υπολογίζουν στη συνεργασία του. Τη λύπη μας για την απουσία του από το Συμβούλιό μας την αντισταθμίζει πάντως η ελπίδα πως, έτσι, συμβάλλουμε κάπως, έστω κι έμμεσα, στην ευόδωση ενός δημιουργικού έργου που ανήκει στην Ελλάδα».
Στις σελίδες του περιοδικού θα καταθέσουν τις σκέψεις τους, πέρα από τους «συμβούλους έκδοσης», οι γνωστότεροι λόγιοι του καιρού, κυρίως όσοι δεν νιώθουν ότι έχουν αποκλειστική στράτευση στην κομμουνιστική Αριστερά ή στη Δεξιά, που να τους εμποδίζει να συνεργαστούν με τη φιλελεύθερη-δημοκρατική συντακτική επιτροπή.
Ανάμεσα τους οι Οδυσσέας Ελύτης, Ε. Π. Παπανούτσος, Παύλος Ζάννας, Εμμ. Κριαράς, Άρης Αλεξάνδρου, Μαν. Ανδρόνικος, Γ. Π. Σαββίδης, Ι. Θ. Κακριδής, Δημήτρης Μαρωνίτης. Μεταξύ των ξένων βρίσκουμε μεταφρασμένα κείμενα με τις υπογραφές των Boris Pasternak, Nathalie Sarraute, Georg Lukacs, Alberto Moravia, Ignazio Silone, Ian Kott, Thomas Mann, Τ.S. Eliot, Joan Robinson, M.I. Finley, Raymond Aron, Ernt Bloch, Ionesco, Sartre.
Υπήρχαν αρκετοί γνωστοί άνθρωποι των γραμμάτων που συνεργάζονται τόσο με τις Εποχές όσο και με την Επιθεώρηση Τέχνης – μεταξύ αυτών, οι Στρατής Τσίρκας, Μανώλης Αναγνωστάκης, Αλέξης Αργυρίου, Βασίλης Βασιλικός, Μένης Κουμανταρέας. Έχει ενδιαφέρον τι σκεπτόταν για τα δύο περιοδικά ένας που έγραφε και στα δύο, ο Γ. Π. Σαββίδης: σε συνέντευξή του στον Πέτρο Μάρκαρη (που σε ερώτησή του είχε αναφερθεί στη «διένεξη, αν όχι σύγκρουση» μεταξύ των δύο περιοδικών και είχε διαπιστώσει ότι τελικά δικαιώθηκε «η γραμή των μελετητών που δούλευαν στις Εποχές») ο Σαββίδης (Εδώδιμα και Αποικιακά σ, 145) απαντάει:
Δεν ξέρω αν είναι ακριβώς συγκρίσιμα τα δύο περιοδικά. Βέβαια, και τα δύο είχανε ένα λίγο πολύ καθαρό ιδεολογικό φόντο. Το ένα, ας πούμε πολύ χοντρικά, ήταν μαρξιστικό περιοδικό και το άλλο μη μαρξιστικό, για να μην πω αντιμαρξιστικό – δεν νομίζω ότι εμφανίστηκαν ποτέ ως αντιμαρξιστικό περιοδικό οι Εποχές.
Αυτό εξηγεί και την παρουσία της Χάνα Άρεντ ( που είχε γράψει τις Απαρχές του Ολοκληρωτισμού) στο πρώτο κιόλας τεύχος του περιοδικού: μπορεί να μην ήσαν αντιμαρξιστικές οι Εποχές, σίγουρα όμως ήσαν ενάντια στον ολοκληρωτισμό της Αριστεράς και της Δεξιάς, ενάντια στον μαρξισμό-λενινισμό και στον σταλινισμό, στον εφαρμοσμένο κομμουνισμό, που αργότερα ονομάστηκε «υπαρκτός σοσιαλισμός». Για τούτο δημοσιεύονται συχνά κείμενα μαρξιστών (κυρίως του φιλόσοφου Γκεόργκι Λούκατς) που ασκούν κριτική στον σταλινισμό, έστω και εκ των υστέρων.
Εντύπωση προκαλούν, ως προς τη φιλοσοφική ενημερότητα του περιοδικού, οι παρουσιάσεις βιβλίων και κείμενα που ασχολούνται με τη μεθοδολογία των επιστημών, άλλωστε η σχέση επιστήμης-τεχνολογίας-ανθρωπισμού είναι από τα βασικά θέματά του.Υποθέτω ότι από τις Εποχές πληροφορήθηκαν για πρώτη φορά οι Έλληνες για τις θέσεις του Πόπερ και του Φεγιεράμπεντ, δεκαετίες πριν μεταφραστούν τα βιβλία τους στη γλώσσα μας. Ακόμη και κείμενο του Σρέντιγκερ θα βρούμε στις σελίδες των Εποχών – ο διάσημος σήμερα (έστω και μόνο για τη «γάτα του Σρέντιγκερ») θεμελιωτής της κβαντομηχανικής, σίγουρα ήταν εκείνη την εποχή ακόμη λιγότερο γνωστός και από τη ΧάναΆρεντ.
