Μπροστά σε μια νέα δοκιμασία θα βρεθούν όλοι οι φορολογούμενοι και κυρίως οι συνταξιούχοι ύστερα από έναν χρόνο, καθώς για να κλείσει η αξιολόγηση η κυβέρνηση θα πρέπει να αποδεχθεί –αν δεν το έχει ήδη κάνει –τη μείωση τόσο του αφορολόγητου ορίου όσο και των υψηλών συντάξεων και της συνταξιοδοτικής δαπάνης από το 2019.
Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, το παζάρι με τους θεσμούς για το «πακέτο-φωτιά» συνεχιζόταν όλο το Σαββατοκύριακο και θα διαρκέσει μέχρι τα ξημερώματα της Δευτέρας προκειμένου να υπάρξει ένα πλαίσιο συμφωνίας προτού ξεκινήσει η συνεδρίαση του Eurogroup. Αν επιτευχθεί συμφωνία, τότε αναμένεται να επιστρέψει η τρόικα στην Αθήνα την Πέμπτη ή την Παρασκευή.
Προς υποχώρηση
Οι δύο αποφάσεις για πρόσθετα μέτρα, οι οποίες μέχρι πριν από λίγους μήνες, συγκεκριμένα τον περασμένο Μάιο, ήταν ζητήματα τα οποία φαινομενικά είχαν κλείσει με τον νέο φορολογικό νόμο και με τις μεγάλες ανατροπές στο Ασφαλιστικό που επέφερε ο νόμος Κατρούγκαλου, επανέρχονται στο τραπέζι με έμφαση και ένταση από την πλευρά του ΔΝΤ προκειμένου να εξυπηρετηθεί ο στόχος για τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3% και 3,5% του ΑΕΠ την προσεχή πενταετία.
Συνάμα αποτελούσαν «κόκκινες γραμμές» της κυβέρνησης, η οποία πλέον καλείται να νομοθετήσει τα μέτρα με χρονοδιάγραμμα μείωσης του αφορολόγητου ορίου από τα 8.600 ευρώ στα 7.000 ευρώ και χρονοδιάγραμμα σταδιακής κατάργησης της προσωπικής διαφοράς, δηλαδή των παλιών συντάξεων που υπερβαίνουν το ύψος των νέων συντάξεων όπως αυτές προκύπτουν με τον νέο νόμο.
Ειδικά για τις παλιές συντάξεις η πρόταση των δανειστών, οι οποίοι γνωρίζουν τη δυσκολία να το περάσει η κυβέρνηση, είναι να μειωθούν σταδιακά σε βάθος τεσσάρων ετών (2019, 2020, 2021, 2022), ώστε στο τέλος της περιόδου προσαρμογής να έχει καταργηθεί πλήρως η προσωπική διαφορά.
Για τις συντάξεις το σχέδιο προβλέπει τη βήμα-βήμα μείωση της προσωπικής διαφοράς που υπολογίζεται σε 10%-30% πάνω από τις νέες συντάξεις. (Αλλο ρεπορτάζ στην ΑΝΑΠΤΥΞΗ στη σελίδα Β6.) Ομως, προκειμένου να μην υπάρξουν αντιδράσεις και ακραία φαινόμενα, οι περικοπές θα γίνονται σε βάθος τριών ετών, από το 2019 ως το 2022. Ετσι αν η διαφορά είναι 10%, η μείωση θα είναι το πολύ 2%-3% κατ’ έτος. Αν είναι 20%, η περικοπή θα περιοριστεί στο 5% κατ’ έτος. Αν είναι μεγαλύτερη, θα μπει μια «φραγή» στο ψαλίδισμα, το οποίο δεν έχει ακόμη καθοριστεί. Παράλληλα η κυβέρνηση θα περιμένει και θα παρακολουθεί την πορεία της συνταξιοδοτικής δαπάνης ως ποσοστό του ΑΕΠ ελπίζοντας ότι θα ανακάμψει η οικονομία και δεν θα χρειαστεί να εξελιχθεί όλο το πρόγραμμα των μειώσεων.
Αυτό το πακέτο ζητούν οι δανειστές να αποδεχθεί ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στη συνεδρίαση του Eurogroup προκειμένου να επιστρέψουν οι θεσμοί στην Αθήνα για να κλείσει η αξιολόγηση εντός του Μαρτίου και πάντως πριν από τις ολλανδικές εκλογές στις 15 Μαρτίου, οι οποίες μπορεί να επιφυλάξουν δυσάρεστες εκπλήξεις για ολόκληρη την Ευρώπη.
Σύμφωνα με έγκυρες πηγές από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τόσο ο πρόεδρος Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ όσο και ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί γνωρίζουν ότι αν οι απαιτήσεις του ΔΝΤ υπερβούν τα όρια στα δύσκολα μέτρα που ζητούν από τον Αλέξη Τσίπρα μπορεί να πυροδοτήσουν πολιτικές εξελίξεις και ανατροπή της κυβέρνησης στην Ελλάδα και έχουν ετοιμάσει κι ένα δεύτερο πακέτο μέτρων που η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να παρουσιάσει και να «πουλήσει» στο εσωτερικό της χώρας και στην κοινοβουλευτική της ομάδα.