Αλλά δεν απουσίαζε η επικαιρότητα: σε κάθε τεύχος υπάρχουν κριτικές και ενημέρωση και τον κινηματογράφο από τον Γιάννη Μπακογιαννόπουλο, για την ποίηση από τον Τάκη Σινόπουλο, για τις διεθνείς εξελίξεις από τον Χάρη Μπουσμπουρέλη – και πάντα σκίτσο-σχόλιο του Κώστα Μητρόπουλου για τις πολιτικές εξελίξεις.
Αναφορικά με τα πολιτικά χαρακτηριστικά του περιοδικού η Βάλια Σκούρα, (Το περιοδικό Εποχές (1963-1967) ,Πάντειο Πανεπιστήμιο, επίβλεψη καθηγήτρια Δέσποινα Παπαδημητρίου), διαπιστώνει: οι Εποχές έχουν ως πάγια θέση «τη δημοκρατία και την ελευθερία», χαρακτηρίζονται από «μετριοπάθεια και ισορροπία», αποστρέφονται ότι εντάσσεται «στη σφαίρα του φανατικού και του ακραίου», διατυπώνουν «σοσιαλίζουσες θέσεις, διατηρώντας όμως παράλληλα απόσταση από τον σκληρό πυρήνα της Αριστεράς», διακατέχονται από «πίστη στην πρόοδο και στον εκσυγχρονισμό ως τον βαθμό που αυτή επιτρέπει τον σεβασμό απέναντι στον άνθρωπο και τις θεμελιώδεις αξίες. Επισημαίνω ότι (πέρα από enpassant αναφορές σε άρθρα και βιβλία)στον μισό αιώνα που έχει περάσει από τότε που έκλεισαν τα δύο περιοδικά η εργασία της Βάλιας Σκούρα είναι η μοναδική που υπάρχει για τις Εποχές, ενώ αντιθέτως είναι πλουσιότατη η βιβλιογραφία για την Επιθεώρηση Τέχνης. Μολοντούτο, οι κατηγορίες ότι ο ΔΟΛ ελέγχει την πολιτική και πολιτιστική ζωή της χώρας, ήσαν το τελευταίο διάστημα, όταν κρινόταν η τύχη του, εντονότερες από ποτέ. Ίσως επειή«ο φανατισμός και το ακραίο» που απεχθάνονταν οι Εποχές, κυριάρχησαν πάλι στην πολιτική ζωή του τόπου, όπως κυριαρχούσαν και τότε,
Το τελευταίο τεύχος των Εποχών (Απρίλιος 1967) κλείνει με άρθρο του Λέοντα Καραπαναγιώτη (συντάκτη του Βήματος τότε, διευθυντής των Νέων για δεκαετίες στη συνέχεια) Ο Λόγος για τη Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Λομβάρδου, τελευταίο στη σειρά σχετικών άρθρων με γενικό θέμα Το Φιλελεύθερο Πνεύμα στη Νέα Ελλάδα. Πρόκειται για τον λόγο που εκφώνησε το 1874 στη Βουλή ο Επτανήσιος Ριζοσπάστης βουλευτής (και υπάρχηγος του Χαρίλαου Τρικούπη) ενάντια στις αντισυνταγματικές ενέργειες του τότε βασιλιά Γεωργίου Α΄. Φυσικά, η σειρά (και το άρθρο του Λέοντα Καραπαναγιώτη) αποτελούσαν πολιτική παρέμβαση, απάντηση στην αποπομπή του Γεωργίου Παπανδρέου από τον Κωνσταντίνο το 1965. Απάντηση λόγια και ιστορική, σύμφωνη με το ήθος και τους στόχους των Εποχών. Πριν καλά καλά στεγνώσει το τυπογραφικό μελάνι, ήρθε η δικτατορία.
Ίσως ήρθε ο καιρός, τώρα που ο λαϊκισμός και ο εθνικισμός είναι ισχυροί –όχι μόνο στη χώρα μας– να ξαναπιάσουμε τον νήμα που έσπασε και να ξαναθυμηθούμε τα βασικά του φιλελευθερισμού και της δημοκρατικής τάξης που ανέδειξαν οι Εποχές και τόσο τα έχουμε ανάγκη.