Μάλιστα οι ίδιοι ζήτησαν από την επικεφαλής του ΔΝΤ κυρία Κριστίν Λαγκάρντ να συμμετάσχει στη συνεδρίαση της Δευτέρας ώστε να βρεθεί λύση και να δοθεί ο πολιτικός χώρος στον κ. Τσακαλώτο να επιστρέψει στην Ελλάδα έχοντας κερδίσει κάτι.
Πρόκειται για πακέτο «αντισταθμιστικών μέτρων» που περιλαμβάνει κατά τις πληροφορίες την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην αγορά εργασίας, και μάλιστα άμεσα, πριν από το 2018, και την εγγύηση ότι αν η Ελλάδα υπεραποδώσει στους στόχους της να μπορεί να διαθέτει το υπερβάλλον πλεόνασμα κατά προτεραιότητα ως εξής:
1. Στην εξόφληση των ληξιπρόθεσμων χρεών του Δημοσίου σε ιδιώτες χωρίς νέο δανεισμό.
2. Σε προγράμματα ενίσχυσης της εργασίας.
3. Στο κοινωνικό επίδομα αλληλεγγύης, δηλαδή στους χαμηλοσυνταξιούχους.
4. Στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών της εργασίας πρώτα στους μισθωτούς και στη συνέχεια στους ελεύθερους επαγγελματίες.
Τι θα κάνει το Ταμείο
Με αυτόν τον τρόπο όλοι ελπίζουν ότι θα υπάρξει συμφωνία επί της αρχής, αλλά… Το μεγάλο ερώτημα είναι τι θα κάνει το ΔΝΤ. Από τη μία πλευρά περιμένει να υπάρξει ανανέωση της υπόσχεσης για ελάφρυνση του χρέους από τους Γερμανούς κι από την άλλη ζήτησε να υπάρχει εκπρόσωπός του στη Στατιστική Αρχή για να παρακολουθεί τη ροή και την αλήθεια των στοιχείων για την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών και της ελληνικής οικονομίας.
Γι’ αυτό υπάρχει ο φόβος να ζητήσει να περιμένει να ανακοινωθούν τα επίσημα στοιχεία της Eurostat τον Απρίλιο για τα ελλείμματα και την ανάπτυξη προτού αποφασίσει τι θα κάνει.
Ελπίζουν σε ισοδύναμα μέτρα και «κέρδη»
Συνεχείς επαφές προκειμένου να κλείσει η αξιολόγηση είχε και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος τη Δευτέρα περιμένει να υπάρξει κατ’ αρχήν πολιτική συμφωνία για να «ξεκολλήσουν» τα πράγματα και να επανέλθει η τρόικα στην Αθήνα. Η επιστροφή της τρόικας θα είναι η καλή είδηση που θα ανοίξει τον δρόμο για την οριστική συμφωνία που μπορεί να επιτευχθεί εντός του Μαρτίου.
Στο επίπεδο της πολιτικής διαχείρισης η γραμμή, το άλλοθι, που χτίζει η κυβέρνηση προκειμένου να νομοθετήσει τα μέτρα ύψους 2% του ΑΕΠ –τα μισά από το αφορολόγητο και τα μισά από τις συντάξεις –είναι να υπάρξουν άλλα ισοδύναμα μέτρα, τα αντισταθμιστικά όπως τα αποκαλούν οι Ευρωπαίοι, που θα ελαφρύνουν ισόποσα την οικονομία.
Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και η εξόφληση των χρεών του Δημοσίου στους ιδιώτες εντός του 2018 μπορεί να δημιουργήσουν εικόνα ότι «δεν θα υπάρξει επιπλέον λιτότητα», κάτι που εναγωνίως θέλει να καλλιεργήσει η κυβέρνηση.
Σε αυτό το πλαίσιο η υφυπουργός Οικονομικών κυρία Κατερίνα Παπανάτσιου μίλησε και ουσιαστικά επιβεβαίωσε τη μείωση του αφορολόγητου ορίου αλλά σε συνδυασμό με μειώσεις σε φορολογικούς συντελεστές και «κέρδη» στη διαπραγμάτευση, όπως η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
«Σίγουρα θα πρέπει να μειωθεί η φορολογία των επιχειρήσεων και κάποιων ασφαλιστικών εισφορών, πρέπει να βοηθηθεί και η επιχειρηματικότητα» συμπλήρωσε η υπουργός. «Ας δούμε πρώτα πού θα καταλήξουμε, τι θα δώσουμε και τι θα πάρουμε, και μετά θα δούμε» κατέληξε.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